«Μην αναφερθείς ξανά σε ποσοστά και αριθμούς. Χρειάζονται πολιτικές και μέτρα για την ανεργία τόσο για νέες θέσεις εργασίας όσο και για την υποστήριξη και καθοδήγηση των ανέργων. Η ανεργία μας σκοτώνει.»
Αυτή ήταν η απαίτηση, ναι η απαίτηση, μιας φίλης και νυν άνεργης γυναίκας.«Αργοπεθαίνω, δεν υπάρχω πουθενά. Η καθημερινότητα μου, τα χρέη μου, ο κύκλος των φίλων μου, οι ρυθμοί της ζωής μου, άλλαξαν. Όλα έχουν αλλάξει».
Τα στατιστικά στοιχεία πράγματι καταγράφουν και επιβεβαιώνουν τη δραματική κατάσταση. Η ανεργία αγγίζει το 24,5% στην Ελλάδα, 21% στους άνδρες και 28,7% στις γυναίκες, και ειδικότερα 64% στις νέες γυναίκες στη χώρα μας (ειδική έκδοση της Παγκόσμιας Τράπεζας 2015).
Ωστόσο, εκτός από τους μακροσκελείς πίνακες στις στατιστικές έρευνες, τις βασανιστικές επιπτώσεις της ανεργίας τις υπομένουν άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι βιώνουν την αποσταθεροποίηση της ψυχολογικής και συναισθηματικής τους ισορροπίας, επιπλέον της απώλειας της οικονομικής τους ασφάλειας και σταθερότητας.
Το γεγονός δε, ότι στις σύγχρονες κοινωνίες, η κοινωνική αναγνώριση και επιτυχία εξαρτώνται άμεσα από το εργασιακό προφίλ των ατόμων και από τις καταναλωτικές τους «επιδόσεις», η κατάσταση ενός ή μιας ανέργου επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο.
Η ανεργία εισπράττεται ως κατάσταση ταπείνωσης, αδυναμίας και ανασφάλειας, οδηγώντας σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, σε κοινωνικό αποκλεισμό με αύξηση των κρουσμάτων συντροφικής βίας, με υιοθέτηση σκληρών και βίαιων μεθόδων στην ανατροφή των παιδιών, σε εξαρτήσεις και κατάθλιψη.
Όλα τα παραπάνω αντανακλώνται και στις διαπροσωπικές σχέσεις με άρνηση της συμμετοχής σε συλλογικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη απομάκρυνση του ατόμου από τα τεκταινόμενα γύρω του.
Βρέθηκα «στο δρόμο». Η φίλη μου επαναλαμβάνει μηχανικά τις σπουδές της, τα ταλέντα και την εμπειρία της, τα οποία παραμένουν τυπωμένα σε αμέτρητα βιογραφικά στο άλλοτε γεμάτο -επείγουσες δουλειές- γραφείο της, έτοιμα να (ξανά) αποσταλούν σε πιθανούς εργοδότες. Όπως πολλοί άνεργοι και άνεργες, έχει υιοθετήσει μια ενοχική συμπεριφορά θεωρώντας ότι «για την ανεργία της ευθύνεται η ίδια».
Η βεβαρημένη ψυχολογική κατάσταση οδηγεί σταδιακά σε απόσταση από την αγορά εργασίας, σε άγνοια των εξελίξεων, των νέων τεχνικών και των δεξιοτήτων που απαιτούνται για την αναζήτηση εργασίας, ή στην ενδεχόμενη αλλαγή του επαγγελματικού προσανατολισμού.
Είναι προφανές ότι εκτός από τα μέτρα για την αναπτυξιακή και την οικονομική ανάκαμψη που πρέπει επιτέλους να υιοθετήσουμε ως χώρα, οργανώνοντας ένα Εθνικό Αναπτυξιακό Σχέδιο στα δικά μας «μέτρα» και με βάση τις δικές μας προτεραιότητες, απαιτείται σειρά άμεσων, επιπρόσθετων μέτρων κοινωνικής πολίτικης με στόχο την υποστήριξη, συμβουλευτική και καθοδήγηση των 1,7 εκατομμυρίων ανέργων μας.
Απαραίτητο βήμα, η συναισθηματική και ψυχολογική υποστήριξη -όσο το δυνατόν γρηγορότερα- αυτών που χάνουν την εργασία τους, για την αποτροπή ακραίων συμπεριφορών και την αντιμετώπιση του θυμού, της απελπισίας, της απόγνωσης, τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για το περιβάλλον του.
Επόμενο βήμα, η συμβουλευτική και η καθοδήγησή τους με στόχο την αξιοποίηση των προσόντων τους, ή την επανεκπαίδευσή τους σε άλλα πεδία, επαναπροσδιορίζοντας εκ νέου την επαγγελματική τους πορεία με βάση τις ανάγκες τους ως προς και τις νέες ευκαιρίες στην αγορά εργασίας.
Κομβικό σημείο αποτελεί η κατάλληλη και αξιόπιστη πληροφόρηση για τις τεχνικές και τις δεξιότητες που απαιτούνται στην αναζήτηση εργασίας σήμερα, με στόχο την επαγγελματική επανασύνδεση και ένταξη ή επανένταξη των ατόμων.
Η ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού, ο προσανατολισμός σε νέους τομείς όπως η τεχνολογία, η καινοτομία, το διαδίκτυο και η αξιοποίηση στο μέγιστο βαθμό της «δεξαμενής των γυναικών» μπορούν να αποτελέσουν μοχλό στη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη που απεγνωσμένα αναζητούμε και στη δημιουργία νέων θέων εργασίας.
Όσο κοινότυπο και αν ακούγεται, η ανεργία αφορά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους νέους, μεγαλύτερους, άνδρες και γυναίκες με ψυχή, αδυναμίες, επιθυμίες, ανάγκες, ελπίδες και όνειρα.