Τα παλιά χρόνια, όταν ακόμα τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα, η Αριστερά έθετε διαρκώς το αίτημα της ανάπτυξης και της εκβιομηχάνισης της χώρας. Μάλιστα το αίτημα αυτό δεν έμεινε σε ένα απλοϊκό συνθηματολογικό επίπεδο, αλλά μορφοποιούνταν σε συγκροτημένες επιστημονικές μελέτες και προτάσεις.
Για παράδειγμα, σε μια άλλη τραγική συγκυρία, όταν η Ελλάδα έβγαινε οικονομικά καθημαγμένη από τη γερμανική κατοχή, μια ομάδα διανοουμένων τού τότε ΚΚΕ και γενικότερα του εαμικού κινήματος, δημιούργησαν το 1945 την «Επιστήμη – Ανοικοδόμηση Επιστημονική Εταιρεία Μελέτης Νεοελληνικών Προβλημάτων», για να διερευνήσουν και να τεκμηριώσουν επιστημονικά τις δυνατότητες της αυτόνομης βιομηχανικής ανάπτυξης της Ελλάδας.
Ο όμιλος των διανοουμένων αυτών, η ΕΠΑΝ, όπως καταγράφηκε (εκ του Επιστήμη – Ανοικοδόμηση), εξέδιδε από την ίδια χρονιά το περιοδικό «ΑΝΤΑΙΟΣ», όπου δημοσιεύονταν οι ανάλογες μελέτες και αναλύσεις. Αρχικά διευθυντής του περιοδικού ήταν ο καθηγητής Χαράλαμπος Θεοδωρίδης και από το πέμπτο τεύχος του και μετά ο οικονομολόγος Δημήτρης Μπάτσης, ο οποίος εκτελέστηκε το 1952 από το εμφυλιοπολεμικό κράτος μαζί με τον Μπελογιάννη.
Ο «ΑΝΤΑΙΟΣ» μέσα στο κλίμα της παρακρατικής αλλά και της κρατικής τρομοκρατίας άντεξε μέχρι το 1951 με κεντρική πάντα θεωρητική κατεύθυνση την ανοικοδόμηση της Ελλάδας και τη μετατροπή της σε βιομηχανική χώρα. Ανάλογο ήταν και το θέμα του κλασικού βιβλίου του Δημήτρη Μπάτση «Η βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα» (1947). Βέβαια τόσο το περιοδικό όσο και ο Μπάτσης θεωρούσαν ότι, λόγω της φύσης της εγχώριας αστικής τάξης και της γενικότερης εξάρτησης της χώρας, η βιομηχανική ανάπτυξη μπορούσε να γίνει μόνο με ένα σοσιαλιστικό καθεστώς. Παρ? όλα αυτά όμως έθεταν το ζήτημα της ύπαρξης και της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Αντίθετα τα τελευταία χρόνια, η τωρινή Αριστερά, κυρίως αυτή των κινημάτων, όπως αυτοαποκαλείται αυτάρεσκα, παρά την απίστευτη ανεργία και τη σαρωτική εγχώρια αποβιομηχάνιση, αντιμάχεται με εντυπωσιακή σφοδρότητα με διάφορες οικολογικές προφάσεις οποιαδήποτε βιομηχανική επένδυση ετοιμάζεται να ξεκινήσει.
Αυτό συμβαίνει βέβαια λόγω της σύνθεσης της εν λόγω Αριστεράς και της ιδεολογικής της συγκρότησης. Το ειδικό βάρος της παραδοσιακής εργατικής τάξης έχει μειωθεί στους κόλπους της, όπου πλέον κυριαρχούν τα μικροαστικά δημοσιοϋπαλληλικά στρώματα. Αντί δε να προτείνει ένα νέο κοινωνικό παράδειγμα, έχει υποταχθεί πλήρως στη σύγχρονη νεοελληνική ιδεολογία και κουλτούρα της άρνησης της παραγωγικής διαδικασίας σε όλους τους τομείς του βίου.