Η ανομία δεν αποτελεί καινούργιο φαινόμενο για το δυτικό νεωτερικό κόσμο. Ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, ο Γάλλος κοινωνιολόγος Εμίλ Ντιρκάιμ περιέγραψε με το συγκεκριμένο όρο την κατάσταση κατά την οποία, ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, αρνούνται να τηρήσουν και να εφαρμόσουν τους νόμους. Διαχώρισε έτσι πολύ αυστηρά την ανομία από την παρανομία και θεώρησε πως η άρνηση εφαρμογής των νόμων, αποτελεί πολύ πιο επικίνδυνο φαινόμενο για τη συνοχή της κοινωνίας, από την ίδια την παραβίασή τους.
Σε καταστάσεις ανομίας, οι συνεκτικοί ιστοί που συνδέουν τις διαφορετικές κοινωνικές δυνάμεις, διαρρηγνύονται και καταργείται οποιαδήποτε νομιμοποιητική διαδικασία, η οποία αποτελεί τον όρο για την εύρυθμη λειτουργία των κοινωνιών. Ο Ντιρκάιμ κατανοούσε πολύ καλά πως οι νόμοι δεν είναι ουδέτεροι, ήξερε επίσης πως δεν είναι αντικειμενικοί και πως πολλές φορές ενισχύουν τους ήδη ισχυρούς. Οι νόμοι, γι’ αυτόν, ήσαν μεν αντικειμενικά «γεγονότα», αλλά αυτό δεν σήμαινε πως αυτά τα γεγονότα δεν είχαν τις υποκειμενικές τους αδυναμίες. Συνεπώς, η εκ μέρους του περιγραφή του γεγονότος της ανομίας, δεν αποσκοπούσε στη δήθεν νομιμοποίηση των ισχυρών, αλλά στην ανάγκη τήρησης των νόμων, ως προϋπόθεση για την αποτροπή μετατροπής των ανθρώπινων κοινωνιών σε ζούγκλες.
Σύμφωνα με το Γάλλο κοινωνιολόγο, καταστάσεις ανομίας παρουσιάζονται σε κοινωνίες όπου απουσιάζουν σαφείς ρυθμίσεις και συγκεκριμένοι κανόνες. Πολύ περισσότερο όμως απ’ αυτές τις δύο «απουσίες», εστίαζε στην απουσία συγκεκριμένων προτύπων συμπεριφοράς, από τις θεωρούμενες ανώτερες κοινωνικές ομάδες. Αν οι υποτιθέμενοι ισχυροί, οι οποίοι επίσης υποτίθεται πως κόβουν και ράβουν τους νόμους στα μέτρα τους, αρνούνται να τηρήσουν τους νόμους, τότε στην ευρύτερη κοινωνία δημιουργούνται οι αναγκαίες ιδεολογικές νομιμοποιήσεις, ώστε η πλειοψηφία των πολιτών να αρνείται να συμμορφωθεί με τους νόμους. Οι πολίτες θεωρούν τους νόμους ως ανίσχυρους και ως εμπόδια στη ζωή τους, γι’ αυτό από τη μια αισθάνονται ανίσχυροι, αποπροσανατολισμένοι και διακατέχονται από άγχος, ενώ από την άλλη αισθάνονται πως η «λύση» για τα αδιέξοδά τους βρίσκεται στην άρνηση εφαρμογής των νόμων, τους οποίους άλλωστε αρνούνται να εφαρμόσουν οι ίδιοι οι ισχυροί.
Ο Ντιρκάιμ υποστήριξε πως η ανομία είναι χαρακτηριστικό του καπιταλισμού. Αντιθέτως απ’ ότι νομίζουν κάτι δικοί μας «αριστεροί», ο Μαρξ δεν υποστήριζε αυτή την άποψη. Για τον τελευταίο, ο καπιταλισμός είναι μια άνιση κοινωνική σχέση, αλλά όχι και μια άνομη ή άδικη κοινωνική σχέση. Εδώ, το αριστερόμετρο των «φωνασκούντων ασχέτων», θα έδειχνε τον οργανικό διανοούμενο του καπιταλισμού Ντιρκάιμ να στέκεται πολύ πιο αριστερά από τον Μάρξ. Για τον Ντιρκάιμ, η ανομία ως στοιχείο της λειτουργίας του καπιταλισμού και ως κοινωνικό φαινόμενο, οδηγεί στην περιφρόνηση του κοινωνικού συνόλου και στην πλήρη απορρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων Αυτή θίγει τελικά τους αδυνάτους.
Στην όλη αντίληψη του Γάλλου κοινωνιολόγου, υπάρχει μια παράμετρος που ταιριάζει τέλεια με την ανομία που δέρνει τη σημερινή ελληνική κοινωνία. Αυτή η παράμετρος αφορά τα πρότυπα που λειτουργούν σε μια κοινωνία. Δυστυχώς, τα πρότυπα, που εκπέμπονται από το πολιτικό σύστημα και τις οικονομικές και πνευματικές μας ελίτ, είναι ο κυριότερος παράγων που νομιμοποιεί τα οποιαδήποτε κινήματα του «δεν πληρώνω».
Η Ακαδημία Αθηνών, το κορυφαίο Πνευματικό Ίδρυμα της χώρας, σε συνεδρία της, την Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010, παρασημοφόρησε τη δασκάλα Χαρά Νικοπούλου, γιατί σύμφωνα με αυτήν, η συγκεκριμένη εκπαιδευτικός διακρίθηκε για « την φιλοπατρία της και τη διαμόρφωση Θρησκευτικής και Εθνικής Συνείδησης στους μαθητές της». Της απένειμε το «ΑΡΓΥΡΟΥΝ μετάλλιο ανδρείας, που αποτελεί υψίστη διάκριση για εκπαιδευτικό». Τι έκανε η συγκεκριμένη εκπαιδευτικός; Αποφάσισε να μην τηρήσει τις οδηγίες του υπουργείου παιδείας για τη διδακτέα ύλη στα μειονοτικά σχολεία και να μην τηρήσει τις αναγκαίες ισορροπίες, όπως αυτές θεσμοθετούνται από τη νόμιμη εξουσία της εκλεγμένης πολιτικής ηγεσίας. Δεν διαμαρτυρήθηκε για τους νόμους και για την ύλη στους αρμόδιους φορείς, δεν κατέφυγε στην Ακαδημία, στη δικαιοσύνη, στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στην ίδια την τότε Υπουργό και τη Γενική Γραμματέα, για να ζητήσει την επανεξέταση των νόμων και την αναθεώρηση ή ακύρωσή τους. Τους κατάργησε από μόνη της και βραβεύτηκε από την Ακαδημία. Από εκείνον το θεσμό που οι μισοί εκπρόσωποί του ορκίζονται στον Πλάτωνα και οι άλλοι μισοί στον Αριστοτέλη, στους δύο φιλόσοφους που πρώτοι δίδαξαν πόσο τεράστια είναι η σημασία της τήρησης των νόμων. Αυτός λοιπόν ο θεσμός, που έχει ως σκοπό του να διαδίδει τις ιδέες του σεβασμού προς τη νομιμότητα, έθεσε πάνω απ’ όλα φυλετικά και εθνικιστικά κριτήρια για να βραβεύσει μια πράξη παραβίασης των νόμων, έστω και αν για την οικονομία της συζήτησης δεχτούμε πως αυτοί οι νόμοι ήσαν κακοί. Εγώ φυσικά δεν το πιστεύω αυτό. Έτσι όμως, ένας θεσμός που πρέπει να έχει ως γνώμονα το σεβασμό της γνώσης, της τήρησης των νόμων και της διαφορετικότητας, αξίες που διατηρούν την ισορροπία σε μια κοινωνία, μετατράπηκε σε καταμετρητή της εθνικοφροσύνης και της θρησκευτικής συνείδησης.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο που ο κύριος Μπαμπινιώτης, εκλεκτό και οργανικό στοιχείο αυτής της Ακαδημίας, αποφάσισε να αποσυνδέσει τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων από την εφαρμογή του νόμου, όσον αφορά την εκλογή νέων διοικητικών συμβουλίων στα πανεπιστήμια. Δεν είναι τυχαίο επίσης που ο πρόεδρος της συνόδου των πρυτάνεων ΑΕΙ έσπευσε να υποστηρίξει την ανομία Μπαμπινιώτη με στρεψόδικο τρόπο. Υποστήριξε, δηλαδή, πως «όσοι επιτίθενται στα πανεπιστήμια και στις εκλεγμένες διοικήσεις τους, φαίνεται ότι δεν αντιλαμβάνονται ή δεν τους ενδιαφέρει αν η διακοπή της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων οδηγεί σε διακοπή της λειτουργίας τους και σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση». Τι μας είπε δηλαδή; Μας είπε πως νόμιμες είναι εκείνες οι διοικήσεις που προκύπτουν από την υποστήριξη κάποιων μειοψηφιών που δεν επιτρέπουν να στηθούν κάλπες στα πανεπιστήμια. Μας είπε επίσης πως η χρηματοδότηση ενός φορέα πρέπει να συνεχίζεται, ανεξάρτητα με το αν η λειτουργία του συνάδει με την τήρηση των νόμων. Ο δε κύριος Μπαμπινιώτης συνέχισε, αναθέτοντας σ’ αυτούς που δεν τηρούν το νόμο, την αρμοδιότητα να ανακαλύψουν γιατί δεν τηρείται ο νόμος. Θα ήσαν πολύ περίεργα τα πράγματα, αν δεν ήσαν τόσο εκφυλιστικά και εξοργιστικά.
Πριν από λίγες ημέρες ξηλώθηκε μια ολόκληρη διεύθυνση στο υπουργείο Ανάπτυξης, επειδή ζητούσε χρήματα για να διευκολύνει ιδιωτικές επενδύσεις. Χρόνια τώρα, όμως, αυτό ήταν γνωστό και για τη συγκεκριμένη υπηρεσία, αλλά και για πολλές εφορίες και άλλες οικονομικές υπηρεσίες που διευκολύνουν «φορολογούμενους». Αλλά είναι όμως ακόμη πιο γνωστό πως απ’ αυτές τις «υπηρεσίες» δεν επωφελούνται μόνο δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά και μεγάλα πολιτικά κυκλώματα. Επειδή ο βασιλιάς δεν είναι γυμνός, χρειάζεται να ομολογήσουμε πως η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή συνδέεται και με την προσφορά πολιτικού χρήματος. Κατανοώ το πρόβλημα. Η μιντιακή δημοκρατία και η τηλεδημοκρατία έκαναν πολύ ακριβή τη «δημοκρατία». Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι πλέον πολύ ακριβή, η λύση όμως δεν βρίσκεται ούτε στην κατάργησή της, ούτε και στη διαπλοκή της με το μαύρο χρήμα, αλλά στη δημιουργία όρων να μειωθεί το κόστος της, αναβαθμίζοντας και τις υπηρεσίες της. Έχω πολλές φορές υποστηρίξει πως η κατάργηση του σταυρού, αλλά και ο εκδημοκρατισμός των κομμάτων, με την αναγνώριση των τάσεων, αποτελεί μέσο και για την ανανέωση της πολιτικής ζωής και του πολιτικού προσωπικού του τόπου, αλλά και για την πάταξη της διαπλοκής μεταξύ πολιτικού και ιδιωτικού χρήματος.
Άφησα για το τέλος τη χειρότερη, ίσως, μορφή ελληνικής ανομίας. Αυτή η ανομία προκύπτει από την ψήφιση νόμων. Αυτό, ούτε που το είχε φανταστεί ο Ντιρκάιμ. Αυτή αφορά την ψήφιση διατάξεων μέσω του συστήματος τροπολογιών σε άσχετους νόμους. Αυτές τις ημέρες, πιστέψτε με, στο ελληνικό κοινοβούλιο κατατίθενται τροπολογίες όχι μόνο όπως αυτές του Βορίδη, αλλά και για πολλά άλλα απίστευτα πράγματα, όπως για ιδιωτικά ξενοδοχεία, για ΜΚΟ, για κλινικές, προσωπικά ρουσφέτια. Αυτές τις ημέρες γίνεται περισσότερο από ποτέ εμφανής η ντροπή του φαινομένου που λέγεται σταυρός. Ενός φαινομένου που μερικοί σχεδόν το ταυτίζουν και με τη δημοκρατία. Τρομάρα σ’ όλους μας.
Η ανομία παρουσιάζεται ως όργανο αντίστασης των αδύναμων έναντι των ισχυρών. Εδώ προσπάθησα να καταδείξω πως το δύσοσμο φαινόμενο της ανομίας, βρωμάει από το κεφάλι και εξυπηρετεί κάλλιστα τους σκοπούς αυτού του «κεφαλιού». Η ανομία είναι το καλύτερο όπλο των ισχυρών για να διαιωνίζουν την κυριαρχία τους και να επιβάλλουν τις ανισότητες που τους συμφέρουν. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι πρώτοι που διαδίδουν και εφαρμόζουν αυτήν την ανομία, είναι οι ισχυροί. Άλλο βεβαίως είναι το πρόβλημα, πόσο ευεπίφορο είναι το έδαφος στην κοινωνία των πολιτών για την καλλιέργεια αυτού του φαινομένου. Αυτό όμως αποτελεί ένα διαφορετικό κεφάλαιο στο βιβλίο που ονομάζεται « ελληνική ανομία».
.
.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ κοινωνιολογίας και αναπληρωτής επιστημονικός διευθυντής του ΙΣΤΑΜΕ. Το βιβλίο του, «Οι μεγάλες απουσίες: Ελληνική δημοκρατία σε άμυνα», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.
.