Η Δικαιοσύνη ως θεσμός ή ως μύθος είναι το δεύτερο συστατικό της λειτουργίας ενός κράτους. Είναι μια εξουσία πανίσχυρη , ειρηνική και βίαιη. Εμπεριέχει την ελπίδα και την τιμωρία. Είναι κανόνες συμπεριφοράς αμφίδρομοι για όσους προστρέχουν ή σύρονται Ενώπιον της . Είναι αλήθεια ότι παρά την θεική ή μυθική ή θεσμοθετημένη εξουσία της υπέκυψε στα κελεύσματα των καιρών και μετατράπηκε πολλές φορές σε μια άδικη υπηρέτρια των εκάστοτε κρατούντων. Το πολυπρόσωπο αυτό όργανο εξουσίας αποτελείται από αγνούς ήρωες , μέτρια ανθρωπάκια και αδίστακτους εκμεταλλευτές καταστάσεων. Παρόλα αυτά οι άνθρωποι πιστεύουν στην Δικαιοσύνη , δοξάζουν τις τάξεις της με Δίκαιους, και είναι η δύναμή της και η ελπίδα μας διαχρονικά.
Στην Ελλάδα των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης στοχοποιήθηκε ως θεσμός επιβραδυντικός της οικονομικής ανάπτυξης . Η Τυφλότητά της αποτέλεσε λόγο βραδυπορίας για τους «ανοιχτομάτιδες» και «υγιείς» τεχνοκράτες. Εχει βέβαια ένα σκοπό η «αναπηρία» αυτή, που οι λάτρεις της ηλεκτρονικής ζωής δεν μπορούν να καταλάβουν εξαιτίας της παράδοσης της «σκέψης» τους στο διαδύκτιο και την τεχνητή ζωή. Δεν «βλέπει» επειδή ακούει , δεν «βλέπει» επειδή αφουγκράζεται ζωντανούς ανθρώπους , δεν «βλέπει» επειδή σκέφτεται και αποφασίζει για ζωές.
Η Ελληνική Δικαιοσύνη αυτοπαγιδεύτηκε στην διαρκή κατηγορία της «αντιαναπτυξιακής βραδυπορίας της».
Απάντησε αμυνόμενη κατηγορώντας τους Νόμους που την επιβραδύνουν. Αρνήθηκε την ευθύνη της στην εφαρμογή των Νόμων και μετείχε στην άρνηση της «αναπηρίας» της. Θέλησε και αυτή «να γίνει η τυφλή που τρέχει». Ετσι σε παγκόσμια πρώτη η «τυφλή» αλλά «γρήγορη» Δικαιοσύνη πρωτοτύπησε με νέα νομοθετήματα που ναι μεν ευνοούσαν και έκαναν ευκολότερη την ζωή των λειτουργών της (π.χ. η πρωτοτυπία της κατάργησης εν της πράγμασι του εισηγητή στα Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας) αλλά την πτωχεύουν σε λόγους ύπαρξης προς μεγάλη χαρά των ανοιχτομάτιδων τεχνοκρατών της «διαφανούς ανάπτυξης».
Οι τεχνοκράτες ,οι συνοδοιπόροι τους Δικαστές(μερικοί) και Καθηγητές των Νομικών σχολών (που διαγωνίζονται μεταξύ τους στον δια της σιωπής βιασμό της νομικής επιστήμης) επέλεξαν να θυσιάσουν στον βωμό της ταχύτητας την «κραυγή» που τα ώτα της δικαιοσύνης είχαν υποχρέωση να ακούσουν . Η «κραυγή» ήταν οι Δικηγόροι, ένα σώμα που αποτελεί τον διαμεσολαβητή ανάμεσα στην Δικαιοσύνη και τον πολίτη. Επιλέχθηκαν (όχι για πρώτη φορά) ως οι υπεύθυνοι για την βραδυπορία της απονομής Δικαιοσύνης γιατί οι πράξεις τους στα πλαίσια της εργασίας τους προκαλούσαν φόρτο εργασίας στους Λειτουργούς της Δικαιοσύνης με αποτέλεσμα η «τυφλή» Δικαιοσύνη να στέκεται «ακίνητη». Οι Δικηγόροι θεωρούνται αναπόσπαστο κομμάτι του έργου απόδοσης Δικαιοσύνης . Στην Ελλάδα μη έχοντας εξουσία διαπραγμάτευσης ή αντίδρασης υποτιμούνται στο ρόλο «ατάλαντου θυρωρού» του έργου της Δικαιοσύνης. Επειδή δε οι Λειτουργοί της Δικαιοσύνης ως συλλογική οντότητα κρίνουν τον εαυτό τους με μεζούρα δικής τους επινόησης βάζουν στον εαυτό τους συλλογικά πολύ καλό βαθμό. Για τον λόγο αυτό στενάζουμε σήμερα κάτω από το βάρος π.χ. των Μονομελών Δικαστηρίων Κακουργημάτων (αδιανόητο ως σκέψη και από τα χειρότερα φασιστικά καθεστώτα ) , την εφεύρεση των πλειστηριασμών facebook ή των δεκάδων επιταχυντικών νομοθετημάτων που σκοπό έχουν να μετατρέψουν την Δικαιοσύνη σε ταχύ αθλητή τιμωρίας και συμμόρφωσης των νέων νόμων της αγοράς .
Εξετάζοντας την Δικαιοσύνη υπό το πρίσμα των νόμων της αγοράς σήμερα, πλην του θεσμικού της ρόλου ως πηγή εξουσίας, σαν επιχείρηση είναι υπερχρεωμένη. Γιατί δεν παράγει χρήμα για να διατηρηθεί «υγιής» και να το διανείμει στα μέλη της. Οι Δικαστές πληρώνονται με εξαιρετικά υψηλούς μισθούς, το υπόλοιπο βοηθητικό της προσωπικό με μέτριους μισθούς , τα λειτουργικά έξοδα (κτίρια και υλικό) απαιτούν και αυτά το μερτικό τους. Οι Δικηγόροι είναι οι μεσίτες της , οι αντιπρόσωποί της και η κινητήριος μηχανή που φέρνει τους πελάτες της/τους Ενώπιον της. Από τις πράξεις των δικηγόρων εξαρτάται η οικονομική της ευρωστία. Τα νομοθετήματα επιτάχυνσής της είναι δίκοπο μαχαίρι. Ο απλός περιπατητής των Δικαστικών μεγάρων διαπιστώνει ότι το μόνιμο προσωπικό των κτιρίων είναι περισσότερο από τους πελάτες πολίτες οι δε μεσίτες Δικηγόροι ελάχιστοι. Το αποτέλεσμα είναι ότι η Δικαιοσύνη δεν βγάζει τα λεφτά της για να συντηρηθεί. Κοστίζει δε ένα τεράστιο ποσό στον κρατικό προυπολογισμό.
Αναγνωρίζοντας το πρόβλημα μείωσης της πελατείας οι υγιείς τεχνοκράτες (που παριστάνουν τους νομοθέτες) αύξησαν το κόστος πρόσβασης του πολίτη στην Δικαιοσύνη , θεσμοθετώντας παράλληλα και εξευτελίζοντας συγχρόνως τον θεσμό του Δικηγόρου με φιλόπτωχες εφαρμογές του επαγγέλματός του δήθεν για την προάσπιση των συμφερόντων του πελάτη/πολίτη αυξάνοντας και τον προυπολογισμό της λόγω της ελεημοσύνης . Επειδή δε η Δικαιοσύνη έχει και μια ιεραρχία, ευκαιρίας δοθείσης οι ηλικιωμένοι σοφοί της εφεύραν και τρόπους απαλλαγής τους από την κοπιώδη πνευματική εργασία φορτώνοντάς την σε κατώτερους βαθμούς ώστε απερίσπαστοι να αφοσιωθούν στο έργο του προπονητή ταχύτητας της Δικαιοσύνης (η καθυστέρηση έκδοσης αποφάσεων στον Α.Π. πολλές φορές φτάνει το σύντομο χρονικό διάστημα των 14 μηνών για παράδειγμα) διατηρώντας δε την θέση αυτή και μετά την συνταξιοδότηση τους ώστε να μην χαθεί η πείρα και η εμπειρία (με την ανάλογη βέβαια αμοιβή).
Η τελευταία εφεύρεση είναι η νομοθέτηση της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης στην επίλυση των αστικών υποθέσεων. Είναι σίγουρο ότι μετά τις δηλώσεις του κκ Π.Πικραμένου (πρώην Προέδρου του Σ.τ.Ε. ,πρώην Πρωθυπουργού και νυν συμβούλου του Προέδρου της Ν.Δ.) ότι η υποχρεωτικότητα θα επιβληθεί και στις διοικητικές διαφορές, στα Δικαστήρια δηλ. που κύριος αντίδικος είναι το Δημόσιο με ότι αυτό συνεπάγεται για τον πολίτη.
Η διαμεσολάβηση ως θεσμός έχει σκοπό ύπαρξης . Σκοπός της δεν είναι βέβαια να υποκαθιστά την Δικαιοσύνη, ούτε να αποτελεί υποκατάστημά της. Σκοπός της είναι να επιλύει διαφορές κυρίως επιχειρηματικές με ανθρώπους ειδικευμένους σε αντικείμενα που απαιτούν γνώσεις που δεν είναι απαραίτητα νομικές .
Στην Ελλάδα την ανακαλύψαμε ως ΙΕΚ ,αρχικά μόνο για Δικηγόρους και αργότερα όπως σωστά έπρεπε διευρύνθηκε και σε άλλα επαγγέλματα. Μόνο που τα ΙΕΚ την πουλήσανε ως ελπίδα για εργασία σε σχεδόν ανέργους. Ετσι χιλιάδες επαγγελματίες έγιναν πτυχιούχοι διαμεσολαβητές . Οργανώθηκαν θεσμικά και συνδικαλιστικά με διάφορα σωματεία. Ως οργανωμένος μοχλός πίεσης για τα δικά τους συμφέροντα και με την προστασία σοφών συνταξιούχων και μετακλητών κρατικών υπαλλήλων πρώην και νυν αποφάσισαν να κάνουν την Ελλάδα τον παράδεισο της Διαμεσολάβησης μετατρέποντας τον θεσμό της σε κεντρικό υποκατάστημα του Ναού της Δικαιοσύνης (παγκόσμια πρώτη) . Η φράση «ιδιωτικοποίηση της Δικαιοσύνης» είναι ο ευγενικότερος χαρακτηρισμός και σωστά αποδόθηκε για το νομοθέτημα αυτό από τον κ. Πρόεδρο της ΕΔΕ, η δε αντίδρασή του ,όπως και των Δικηγορικών Συλλόγων θα καταλήξει μετά βεβαιότητας στην κάλαθο των αχρήστων όπως έγινε για το καλό της Πατρίδος και με τον ΚΠολΔ.
Ο ναζί «συνταγματολόγος» Καρλ Σμιτ στο βιβλίο του Πολιτική Θεολογία αποκαλεί τον Νομοθέτη αντικαταστάτη του Παντοδύναμου Θεού (σελ.65 εκδόσεις Κουκκίδα).
Αποδεχόμενοι λοιπόν το αξίωμα αυτό και λειτουργώντας υπό την σκέπη της Υποχρεωτικής Διαμεσολάβησης τίθενται τα εξής ερωτήματα:
- Οι περίπου 2.000 Δικαστές μέλη του σώματος της πολιτικής Δικαιοσύνης καθώς και το πολλαπλάσιο υπαλληλικό προσωπικό της έχουν λόγω ύπαρξης ή πρέπει να αδυνατήσουν το σώμα της ώστε με λιγότερα κιλά και έξοδα να τρέχει καλύτερα; Θα τους προστατεύσει άραγε η ισοβιότητα ή για λόγους υγείας του οικονομικού συστήματος θα μετατραπεί όπως και η ισόβια ποινή;
- Με την υπόθεση ότι η διαμεσολάβηση θα επεκταθεί και στην Διοικητική Δικαιοσύνη η οποία έχει ως λόγω ύπαρξης τις διαφορές μεταξύ πολίτη και διοίκησης ,ποιος ο ρόλος της χωρίς δραστική μείωση των λειτουργών της και του λοιπού προσωπικού για να «τρέχει» επίσης καλύτερα;
- Η σχολή Δικαστών θα συνεχίσει να υπάρχει για να παράγει ένα υψηλά αριθμητικά προσωπικό το οποίο δεν θα έχει εργασία αλλά απλά θα πληρώνεται;
- Χρειάζονται 3 νομικές σχολές στην Ελλάδα αφού η νομική επιστήμη που παράγει τα συναφή με αυτή επαγγέλματα δεν θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη και πλήρως αποσυνδεδεμένη με την αγορά εργασίας λόγω του γεγονότος της ύπαρξης και άλλων πτυχιούχων ανωτάτων σχολών ως διαμεσολαβητών/ «Δικαστών»;
- Οι Δικηγόροι αντιμέτωποι με την νομοθετημένη αυτή υποχρέωση δεν θα αντιδράσουν αμυνόμενοι με σκοπό να καταστήσουν την Διαμεσολάβηση «κενό γράμμα»;
- Ο ρόλος της Δικαιοσύνης θα περιοριστεί κατά κύριο λόγο στην Ποινική Δικαιοσύνη και στα εισαγγελικά γραφεία ;
- Πιστεύουν οι συγγραφείς του νομοθετήματος αυτού ότι απαξιώνοντας τον θεμελιώδη θεσμό προστασίας του πολίτη θα βοηθήσουν την οικονομική ανάπτυξη της χώρας;
- Πιστεύουν οι συγγραφείς του νομοθετήματος ,αυτοί που αγνόησαν το παγκόσμιο καθεστώς σχετικά με τον θεσμό της διαμεσολάβησης, ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες διαμεσολαβητές δεν ξέρουν «να τα παίρνουν»;
- Πιστεύουν ότι χαιδεύοντας τα αυτιά των δικαστών με την φράση «λιγότερη εργασία, ίδια λεφτά» θα τους χειραγωγήσουν και θα τους πάρουν με το μέρος τους;
- Οι κκ νομοθέτες έχουν γνώση του χρόνου που οι αλλοδαπές και «τυφλές» Δικαιοσύνες άλλων χωρών της Ε.Ε. καταναλώνουν για την αμετάκλητη έκδοση μιας δικαστικής απόφασης ή γνωρίζουν αυτές τις Δικαιοσύνες από το σινεμά ;
Το νομοθέτημα αυτό (όπως και άλλα το ίδιο άθλια) που ορίζει οικονομικά σύνορα στους πολίτες εμποδίζοντας απερίσκεπτα την πρόσβασή τους στην Δικαιοσύνη ομοιάζει με τις φαντασιώσεις των γραφειοκρατών (Παντοδύναμων Θεών) που χάραξαν τα σύνορα της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής με χάρακα επί χάρτου δημιουργώντας τα σύγχρονα αιματηρά προβλήματα τους.