Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής πολιτικής τα τελευταία χρόνια. Έχοντας ως βασική αρχή την ανάπτυξη σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος, η Ε.Ε. προώθησε την πράσινη ανάπτυξη, η οποία, πλέον, για πολλές χώρες αποτελεί βασική προτεραιότητα. Η Ελλάδα, με το μοναδικό φυσικό περιβάλλον και τους πλούσιους φυσικούς πόρους, δεν κατάφερε να αξιοποιήσει στο έπακρο τις δυνατότητές της, όπως π.χ. την ηλιακή και την αιολική ενέργεια, ως κύριο ενεργειακό πόρο της χώρας.
Η Ε.Ε., ταυτόχρονα, επενδύει συστηματικά και δυναμικά στη γαλάζια οικονομία και η Ελλάδα έχει μια σημαντική ευκαιρία, την οποία οφείλει να αξιοποιήσει. Η στρατηγική αυτή, με ορίζοντα το 2020, αναγνωρίζει τον καταλυτικό ρόλο του θαλάσσιου τομέα στη βιώσιμη ανάπτυξη, αντιπροσωπεύοντας 5,4 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και οικονομικό όφελος που αγγίζει τα 500 δισ. ευρώ τον χρόνο, με προοπτική περαιτέρω αύξησης και ενίσχυσης. Πιο συγκεκριμένα, η γαλάζια οικονομία στοχεύει σε τομείς όπως: υδατοκαλλιέργεια, παράκτιος και θαλάσσιος τουρισμός, γαλάζια βιοτεχνολογία, ωκεάνια ενέργεια, εκμετάλλευση κοιτασμάτων του θαλάσσιου βυθού.
Συνεπώς γίνεται αντιληπτό ότι για την Ελλάδα, με την ατέλειωτη ακτογραμμή και τον θαλάσσιο πλούτο, παρουσιάζεται μία εξαιρετική δυνατότητα να πρωταγωνιστήσει στους περισσότερους από τους παραπάνω τομείς. Αρκεί να αναφέρουμε ότι στην Ελλάδα ο γαλάζιος τουρισμός αφορά 98.000 θέσεις εργασίας, αποφέροντας περίπου 8 δισ. ευρώ οικονομικό όφελος, ενώ, αντίστοιχα, οι θαλάσσιες μεταφορές 50.000 θέσεις εργασίας και 12 δισ. ευρώ όφελος. Συγκριτικά, στη γειτονική μας Ιταλία οι θαλάσσιες μεταφορές, κατεξοχήν προνομιακός τομέας της Ελλάδας, παρουσιάζουν καλύτερους δείκτες: 85.000 θέσεις εργασίας και οικονομικό όφελος που αγγίζει τα 19 δισ. ευρώ ετησίως.
Είναι η ώρα να αφυπνιστούμε και να επαναπροσδιορίσουμε τους στόχους μας. Τη δεδομένη χρονική συγκυρία, που αναζητούμε το εθνικό στρατηγικό σχέδιο για την έξοδο από την κρίση, η θαλάσσια επιχειρηματικότητα και καινοτομία αποτελεί το αδιαμφισβήτητο συγκριτικό πλεονέκτημά μας.
Ιστορικά, η ναυτιλία αποτελεί την αιχμή του δόρατος της ελληνικής οικονομίας, επομένως είναι απαραίτητη η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο μέσω της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, νέων συμμαχιών και συνεργασιών. Αυτό όμως σημαίνει πως πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις παθογένειες και τις αδυναμίες που εντοπίζονται στη χώρα μας με την αναβάθμιση και την ενίσχυση της ναυτικής εκπαίδευσης, αλλά και με την καθολική αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, χωρίς διακρίσεις φύλου.
Η ναυτιλία απαιτεί υψηλά κριτήρια-πρότυπα στην εκπαίδευση και στην εξειδίκευση του προσωπικού, συνεπώς είναι αυτονόητη η ανάγκη εκσυγχρονισμού των ναυτικών και ναυτιλιακών σχολών σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, η ανανέωση του εκπαιδευτικού εξοπλισμού, καθώς και η συνεχής επιμόρφωση του προσωπικού, υπερβαίνοντας στερεότυπα και αναχρονιστικές αντιλήψεις.
Οι γυναίκες αποτελούν σημαντικό ανθρώπινο πόρο που μένει ανεκμετάλλευτος και στα θαλάσσια επαγγέλματα, παρ’ ότι πλέον έχει αυξηθεί η συμμετοχή τους στις ναυτικές σπουδές. Οι νέοι και οι γυναίκες είναι ο κρίσιμος σύνδεσμος στην ενδυνάμωση της γαλάζιας οικονομίας και στη χώρα μας. Άρα η ανάδειξη των γαλάζιων επαγγελμάτων, η αναβάθμιση των σπουδών και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αποτελούν τον κύριο στόχο για την ανταγωνιστικότητα των μεταφορών στην Ελλάδα, στοχεύοντας πάντα στη βιώσιμη ανάπτυξη.
Η θαλάσσια επιχειρηματικότητα, με την ευρύτητα του όρου και τους διαφορετικούς τομείς τους οποίους εμπεριέχει, είναι η στρατηγική λύση που αναζητούμε. Η ανάπτυξη έρχεται από το μπλε της θάλασσάς μας.