Η χρονιά που λήγει η θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας και πρέπει να επανεκλεγεί ο ίδιος ή ο διάδοχός του έχει εξελιχθεί σε «δίσεκτο έτος» για τη σταθερότητα της κυβέρνησης που βρίσκεται στην εξουσία εκείνη την περίοδο και κατ’ επέκταση και της χώρας. Οπως, δηλαδή, κάθε τέσσερα χρόνια εμφανίζεται το δίσεκτο έτος και προστίθεται μία ημέρα στον Φεβρουάριο, ανά πενταετία και με ευκαιρία την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας δίνεται η δυνατότητα στην αντιπολίτευση να οδηγήσει τη χώρα σε αναγκαστικές εκλογές.
Είτε υπάρχει ουσιαστικός λόγος είτε όχι, κυρίως όμως γιατί στην Ελλάδα το εκάστοτε κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αισθάνεται την υποχρέωση να λέει «όχι» σε όλα.
Αυτή είναι η παραδοσιακή πρακτική, αυτό περιμένουν οι πολίτες, με αυτόν τον τρόπο θεωρεί ότι θα φτάσει κάποια στιγμή στην εξουσία και έτσι πιστεύει το εκάστοτε κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι πρέπει να συμπεριφέρεται κατά τη διαδικασία της εκλογής του αρχηγού του κράτους.
Είναι σαφές ότι ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αποτελούσε εξαίρεση. Ολο «το παιχνίδι» του γύρω από το δημοψήφισμα για τη Μικρή ΔΕΗ αποσκοπεί στο μπλοκάρισμα της εκλογής Προέδρου από τη σημερινή Βουλή. Πρόκειται για πρόβα συσπείρωσης άνω των 120 βουλευτών της αντιπολίτευσης για να πουν «όχι» σε όποιον προτείνει η κυβέρνηση για διάδοχο του Κάρολου Παπούλια, αδιαφορώντας για τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Με την ίδια λογική ουσιαστικά λειτουργεί και η κυβέρνηση, προσπαθώντας να εξασφαλίσει τις απαραίτητες 180 ψήφους, δίχως να κάνει γνωστή την προσωπικότητα που θα προτείνει.
Είναι σαφές ότι με αυτήν τη νοοτροπία απαξιώνεται τελείως ως θεσμός ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που τυγχάνει να είναι ο αρχηγός του κράτους, έστω και με περιορισμένες αρμοδιότητες. Η πολιτική τάξη έχει καταφέρει να υποβιβάσει την εκλογή του σε κομματικό παιχνίδι πλέον, ενώ το πνεύμα του Συντάγματος είναι η διαμόρφωση μιας ευρείας πλειοψηφίας που θα τον εκλέγει.
Ωστόσο, λόγω της συμπεριφοράς της ελληνικής πολιτικής τάξης, το Σύνταγμα απέκτησε μία αναπηρία. Γιατί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε αυξημένες αρμοδιότητες σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1975, που προέβλεπε να εκλέγεται από τα δύο τρίτα (200 ψήφους) στην πρώτη ψηφοφορία ή από τα τρία πέμπτα (180 ψήφους) της Βουλής στη δεύτερη και την τρίτη, πριν από την αναγκαστική διενέργεια εκλογών, αν αυτό δεν ήταν κατορθωτό.
Οταν, όμως, με πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ αφαιρέθηκαν οι αυξημένες αρμοδιότητες με την αναθεώρηση του 1986, κανείς δεν σκέφτηκε να αλλάξει τη διαδικασία, μετατρέποντας την απαραίτητη πλειοψηφία των τριών πέμπτων στην τρίτη ψηφοφορία σε απλή πλειοψηφία 151 ψήφων, αφού από τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απλώς… προεδρεύει. Ωστε να μην αναγκάζεται η χώρα να πηγαίνει σε εθνικές εκλογές και να κλυδωνίζεται η σταθερότητα λόγω κομματικών παιχνιδιών.