Την ώρα που ελπίζουμε να δούμε το τέλος της ανείπωτης τραγωδίας που έκαψε εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα, δασικές εκτάσεις και περιουσίες, η αναζωπύρωση του κορωνοϊού έρχεται να μας θυμίσει ότι επιστρέφουμε στην κανονικότητα μιας πανδημίας από την οποία νομίζαμε ότι είχαμε ξεφύγει. Μια αναζωπύρωση ακόμα πιο επικίνδυνη γιατί μπορεί να καίει μέσα μας χωρίς να την καταλαβαίνουμε και γιατί δεν υπάρχουν ούτε επίγειες, ούτε εναέριες, ούτε δυνάμεις άλλων χωρών για να μας τη σβήσουν. Υπάρχει μόνο το εμβόλιο.
Απ΄ ό,τι φαίνεται από τα μέχρι σήμερα στοιχεία, λιγότερο από το 60% των πολιτών αυτής της χώρας έχουν κάνει έστω και την πρώτη δόση. Ακόμα κι αν υπολογίσει κανείς και αυτούς που νόσησαν, που δεν ξέρεις πότε, πόσο και πόσοι νόσησαν, το τείχος της ανοσίας φαίνεται μακρινό όνειρο. Δεν είναι τυχαίο ότι τις τελευταίες μέρες ο αριθμός των κρουσμάτων θυμίζει άλλες περιόδους και, το κυριότερο, ο αριθμός των διασωληνωμένων στις ΜΕΘ πήρε ξανά την μακάβρια ανηφόρα.
Το θέμα είναι κατά πόσο η δημοκρατική πολιτεία θα συνεχίσει να παρακολουθεί παθητικά τις αυθαίρετες και προκλητικές συμπεριφορές των «κινημάτων των αρνητών» που στο όνομα των ατομικών τους δήθεν δικαιωμάτων θέτουν σε κίνδυνο την υγεία, τη δουλειά και τη ζωή των άλλων. Στην ουσία, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία των ημερών, πρόκειται για ομάδες εμπρηστών που βάζουν ατιμώρητα φωτιά στην κοινωνία, στην οικονομία και στη χώρα.
Οι αρνητές του κορωνοϊού δεν είναι ένα μεμονωμένο κίνημα «ψεκασμένων». Είναι τμήμα ενός δυναμικού παγκόσμιου, αντισυστημικού δήθεν, κινήματος που συσπειρώνει τους σκοταδιστές και τους αρνητές κάθε έννοιας προόδου. Οι πολιτικές δυνάμεις κάνουν μεγάλο λάθος να κλείνουν το μάτι σε τέτοια κινήματα αποβλέποντας σε εκλογικά οφέλη. Θα βρεθούν σύντομα και οι ίδιες, όσες δεν βρίσκονται ήδη, απέναντι στη «λαϊκή οργή των «αγανακτισμένων» που στην ουσία απειλούν τη λειτουργία και τους θεσμούς της Δημοκρατίας. Κάθε καθυστέρηση στη λήψη αποφασιστικών μέτρων μπορεί να αποβεί μοιραία για το μέλλον όλων.