Η Ιταλία πριν από τρεις εβδομάδες βρέθηκε στα πρόθυρα πολιτικής κρίσης μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Κόντε. Ο αντίκτυπος της πολιτικής κρίσης στο κόστος δανεισμού της Ιταλίας υπήρξε άμεσος. Έκδηλη και η ανησυχία για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και ιδιαίτερα στη Γερμανία. Στο Ιταλικό Κοινοβούλιο που προέκυψε από τις εκλογές του 2018, με βάση την σύνθεση και τη δύναμη των κομμάτων που εκλέχτηκαν, υπάρχει ισχυρή παρουσία των ευρωσκεπτικιστών. Το κόμμα της Λέγκας -το μεγαλύτερο κόμμα στο χώρο της δεξιάς- έθετε ανοικτά προς συζήτηση το ενδεχόμενο εξόδου της Ιταλίας από το ευρώ. Σύμφωνα δε με όλες τις εκτιμήσεις αυτό θα είναι ο μεγάλος κερδισμένος των εκλογών όποτε αυτές διεξαχθούν.
Τα μεγάλα προβλήματα στην Ιταλική οικονομία εξαιτίας της κρίσης πανδημίας σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που θα προκαλούνταν από μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες ώθησαν τον Πρόεδρο Σερτζιο Ματαρέλα να καλέσει τον πρώην Διοικητή της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι να συγκροτήσει “τεχνοκρατική” κυβέρνηση. Μετά τις συναντήσεις με τις ηγεσίες των σημαντικότερων κομμάτων ο Μάριο Ντράγκι φαίνεται να έχει εξασφαλίσει πολύπλευρη στήριξη. Θα είναι ο «τεχνοκράτης» πρωθυπουργός της Ιταλίας για ένα τουλάχιστον χρόνο ή το αργότερο μέχρι το 2023. Η εξέλιξη αυτή είχε άμεσο αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού της Ιταλίας με την διαφορά μεταξύ του Ιταλικού και Γερμανικού 10ετούς ομολόγου να πέφτει κάτω από τις 100 μονάδες βάσης για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία.
Η στήριξη που εξασφάλισε από κόμματα όλου του πολιτικού φάσματος από την αριστερά ως την ευρωσκεπτικιστική δεξιά της Λέγκας είναι ένα από τα πολιτικά παράδοξα της πολιτικής ζωής της Ιταλίας. Ένας δεδηλωμένος ευρωπαϊστής να ηγηθεί μιας κυβέρνησης στην οποία μετέχουν ευρωσκεπτικιστικά κόμματα. Τα κίνητρα πίσω από τη στάση των κομμάτων πιθανότατα σχετίζονται με το γεγονός ότι ο Ντράγκι χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στην Ιταλία, στην ΕΕ και πέρα από αυτή. Θα ήταν δύσκολο για τα Ιταλικά κόμματα να μην τον στηρίξουν σε αυτές τις κρίσιμες συνθήκες. Επιπρόσθετα για την Ιταλία είναι προτεραιότητα η αξιοποίηση των 209 δις ευρώ που δικαιούται από το Ταμείο Ανάκαμψης. Ο Ντράγκι εκτιμάται ότι θα προωθήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για να μεγιστοποιήσει τα οφέλη για την Ιταλική οικονομία από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η ανάληψη όμως των πρωθυπουργικών καθηκόντων από τον Μ. Ντράγκι εκ των πραγμάτων θα επηρεάσει τις εξελίξεις και στην ΕΕ ενόψει μάλιστα της αποχώρησης της κ. Μέρκελ από τη θέση της Καγκελαρίου. Στη Γαλλία ο Πρόεδρος Μακρόν μπαίνει σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο καθώς το 2022 θα διεξαχθούν οι προεδρικές εκλογές. Η παρουσία επομένως του Μάριο Ντράγκι στο τιμόνι της Ιταλίας -της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ- εκ των πραγμάτων θα ανατρέψει τις υπάρχουσες ισορροπίες.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν αυτό μπορεί να έχει επιπτώσεις σε ότι αφορά τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες και πως αυτές μπορεί να επηρεάσουν την Ελλάδα. Ο Μάριο Ντράγκι έσωσε το ευρώ το 2012 με την δήλωση του “whatever it takes” (26 Ιουλίου 2012). Για το πόσο διαφορετική θα ήταν η στάση του νέου διοικητή της ΕΚΤ -μετά την αποχώρηση του Τρισέ- με είχε προϊδεάσει ο Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Β. Σόιμπλε. Σε μια κατ? ιδίαν συνάντηση τον Σεπτέμβριο του 2011 στη Γερμανική Καγκελαρία σε δείπνο που παρέθεσε η κ. Μέρκελ στον Έλληνα Πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου. Τότε ο Σόιμπλε μου ανέφερε ότι οι συνθήκες ήταν ώριμες για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους κατά 50%. Όταν του έθεσα το ζήτημα των αντιρρήσεων του διοικητή της ΕΚΤ κ. Τρισέ, μου αποκάλυψε πως ο νέος Πρόεδρος της ΕΚΤ ήταν σύμφωνος με το σχέδιο αυτό. Έτσι, στο Συμβούλιο Κορυφής του Οκτωβρίου 2011 εξασφαλίστηκε η απόφαση για το PSI.
Λίγους μήνες αργότερα και καθώς κυριαρχούσε η συζήτηση για το Grexit γεγονός που είχε άμεση επίπτωση στο κόστος δανεισμού των χωρών του Νότου ο Ντράγκι με τη περίφημη δήλωση του ηρέμησε τις αγορές. Σύμφωνα με μια εκτίμηση η δήλωση του βοήθησε την Ιταλία να εξοικονομήσει -σε βάθος πενταετίας- 100 δις ευρώ από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της. Εκτιμώ ότι αν στο ξεκίνημα της κρίσης ήταν ο Ντράγκι στη θέση του Τρισέ η πορεία της κρίσης στην Ελλάδα θα ήταν πολύ διαφορετική από αυτή που βιώσαμε.
Σήμερα εν μέσω πανδημίας τα κρίσιμα ζητήματα προς διευθέτηση στην ΕΕ είναι οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες, η δημιουργία ενός δημοσιονομικού σταθεροποιητικού μηχανισμού που θα στηρίζει τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε κρίσεις συμμετρικές αλλά και η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ στο επόμενο διάστημα. Κατά την ομιλία της αποχώρησης του από την ΕΚΤ ο Ντράγκι είχε υποστηρίξει την ανάγκη δημιουργίας ενός δημοσιονομικού σταθεροποιητικού μηχανισμού ώστε το βάρος στήριξης των οικονομιών να μην το αναλαμβάνει όλο η ΕΚΤ. Η πολιτική αγοράς ομολόγων που ξεκίνησε το 2015 συνάντησε αντιδράσεις στη Γερμανία και υπήρξαν προσφυγές στο Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο με στόχο την ανατροπή αυτής της πολιτικής.
Τώρα ο Μάριο Ντράγκι δεσμεύτηκε στους ηγέτες των κομμάτων που τον στηρίζουν ότι θα παλέψει στην ΕΕ για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δημοσιονομικού σταθεροποιητικού μηχανισμού. Είναι προφανές ότι θα έχει άποψη και για την κατεύθυνση της αναθεώρησης των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ που παραμένουν σε αναστολή το 2021 λόγω της κρίσης.
Ένα κρίσιμο για την Ιταλία και την Ελλάδα ζήτημα που σχετίζεται με τη συγκράτηση του κόστους δανεισμού τους αλλά και την επανεκκίνηση των οικονομιών τους είναι οι αποφάσεις της ΕΚΤ για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων αλλά και τη χαλαρή νομισματική πολιτική μέσω της οποίας διοχετεύεται άφθονη ρευστότητα στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Στο ζήτημα αυτό ο Ντράγκι θα είναι προσεκτικός σεβόμενος την ανεξαρτησία της ΕΚΤ. Είναι όμως σίγουρο ότι οι απόψεις που θα διατυπώνει δημόσια δεν θα μπορούν να απορριφθούν εύκολα από τους αυστηρούς της Γερμανίας που είχαν ήδη εναντιωθεί στις δικές του αποφάσεις. Θα έχει ιδιαίτερη σημασία ποιο πρόσωπο θα είναι στη Γερμανική Καγκελαρία μετά τις εκλογές και αν θα έχει το πολιτικό βάρος για να καθοδηγήσει τη Γερμανία σε μια πιο διαλλακτική θέση ως προς τα κρίσιμα ζητήματα που θα καθορίσουν την μελλοντική πορεία της ΕΕ.
Είναι λοιπόν θετική εξέλιξη που ο Ντράγκι αναλαμβάνει Πρωθυπουργός τόσο για την Ιταλία όσο και για το συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρώπη ως προς τις κρίσιμες αποφάσεις που θα ληφθούν το επόμενο διάστημα στην ΕΕ. Τα οφέλη αυτά θα αφορούν και την Ελλάδα της οποίας το χρέος εκτινάχτηκε στο 210% του ΑΕΠ και επιθυμεί να διασφαλίσει την επανεκκίνηση και αναδιάρθρωση της οικονομίας χωρίς να υποχρεωθεί σε πισωγυρίσματα σε περίπτωση που η ΕΕ αποφασίσει επιστροφή στους παλιούς δημοσιονομικούς κανόνες.
Πηγή: MATRIX24