Τα τελευταία χρόνια και μετά την κυβερνητική εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, έχει ξεκινήσει μια συζήτηση και στην Ελλάδα, για το μέλλον και τις προοπτικές της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη στις νέες συνθήκες. Συνθήκες, που ελάχιστη σχέση έχουν με αυτές του προηγούμενου αιώνα, όπου και είχε αναπτυχθεί η σοσιαλδημοκρατία ως ηγεμονική πολιτική και δρώσα δύναμη.
Όσο όμως και αν συνέβαλε σημαντικά η σοσιαλδημοκρατία στην διαμόρφωση των θεσμών της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας, όλοι πλέον αντιλαμβάνονται ότι είναι εξαιρετικά περιοριστική και αλυσιτελής η ανάγκη αποκλειστικής υποστήριξή τους από κάποια, την όποια, πολιτική παράταξη… Αντιλαμβανόμαστε την, σε κάποιο πλέον βαθμό, αυθύπαρκτη αυτό υποστήριξη αυτών των ίδιων των θεσμών.
Υπ? αυτή την έννοια η σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη, της μετα-κορωνοϊό εποχής, δεν μπορεί να υπάρξει με όρους παράδοσης και πολύ περισσότερο παρελθόντος. Σε μια εποχή που σχεδόν υπάρχει πλέον ομοφωνία για Ισοσκελισμένους Προϋπολογισμούς, για Άμεσες Ξένες Επενδύσεις χωρίς εμπόδια εισόδου, για Ιδιωτικοποιήσεις, για Δικαιώματα ιδιοκτησίας κλπ.
Απαιτείται σύγχρονος προγραμματικός λόγος, ο οποίος θα εκπροσωπεί τις ανάγκες για δημοκρατική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, υποστηρίζοντας τους κοινωνικά ασθενέστερους και ενσωματώνοντας στη δράση της τα θέματα που αφορούν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Στη προοπτική αυτή το μέτωπο προς τους κάθε λογής δημαγωγούς (δεξιούς και αριστερούς) δεν μπορεί παρά να είναι ανοιχτό.
Σε αυτή την συζήτηση “πρέπει” ή καλύτερα “μπορεί” να αποκλειστεί ο ΣΥΡΙΖΑ;
Προφανώς στη συζήτηση αυτή δεν έχουμε παρθενογένεση… Με σημαντικά επιχειρήματα, τα τελευταία χρόνια (ιδιαιτέρως στο τέλος της διακυβέρνησης του ΣυΡιΖα), έχουν αρθρογραφήσει πολλοί/ες πολιτικοί (π.χ. Βενιζέλος Ε., Διαμαντοπούλου Α., Μπίστης Ν.) διανοούμενοι και πανεπιστημιακοί (Μαραντζίδη, Μοσχονάς, Μουζέλης, Παγουλάτος, Σωτηρέλης, Σιακαντάρης κλπ) στελέχη της ευρύτερης κεντροαριστεράς, ανεξαρτήτως κομματικών επιλογών και με ενδιαφέρουσες απόψεις, πολλο/ες δημοσιογράφοι…
Στην πλειονότητά τους κατέγραφαν την άποψή τους, από τη σκοπιά μιας θετικής προοπτικής ανασυγκρότησης του λόγου και της δράσης του πολιτικού χώρου που εκφράζει αυτό που ιστορικά προσδιορίστηκε στην Ευρώπη ως σοσιαλδημοκρατία.
Προφανώς και στη συζήτηση αυτή συμμετέχουν και πολίτες – στελέχη, κατά το παρελθόν, του συγκεκριμένου χώρου, που θεωρούν ότι έκλεισε ο κύκλος της ιστορικής του συμβολής και αρκεί μια συλλογικότητα έκφρασης απόψεων του φιλελεύθερου κέντρου για το παρόν και το μέλλον των σχετικών ευρωπαϊστικών δυνάμεων…
Δεν είναι σπάνιο στην μάχη των ιδεών και της πολιτικής, οι περισσότεροι από τους πραναφερόμενους, παρά το ότι σε πολλά μέχρι πριν λίγα χρόνια να ήταν συνοδοιπόροι, για τις εκτιμήσεις οργάνωσης του παρόντος και του μέλλοντος, να διαφωνούν.
Διαφωνίες με ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις και επί μέρους αλήθειες, που συνυπάρχουν και αλληλοσυγκρούονται. Με αβεβαιότητες, αμηχανίες και πολλά κενά. Γιατί είναι προφανές η “αξιωματική τελεολογία” και μάλιστα στη παρούσα συγκυρία Ευρώπης αλλά και Ελλάδας, είναι όχι απλώς μεθοδολογικά προβληματική αλλά και ιστορικά ακατανόητη.
Βέβαια από το επίπεδο αυτής της αντιπαράθεσης μέχρι εκεί, που φαίνεται να ξεπερνά την διαφορά απόψεων και αποκτά στοιχεία ερμηνείας προθέσεων και σκοπιμοτήτων, όπως πολλές φορές βλέπουμε από τους “εισαγγελιστές” του διαδικτύου, στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης ιδιαιτέρως και από τους “νέο-γενίτσαρους” της ηγεμονίας της Μητσοτακικής Ν.Δ., υπάρχει μεγάλη απόσταση και διαφορά.
Γνωρίζουμε ότι στη συζήτηση αυτή, δεν μπορεί να συμβάλλει μια επιχείρηση ανασύστασης της σοσιαλδημοκρατίας του παρελθόντος με παλιομοδίτικα στοιχεία δράσης και συγκρότησης, όπως αυτά του προηγούμενου αιώνα. Όχι μόνον γιατί ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, με τα χαρακτηριστικά που ανέπτυξε στον 20ό αιώνα, πεθαίνει, αλλά γιατί δεν πρόκειται να συγκινήσει αυτά τα κοινωνικά στρώματα που θέλει και πρέπει να εκπροσωπήσει, μιας και αυτά όλο και περισσότερο προσδιορίζονται από δυναμικά στοιχεία προοδευτικού φιλελευθερισμού.
Το ερώτημα για τις ελληνικές πολιτικές δυνάμεις, λοιπόν, που αβίαστα προκύπτει και υπερβαίνει και το ΚινΑλ αλλά και δυνάμεις στον ΣυΡιΖα και τον προσανατολισμό τους, είναι: ο δρόμος τον οποίο προκρίνουν να πορευτεί η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
Γιατί κακά τα ψέματα, αλλά στην Ελλάδα η σοσιαλδημοκρατία δεν είχε ποτέ αυθεντικό και ικανό φορέα έκφρασής της…
Βιώσαμε την μονοπώλησή έκφρασής της, κάποιες στιγμές, από το χώρο του ΠαΣοΚ, με σημαντικές και αξιόπιστες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις στο εσωτερικό του, ενώ στις πρώτες δυο δεκαετίες της ζωής του όχι μόνο δεν αναφερόταν σε αυτήν αλλά το κυρίαρχο κομμάτι του ανέπτυσσε θεωρητική και ιδεολογική αντιπαράθεση προς αυτήν. Τελευταία ακούμε για προσπάθειες “σοσιαλδημοκρατικοποίησης”(;) του ΣυΡιΖα και εντοπίζουμε δυναμικές αντιπαραθέσεις, επ?αυτού, στο εσωτερικό του με επικράτηση, μέχρι στιγμής, των πολέμιων αυτής της προοπτικής. Είναι όμως αλήθεια ότι, όπως έχει καταγραφεί, το DNA της σοσιαλδημοκρατίας είχε σφραγίσει το λόγο και την πορεία του ευρύτερου χώρου της Ανανεωτικής αριστεράς στην Ελλάδα.
Εδώ λοιπόν είναι "Βαλκάνια". Ούτε το ΠΑΣΟΚ είχε καταφέρει να "σοσιαλοδημοκρατικοποιηθεί", παρά τα βήματα και τις προσπάθειες που έγιναν, ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται ότι μπορεί να πορευθεί προς σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση.
Και στις δυο περιπτώσεις το κόστος "εκπαίδευσης" και προσαρμογής των στελεχών και κεντρικών εκπροσώπων τους, ιδιαιτέρως στο τομέα της Οικονομίας, καταγράφηκε (για όσους παρακολουθούν τα μάκρο αλλά και μίκρο οικονομικά μεγέθη) ως πολύ δύσκολο και η αφομοίωση των ιδεών υπονομευμένη από την δυναμική των πελατειακών σχέσεων.
Προφανώς δεν πρέπει να ξεχαστεί η συγκυβέρνηση κάποια στιγμή με τη Ν.Δ. του κου Σαμαρά ούτε και αυτή με τον κο Καμένο, με τις όποιες διαφορές ο καθείς/μια μπορεί να αναδείξει… Αλλά δεν θα σφραγίσουν αυτά τα θέματα το όποιο μέλλον, μιας και θα κριθούν εν τέλει από την ίδια την ιστορία.
Βέβαια οι συνθήκες της δεκαετίας του 80 διαφέρουν κατά πολύ από τις παρούσες συνθήκες. Όπως και οι συνθήκες προ-Κορωνοϊό με τις μετά αυτόν...
Το θέμα που τίθεται και δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη δημόσια συζήτηση στη χώρα μας, είναι οι προοπτικές και οι ανάγκες επικοινωνίας και προγραμματικής ώσμωσης των δυνάμεων του εκσυγχρονιστικού φιλελεύθερου ευρωπαϊσμού στην Ελλάδα, που αφορούν και δυνάμεις στην κεντροαριστερά όπως και υπαρκτές αντίστοιχες εντός της ριζοσπαστικής ευρωπαϊκής αριστεράς.
Διακριτά και καθαρά…
Αντιλαμβανόμαστε ότι το θέμα υπάρχει, δεν μπορεί να κλειστεί στα εθνικά όρια και δεν το δημιούργησε κανένας Μουζέλης, Μαρατζίδης, Μοσχονάς, Σωτηρέλης και άλλοι λιγότερο ή περισσότερο αξιόλογοι επιστήμονες ή δημοσιολογούντες...
Επιστήμονες, φορείς τεχνοπολιτικής κουλτούρας και δράσης ασχολούνται εδώ και δεκαετίες. Ανεξαρτήτως πολικών συγκυριών, επιχειρώντας πάντα να τις λαμβάνουν υπόψη... Όχι ως αντικείμενο πολιτικού "εμπειρισμού". Ιδιαιτέρως από τη δεκαετία του 90, με αιχμή και τη δράση του ΟΠΕΚ (Ομίλου Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό).
Ένα θέμα που απασχολεί και διαμορφώνει προσανατολισμούς, σε ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο...
Δεν εξαρτάται μόνο από το τι γίνεται στα εθνικά μας όρια. Η παγκοσμιοποίηση είναι μια πραγματικότητα που δεν έχει επιστροφή… Έχει προσπάθειες επιτυχημένης ή μη προσαρμογής… Αφορά στις προσπάθειες δημοκρατικής διακυβέρνησής της...