Η Άννα, ο Μπαμπινιώτης και το χειρόφρενο

Γιώργος Σταματόπουλος 29 Μαρ 2012

Μπορεί να φαίνεται πρόωρο, αλλά η απόφαση του υπουργού Παιδείας, Γ.Μπαμπινιώτη, να αποσυνδέσει τη χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ από την εφαρμογή του νόμου πλαισίου για τα Ιδρύματα, «μυρίζει» έντονα παραπομπή του στις ελληνικές καλένδες.

Διαχρονικά, το αγαπημένο σπορ όσων πέρασαν από το υπουργείο Παιδείας, παλιά από τη Μητροπόλεως, σήμερα από την Καλογρέζα, ήταν αναμφίβολα οι αλλαγές στο εξεταστικό σύστημα. Να συνδυάσουν, το όνομά τους με κάποια μεταρρύθμιση(;) που θα έφερε το επώνυμό τους. («Σύνδρομο Παπανούτσου» το ονόμαζε γνωστός εκπαιδευτικός). Από τον Ράλλη, τον Βερυβάκη, τον Κακλαμάνη και τον Τρίτση τη δεκαετία του 80, έως τον Παπανδρέου, τον Αρσένη, τον Σουφλιά και τη Γιαννάκου, πολύ αργότερα, οι εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση έγιναν πανελλήνιες, πανελλαδικές, γενικές, ξανάγιναν πανελλήνιες, συμμετείχαν οι βαθμοί του Λυκείου, έπαψαν να υπολογίζονται, επανήλθαν κατά το ήμισυ, όσο το «κλασικό και πρακτικό» γινόταν δέσμες, οι δέσμες γίνονταν κύκλοι και οι κύκλοι, μαθήματα κατεύθυνσης.

Ο νόμος πλαίσιο, από τη στιγμή που παρουσιάστηκε στο υπουργικό συμβούλιο, τον περασμένο Ιούλιο, έως σήμερα, έχει περάσει από τα χίλια κύματα. Διορθώσεις, συντεχνιακοί συμβιβασμοί, και εξόχως δημοκρατικές λειτουργίες, όπως αρπαγή καλπών, βιαιοπραγίες κατά φοιτητών και καθηγητών, οι οποίοι τόλμησαν να συμμετάσχουν στην εκλογή των νέων οργάνων και άλλα πολλά. Κι όμως, ήδη εφαρμόζεται σε επτά ιδρύματα. Στα υπόλοιπα οι εκλογές αναβλήθηκαν, αφού οι «δυναμικές» μειοψηφίες και οι απαθείς πλειοψηφίες, συνέβαλαν όσο μπορούσαν ο καθένας από την πλευρά του, στη διατήρηση της αδράνειας.

Ο νόμος Διαμαντοπούλου για την Ανώτατη Εκπαίδευση, παρά τις όποιες ατολμίες, καταργούσε απαρχαιωμένες διατάξεις, επιχειρούσε να ξεκαθαρίσει τα μητρώα των ιδρυμάτων, συνέδεε τα ιδρύματα με σύγχρονες πηγές γνώσης, απεγκλώβιζε την άρση του ασύλου και δημιουργούσε (επιτέλους) βεβαιότερο πλαίσιο για τη διενέργεια αξιολόγησης στο διδακτικό προσωπικό.

Όμως τίποτα από αυτά δεν ακούστηκε. Εκείνο που έκανε αγνώριστους στη δημόσια συζήτηση ακόμη και ασυμβίβαστους (έως τότε) πανεπιστημιακούς, ήταν η θέσπιση Συμβουλίου Διοίκησης, ανοιχτό στη σύνθεσή του. Ένα Συμβούλιο που θα ασκούσε την πραγματική διοίκηση, με τη Σύγκλητο να αφιερώνεται στα καθήκοντα που έχει σε κάθε ξένο ίδρυμα, στα αμιγώς εκπαιδευτικά ζητήματα. Μάχες επί μαχών για τη νομή της διοικητικής εξουσίας και των κονδυλίων. Τότε, χρησιμοποιήθηκε η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων, ως μοχλός πίεσης, προκειμένου να εφαρμοστεί ο νόμος. Αυταρχικό μέτρο το θεώρησαν κάποιοι. Κυρίως εκείνοι, που έως τότε, δεν είχαν ασχοληθεί με τίποτα άλλο παρά μόνο με το «ταμείο» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Για τον νέο υπουργό Παιδείας, ο νόμος πλαίσιο είχε ένα βασικό μειονέκτημα: δεν έφερε την υπογραφή του. Είχε και ένα δεύτερο: τον έβλεπε καχύποπτα, ως πανεπιστημιακός και ο ίδιος, (για τους παρατηρητικούς) καιρό τώρα. Άρα, δεν θα μπορούσε, από την υπουργική θέση, να αλλάξει γνώμη.

Άλλωστε, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του, ο κ. Μπαμπινιώτης, προκάλεσε αίσθηση (πάλι για τους παρατηρητικούς) ότι αν και υπουργός ειδικής αποστολής, όπως όλοι της κυβέρνησης Παπαδήμου, έκανε λόγο για «διορθώσεις όπου χρειαστεί», αφήνοντας να διαφανεί ότι η θητεία του στην Καλογρέζα, δεν θα ήταν διεκπεραιωτική. Πολύ περισσότερο όμως δεν θα ήταν ανατρεπτική κατεστημένων δομών.

Ο Γιώργος Σταματόπουλος είναι δημοσιογράφος