Η ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς είναι ένα θέμα πάντα επίκαιρο, ειδικά μεταξύ όσων αυτοαναγνωρίζονται ως κεντροαριστεροί. Στη Ελλάδα σήμερα υπάρχει, όμως, μια επιτακτική ανάγκη να ανοίξουμε το διάλογο πάνω στο θέμα αυτό. Καταρχήν γιατί μετά το ιδεολογικό και προγραμματικό εγχείρημα του εκσυγχρονισμού, η Κεντροαριστερά πορεύεται χωρίς σαφές πρόταγμα, για να μην πω χωρίς κανένα πρόταγμα, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που εκ των πραγμάτων έγινε προτεραιότητα η αποφυγή χρεοκοπίας της χώρας.
Εκ των υστέρων, δε, μπορούμε να πούμε ότι μέρος των δυνάμεων του κεντροαριστερού χώρου έμοιαζαν να μη θέλουν ή να μη μπορούν να καταλάβουν το μέγεθος του προβλήματος για πολύ καιρό, ακόμη και όταν δηλαδή η γυμνή αλήθεια για τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας έγινε γνωστή σε όλο τον πλανήτη. Σήμερα, δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η συζήτηση μοιάζει αναπόφευκτη, καθώς η συγκυρία αναπροσαρμόζει σχεδόν με βίαιο τρόπο, τόσο τις ταυτότητες όσο και τις στρατηγικές όλων των χώρων του πολιτικού φάσματος.
Δύο είναι grosso modo οι προοπτικές που υπάρχουν. Η μία είναι να περιορίσουμε τη συζήτηση στο αν πρέπει να συνεργαστεί το ΠΑΣΟΚ με τη ΔΗΜΑΡ και με ποιούς όρους. Η δεύτερη είναι να ανοίξουμε τη συζήτηση δημιουργίας ενός ευρύτερου μεταρρυθμιστικού πόλου, όπου το εκκρεμές δε θα σταθεί στη συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ. Θα θεωρήσει τη συμπόρευση αυτή δεδομένη για όσους θέλουν και μπορούν -η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας άλλωστε δεν αφήνει ιδιαίτερο χώρο διαφοροποίησης- και θα ανοίξει το θέμα συνεργασίας σοσιαλδημοκρατών και φιλελευθέρων, δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα σε νέες πολιτικές πρωτοβουλίες να ακουστούν και να συζητήσουν ισότιμα.
Ελπίζοντας ότι δε θα σας απογοητεύσω, θα υποστηρίξω τη δεύτερη προοπτική ως τη μόνη που εγγυάται ότι η Κεντροαριστερά ως σύνολο σε λίγα χρόνια δε θα είναι μια συρρικνωμένη, γραφική δύναμη, που θα αγωνίζεται μεταξύ μιας λαϊκιστικής Αριστεράς της διαμαρτυρίας από τη μία, και μιας εθνικιστικής, συντηρητικής Δεξιάς από την άλλη. Ας είμαστε ρεαλιστές, το μπόλιασμα δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ με δυνάμεις της ευρωπαϊκής, ανανεωτικής αριστεράς ήταν ένα θέμα που επιτυχώς έφερε στην αντζέντα το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα το 1996. Και ανέδειξε νέες αντιλήψεις, κοινές προτεραιότητες και στελέχη, παρά το ότι αυτό δεν αποτυπώθηκε με κεντρική κυβερνητική συνεργασία. Τότε ήταν ένα θέμα επίκαιρο. Αν θέλουμε να πούμε ότι έχουμε καταλάβει σήμερα την πολυπλοκότητα του προβλήματος –εθνικού και ευρωπαϊκού – η συναντίληψη σε μια σειρά θεμάτων μεταξύ ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη και να αναζητηθούν νέοι σύμμαχοι. Δεν είναι πια αυτή η συζήτηση επίκαιρη, είναι αναχρονιστική και εν μέρει υποκριτική.
Αν η ευρωπαϊκή και η ελληνική κρίση μας έδοσε ένα μάθημα μέχρι στιγμής, αυτό είναι ότι οι λύσεις στο παγκόσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον δε δίνονται σε επίπεδο έθνους-κράτους και ότι η γνωστή στην Κεντροαριστερά συνταγή του κρατισμού δεν παρέχει πλέον βέβαιες λύσεις. Η σύγχρονη Κεντροαριστερά πρέπει να δείξει σοβαρότητα και ρεαλισμό στην κατανόηση των συνθηκών που δημιουργούν την ανάγκη για ένα νέο παγκόσμιο κοινωνικό συμβόλαιο.
Στο συμβόλαιο αυτό η συμβολή των φιλελεύθερων είναι ζωτικής σημασίας, όπως και για τους φιλελεύθερους αντίστοιχα είναι η συμβολή των σοσιαλδημοκρατών. Οι μεν φιλελεύθεροι διαθέτουν την εμπειρία σε θέματα αγορών, κίνησης κεφαλαίου, ανοίγματος της οικονομίας. Οι δε σοσιαλδημοκράτες μπορούν να εγγυηθούν την αναδιανομή του πλούτου κατά τρόπο που θα προστατεύει τους αδύναμους, τη λειτουργία του κοινωνικού κράτους, τον περιορισμό των ανισοτήτων. Και οι δύο πλευρές έχουν, άλλωστε, κοινές ευαισθησίες και μέτωπα ενάντια στον εθνικισμό, στο ρατσισμό, στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το θρησκευτικό φανατισμό.
Η όσμωση αυτή δε θα γίνει από τη μία μέρα στην άλλη. Κάθε πλευρά πρέπει να επιμείνει στα δυνατά της σημεία και να αναγνωρίσει στην άλλη πού διαθέτει υπεροχή. Μια τέτοια δημιουργική συμμαχία φυσικά δε μπορεί να πετύχει αν ο καθένας μπαίνει στην κουβέντα με γνώμονα «πόσες ψήφους διαθέτω», «ποιές ιστορικές ταυτότητες προασπίζομαι», «ποιές εκλογικές πελατείες θέλω να διατηρήσω». Γνώμονας πρέπει να είναι η συγκρότηση ενός πόλου που θα διεμβολίσει τη Δεξιά δεξιότερα και θα φέρει κοντά της ό,τι προοδευτικό μπορεί να στηρίξει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας.
Σε ό,τι ειδικά αφορά την Κεντροαριστερά, είναι μάλλον η ώρα να δείξει έμπρακτα ότι δε μπορεί πια να διεξάγει δημόσιο διάλογο και προεκλογικές συμμαχίες με τους όρους μιας μετα-κομμουνιστικής αριστερής νοοτροπίας που αντλεί νομιμοποίηση από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, τον αντιδικτατορικό αγώνα κ.ο.κ. Η μνήμη του παρελθόντος λειτούργησε επιτυχημένα ως συγκολλητική ουσία σε συνθήκες ευημερίας ή προσδοκίας κοινωνικής ανόδου. Κρίνοντας από τις προτεραιότητες και τα προβλήματα επιβίωσης που διακρίνουν πλέον τη δική μου γενιά, η ρητορική και η νοοτροπία μιας σειράς στελεχών της λεγόμενης γενιάς του Πολυτεχνείου, μοιάζει δυστυχώς εκτός εποχής.
Τέλος, η συγκρότηση ενός προοδευτικού, μεταρρυθμιστικού πόλου πρέπει να θέσει ως προτεραιότητα την ενεργό και ουσιαστική συμμετοχή της νέας γενιάς. Υπάρχει σήμερα στην κοινωνία ένα μεγάλο μέρος νέων ανθρώπων μορφωμένων, δημιουργικών, παραγωγικών, με διεθνείς προσλαμβάνουσες παραστάσεις. Που απεχθάνεται τις καταστροφές και τη στείρα διαμαρτυρία, που πνίγεται στην ιδέα συμμετοχής στους αναχρονιστικούς κομματικούς σωλήνες, που αγωνιά βλέποντας το βιοτικό της επίπεδο να πέφτει απότομα με τα νέα δεδομένα της κρίσης. Μεγάλο τμήμα της απέχει από τις εκλογές, όχι επειδή δεν ενδιαφέρεται ή επειδή εμφορείται από αντισυστημισμό, αλλά επειδή δε μπορεί να εμπιστευτεί το παλαιό πολιτικό προσωπικό, ενώ οι ικανότεροι και πιο κινητικοί νέοι βλέπουν τη μετανάστευση ως μόνη διέξοδο. Κι όμως είναι οι νέοι που χρειάζεται να μείνουν, να παλέψουν και να διεκδικήσουν προκειμένου να αλλάξουν οι συνθήκες και οι κυρίαρχες αντιλήψεις.
Με αυτό το σκεπτικό, μια ομάδα νέων επιστημόνων δημιουργήσαμε μια νέα πολιτική κοινότητα με την ονομασία Μπροστά, που φιλοδοξεί να πάρει θέση στο δημόσιο λόγο, να εκφράσει τις αγωνίες της γενιάς μας, αλλά και λύσεις μέσα από την εμπειρία και την τεχνογνωσία που ο καθένας από εμάς έχει αποκτήσει. Την ημέρα ψήφισης της δανειακής σύμβασης υπογράψαμε ένα κείμενο όπου εν πολλοίς περιγράψαμε τους λόγους για τους οποίους θεωρούμε ότι η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στο ευρώ και να παλέψει για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, του κράτους, του πολιτικού συστήματος, έχοντας συναίσθηση των δυσκολιών που το νέο μνημόνιο επιφυλλάσσει για τη γενιά μας.
Για όλους εσάς βέβαια που προέρχεστε από τα μεγάλα κόμματα, οι 500 υπογραφές που συγκεντρώσαμε φαίνονται λίγες. Σε εμάς όμως έδοσαν το κίνητρο για να μπούμε σε αυτή την ενδιαφέρουσα πολιτική περιπέτεια. Χωρίς να μπορούμε με βεβαιότητα να σας πούμε πού θα οδηγήσει και πώς θα εξελιχθεί, σας καλούμε να μας ακούσετε. Νομίζουμε ότι αξίζει τον κόπο.
.
H Λαμπρινή Ρόρη είναι υποψήφια διδ. πολιτικής επιστήμης.
.
Το κείμενο αυτό ήταν εισήγηση στην εκδήλωση για την Κεντροαριστερά που οργάνωσε η «Πολιτεία 2012» την Πέμπτη, 29 Μαρτίου 2012