Σε άρθρο του, αποκλειστικά αφιερωμένο σε μένα («Που κάνει λάθος ο Οδυσσέας Βουδούρης», metarithmisi.gr), ο φίλος μου Νίκος Μπίστης με κατακρίνει για την επιμονή μου να υπερασπιστώ τις προεκλογικές δεσμεύσεις της ΔΗΜΑΡ, καθώς και την τήρηση της Προγραμματικής Συμφωνίας, βάσει της οποίας το κόμμα μας έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Σαμαρά.
Η επιχειρηματολογία του Ν. Μπίστη βασίζεται σε αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε «αντιστροφή του αυτονόητου». Το αυτονόητο ότι πρέπει να τηρείς τις συμφωνίες μετατρέπεται στο ότι είναι αυτονόητο να τις αθετείς κατά το δοκούν. Το αυτονόητο ότι οφείλεις να εννοείς αυτό που λες μετατρέπεται στο ότι είναι αυτονόητο πως μπορείς άλλα να λες και άλλα να εννοείς. Το αυτονόητο ότι ισχύουν όλα αυτά που δεσμεύεσαι μετατρέπεται στο ότι είναι αυτονόητο να διαλέγεις τι τελικά σε δεσμεύει και τι όχι. Εξηγούμαι.
• Το αυτονόητο είναι πως, όταν συνάπτεις μια συμφωνία, της αποδίδεις μια αξία. Η αντιστροφή του αυτονόητου είναι ότι η προσήλωση στα συμφωνηθέντα αποτελεί δογματισμό ή λαϊκισμό. Και βέβαια δεν μιλάμε για την ευνόητη ανάγκη μιας προσαρμογής. Αλλά για την κραυγαλέα αντιστροφή των όρων: το «δεν θα κάνουμε περικοπές», μετατρέπεται σε μαζικά μέτρα λιτότητας, που πλήττουν κυρίως τα πιο ευάλωτα στρώματα της κοινωνίας.
• Το αυτονόητο είναι ότι το προεκλογικό σύνθημα της ΔΗΜΑΡ αναφερόταν στη «λύση», στην οποία το κόμμα μας θα συνέβαλε. Το σύνθημα αυτό προέκυψε από την κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά τις πρώτες εκλογές, όπου ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν συγκέντρωσαν πλειοψηφία. Τότε όντως προτείναμε «λύση»: μειοψηφική κυβέρνηση με το ΣΥΡΙΖΑ και ψήφο ανοχής από την ΝΔ ή «οικουμενική» κυβέρνηση. Αρνηθήκαμε κατηγορηματικά την άλλη «λύση», να στηρίξουμε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Αυτονόητα λοιπόν, κάθε λογικός ψηφοφόρος, που ακούει για «λύση», φέρνει στο νου τα όσα μόλις είπαμε. Και όχι το αντίστροφο. Αν εννοούσαμε αυτό που αναφέρει ο Ν. Μπίστης θα λέγαμε απλά: «όποιο κόμμα έρθει πρώτο θα το στηρίξουμε. Και αν η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ έχουν την πλειοψηφία, εμείς, σε αντίθεση με όσα πράξαμε μετά τις πρώτες εκλογές, πάλι θα στηρίξουμε».
• Το αυτονόητο είναι πως προεκλογικά θέσαμε δυο όρους συμμετοχής μας σε οποιαδήποτε κυβέρνηση: τα φερέγγυα πρόσωπα και το πρόγραμμα. Η αντιστροφή του αυτονόητου είναι να θεωρήσουμε φυσιολογική την άρση του όρου των φερέγγυων προσώπων την επομένη των εκλογών και του όρου της προγραμματικής συμφωνίας ενάμισι μήνα αργότερα.
• Το αυτονόητο είναι πως θέσαμε ΔΥΟ κόκκινες γραμμές: την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας ΚΑΙ την κοινωνία όρθια με ρητή δέσμευση ότι δεν θα προβούμε σε νέες περικοπές μισθών και συντάξεων. Η αντιστροφή του αυτονόητου είναι ο ισχυρισμός ότι δεσμευτήκαμε ΜΟΝΟ για την πρώτη. Θέση παρεμπιπτόντως, που ήταν το σύνθημα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που τους οδήγησε αντίστοιχα στο 19% και το 13%, και που εγκατέλειψαν στις δεύτερες εκλογές.
• Το αυτονόητο είναι ότι έχουμε λύση για να μην γίνουν περικοπές μισθών και συντάξεων. Αν δεν είχαμε εξάλλου θα ήμασταν αναξιόπιστοι να το ισχυριστούμε πριν τις εκλογές. Αυτό επιβεβαιώθηκε και με τις νέες προτάσεις του Φώτη Κουβέλη για 4 δισ. ισοδύναμα, ενώ προφανώς υπάρχουν ακόμα μεγάλα περιθώρια από τα 70 δισ. της παραοικονομίας, τα 20 δισ. της γραφειοκρατίας, τα 30 δισ. της φοροδιαφυγής κλπ. Η αντιστροφή του αυτονόητου είναι ο ισχυρισμός ότι οι περικοπές είναι μονόδρομος, υιοθετώντας την προ των εκλογών της 6ης Μαΐου λογική ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
• Το αυτονόητο είναι ότι τα ισοδύναμα, όπως και οι περικοπές, θα υλοποιηθούν σε βάθος διετίας. Η αντιστροφή του αυτονόητου είναι ότι δεν προλαβαίνουν να αποδώσουν τα ισοδύναμα σε δυο μήνες (γιατί σε δυο μήνες;) και γι’ αυτό πάμε για περικοπές (σαν να μπορούσαν αυτές να αποδώσουν 11,5 δισ. σε δυο μήνες!).
Αυτή η αντιστροφή είναι πράγματι εντυπωσιακή, αλλά πολλοί επαγγελματίες πολιτικοί έχουν αυτό το χάρισμα να παρουσιάζουν την αντιστροφή του αυτονόητου σαν… αυτονόητη! Το πιο σημαντικό όμως είναι σε τι ΔΕΝ κάνει λάθος ο Νίκος Μπίστης. Πίσω από την αντιπαράθεση για τα μέτρα, υπάρχει το κομβικό στρατηγικό θέμα: που πάει η ΔΗΜΑΡ;
Η θέση μου είναι σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις θεμελιακές αρχές της Δημοκρατικής Αριστεράς: η ΔΗΜΑΡ είναι κόμμα αριστερό και επιδιώκει την πολιτική και κοινωνική αλλαγή μέσα από μια ευρεία συμμαχία των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων. Σε αυτές προφανώς δεν συγκαταλέγεται η ΝΔ. Αλλά ούτε πλέον και το ΠΑΣΟΚ του κ. Βενιζέλου (η ευκαιρία υπήρξε στο παρελθόν αλλά χάθηκε). Στόχος της ΔΗΜΑΡ είναι να φέρει στις δικές της θέσεις, πολίτες διαφόρων απόψεων, που δεν αυτό-προσδιορίζονται ως αριστεροί, αλλά που θα πειστούν ότι οι δικές μας αριστερές προτάσεις είναι συνάμα ρεαλιστικές και αναγκαίες για την Ελλάδα. Και όχι να μετατοπιστεί η ΔΗΜΑΡ προς τα δεξιά με σκοπό να «ψαρέψει» ευκολότερα στα θολά νερά του κέντρου. Η συνεργασία μας με την ΝΔ είναι συγκυριακή για λόγους εθνικής ανάγκης, με συγκεκριμένους στόχους, γραπτά διατυπωμένους. Και αντιπαραθετική όποτε υπάρξει απόκλιση.
Το γεγονός ότι ο Ν. Μπίστης, παρά την διάρκεια της συνεργασίας του με την ΔΗΜΑΡ δεν είναι μέχρι τώρα μέλος του κόμματος, σχετίζεται προφανώς με το γεγονός ότι η στρατηγική του στόχευση είναι διαφορετική. Ο Ν. Μπίστης επιχειρεί να μετατρέψει τη συγκυριακή συνεργασία μας με τα λεγόμενα κόμματα εξουσίας, ή με τμήματα αυτών, σε στρατηγική συμμαχία. Επιδιώκει τη δημιουργία ενός κεντρώου κόμματος, που για εξωραϊστικούς λόγους, θα αποκαλείται «κεντροαριστερό» και θα αποσκοπεί στην διαιώνιση της περιθωριοποίησης της αριστεράς (η ηγεσία της οποίας βέβαια δεν είναι ιστορικά άμοιρη ευθυνών). Σεβαστή βέβαια άποψη και οφείλω να αναγνωρίσω την σταθερότητα του Ν. Μπίστη σε αυτό τον στόχο. Θυμάμαι τη δήλωσή του, όταν οι προσπάθειες του Γιώργου Παπανδρέου να αλλάξει το ΠΑΣΟΚ πέφτανε στο κενό. Για να κατακρίνει τον Παπανδρέου και να εξάρει τον Σημίτη, έλεγε τότε ότι ο πρώτος εκτόξευσε τον Συνασπισμό σε διψήφιο αριθμό ενώ ο δεύτερος είχε καταφέρει να τον περιορίσει στο 3%.
Ο Ν. Μπίστης εκφράζει μια άποψη. Κάποιοι από τον κόσμο της ΔΗΜΑΡ τη στηρίζουν. Εκφράζω και εγώ μια άποψη. Κάποιοι άλλοι από τον κόσμο της ΔΗΜΑΡ την συμμερίζονται. Αυτό στο οποίο πρέπει να συμφωνήσουμε είναι πως η ΔΗΜΑΡ βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλημμα. Κανένας από μας δεν είναι εξορισμού πιο «ΔΗΜΑΡίτης» από το σύντροφό του. Η υπονόμευση της άλλης άποψης με σπόντες περί «τσάμπα μαγκιές» και «ξένο σώμα» είναι ανάξια ενός κόμματος δημοκρατικού και αριστερού.
Ο ουσιαστικός διάλογος πρέπει να γίνει και θα γίνει. Μέσα στο κόμμα. Αλλά και μέσα στην κοινωνία. Δημόσια.