Ολα τα στοιχεία της εθνικής κρίσης είναι γνωστά: οικονομία, δείκτες, ελλείμματα, εισαγωγές, εξαγωγές, χρέος, ανεργία, ΑΕΠ, κοκ. Οι στατιστικές είναι αμείλικτες, το ελληνικό πείραμα ή πρόγραμμα, απέτυχε. Πρέπει να το δεχθούμε και να πάμε παραπέρα. Οι λόγοι της αποτυχίας έχουν επίσης αναλυθεί: απροθυμία και συνάμα αδυναμία του πολιτικού συστήματος να προωθήσει τις αλλαγές, εθισμός της κοινωνίας μας σε πρακτικές που αντιβαίνουν στις αρχές της σύγχρονης δημοκρατίας, ανυπαρξία εθνικής διοίκησης και κράτους δικαίου, έλλειψη συνεπούς προγραμματισμού και ορθολογικής διαχείρισης, καταρράκωση αρχών και αξιών.
Οι κύριοι πρωταγωνιστές της κρίσης και των Μνημονίων έχουν έμμεσα ή άμεσα αναγνωρίσει τα λάθη τους: λάθη στις εκτιμήσεις, λάθη στους στόχους, λάθη στη μέθοδο, λάθη παντού. Ενας ολόκληρος λαός πληρώνει τώρα σκληρά αυτά τα λάθη, αλλά πληρώνει και την απρονοησία, την απραξία, τον υπερβολικό δανεισμό, τη διαφθορά και την πελατεικαή σχέση, το καταναλωτικό μοντέλο και την ανικανότητα της ηγεσίας του.
Η εσωτερική υποτίμηση δεν λειτουργεί, το οικονομικό μοντέλο ουσιαστικά δεν άλλαξε αφού δεν ενισχύεται η παραγωγή, η μεσαία τάξη διαλύεται, οι χαμηλοσυνταξιούχοι λιμοκτονούν, η οικονομία μας στηρίζεται ακόμα στις εισαγωγές, η ανεργία ξεπέρασε κάθε όριο και για τη νεολαία δεν υπάρχει διέξοδος. Υπάρχει βέβαια πάντα το σενάριο της αδράνειας, της συνεχούς υποβάθμισης, του κοινωνικού χάους.
Τίθεται συνεπώς θέμα κατεύθυνσης, προσανατολισμού, επιλογών και προτεραιοτήτων. Η λιτότητας από μόνη της φέρνει μόνο καταστροφή, όλοι οι οικονομολόγοι το ομολογούν. Τίθεται συνεπώς επιτακτικά το θέμα της ουσιαστικής, δημιουργικής επανεκκίνησης. Οι κοινωνίες ζητούν διέξοδο, η Ελλάδα, είναι ένα ιστορικό και περήφανο έθνος, θέλει να βρει τη λύση. Θέλουμε λύση εντός της ΕΕ, εντός της ευρωζώνης, με συνθήκες ομαλής μετεξέλιξης, αλλά με προοπτική, με δικαιοσύνη, με αξιοπρέπεια. Δεν θα φύγουμε από την ευρωζώνη, το κόστος της προσαρμογής σε αυτήν ήταν τεράστιο, ενώ το κόστος της εξόδου θα είναι ανυπολόγιστο κι όχι μόνο για την οικονομία.
Η επανεκκίνηση της χώρας θα είναι συνολική ή δεν θα γίνει καθόλου. Δεν μπορεί να ξεκινήσει μια νέα, υγιή πορεία, από μόνη της η οικονομία, όταν η πολιτική τάξη προστατεύει ακόμα συγκεκριμένα συμφέροντα. Δεν γίνεται να περιμένεις νέα πνοή στη διοίκηση με τις παλιές συνδικαλιστικές νοοτροπίες. Δεν μπορείς να ελπίζεις σε νέα κοινωνικά πρότυπα υπερασπίζοντας το παλιό, φθαρμένο μοντέλο της παραοικομίας και της σπατάλης.
Οι σύγχρονες κοινωνίες χαρακτηρίζονται από την πολυπλοκότητα των προβλημάτων και από την αλληλεξάρτηση των ρόλων. Ολα συνδέονται κι όλα αλληλοεπηρεάζονται. Δεν υπάρχει αυτονομία των επιμέρους στοιχείων: επενδύσεις, φορολογικό, παραγωγή, εξαγωγές, εισαγωγές, διοίκηση, ασφαλιστικό, ανάπτυξη, νομοθεσία, όλα αποτελούν στοιχεία ενός συστήματος, ενός συνόλου. Το σύνολο έχει τη δική του υπόσταση. Το δικό μας σύστημα πάσχει σε όλα τα σημεία και γι αυτό χρειάζεται συνολική απάντηση. Εκεί είμαστε τώρα. Γι αυτό η πολιτική, η οικονομία, η κοινωνία πρέπει να κινηθούν με βάση ένα σχέδιο. Δεν είναι απλά θέμα αριθμών, χρειάζεται κάτι το ριζοσπαστικό, μια κίνηση που αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού, μια συμβολική αλλά και ουσιαστική πρωτοβουλία διεξόδου. Εννοείται πρωτοβουλία δημοκρατικής υφής, με σεβασμό των ελευθεριών και των ατομικών δικαιωμάτων, με σεβασμό στις θυσίες του ελληνικού λαού. Πρωτοβουλία που θα δώσει τη δυνατότητα στους έλληνες πολίτες να εκφρασθούν άμεσα, συνολικά, δημιουργικά και λυτρωτικά.
Χρειάζεται τώρα μια πειστική διέξοδος. Η επανεκκίνηση της πολιτικής πρέπει να συνδέεται τόσο με την ανασυγκρότησηση της οικονομίας, όσο και με την ανασύνταξη της κοινωνίας. Γι αυτό ο πλέον πρόσφορος τρόπος πολιτικά, θεσμικά, αλλά κυρίως ηθικά είναι η προσφυγή στον ελληνικό λαό, όχι απλά με βουλευτικές εκλογές, αλλά με Δημοψήφισμα. Αυτό συνδέεται με ουσιαστικές αλλαγές του τρόπου λειτουργίας της πολιτικής, της οικονομίας, της κοινωνίας.
Το κύριο ζήτημα της χώρας είναι σήμερα η πολιτική διακυβέρνηση. Το θέαμα του κομματικού συστήματος που δεν θέλει να αλλάξει, που επισκιάζει τα πάντα, ευτελίζει θεσμούς, εκμαυλίζει συνειδήσεις, οδηγεί στην απόγνωση, εξοργίζει πλέον τους πολίτες. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες είναι μάλλον μάταιο να επιζητούμε τη λύση από μια αναιμική πλέον οικονομία κι από τους δανειστές. Οι μεταρρυθμίσεις είναι απολύτως απαραίτητες, αλλά όταν γίνονται με αποδεκτό ηθικό υπόβαθρο, με δικαιοσύνη και κοινωνική συναίνεση και κυρίως με βάση ένα πρόγραμμα, ένα εθνικό σχέδιο ανάκαμψης. Εδώ οι αλλαγές επιβλήθηκαν χωρίς διαπραγμάτευση, σε μια παγιδευμένη στα ίδια της τα λάθη τάξη των επαγγελματιών της πολιτικής. Αυτοί για να διασωθούν θα επιδιώξουν να καταστήσουν υπεύθυνους της αποτυχίας την τρόϊκα ή τον ελληνικό λαό, ή και τους δύο ταυτόχρονα. Δεν θα αναλάβουν ποτέ τις ευθύνες τους. Ετσι έμαθαν.
Δεν έχουμε σήμερα ως χώρα το κατάλληλο σύστημα διακυβέρνησης, ούτε και την ηγεσία που απαιτούν οι περιστάσεις. Κι αυτό δεν μπορεί να το λύσει κανένας άλλος, παρά ο κυρίαρχος ελληνικός λαός. Χρειαζόμαστε αφενός ένα άλλο Πολίτευμα κι αφετέρου μια ριζική τομή σε σχέση με το παρελθόν. Η Μεταμόρφωση της χώρας πρέπει να αρχίσει από την πολιτική. Χρειαζόμαστε στην ουσία άλλους θεσμούς, μια άλλη δημόσια ζωή, ένα άλλο επίπεδο ιδιωτικής και δημόσιας συμπεριφοράς, έναν άλλο τρόπο συλλογικής δράσης. Κι αυτό συνδέεται ουσιαστικά και συμβολικά με ένα νέο Σύνταγμα κι όχι απλά με αναθεώρηση του υπάρχοντος, μέσα από ατελέσφορες διαδικασίες κι αμβίβολες διαδικασίες.
Η πολιτική πρέπει να έχει ηθική υπόσταση και να τεθεί στην υπηρεσία της δημοκρατίας. Το ίδιο ισχύει και για την οικονομία, πρέπει κι αυτή να υπηρετεί την κοινωνία κι όχι να ταυτίζεται με τις απρόσωπες αγορές. Είναι φανερό ότι ήρθε η ώρα για μια ριζική αλλαγή, για ένα πολιτικό σύστημα που θα εγγυάται ένα δημοκρατικό κράτος, μια παραγωγική οικονομία και μια δημιουργική κοινωνία. Που θα δημιουργήσει σχέση ειλικρινούς εμπιστοσύνης ανάμεσα στην πολιτεία και στην κοινωνία. Που θα ταυτίζεται με μια Βιώσιμη Πολιτεία.
Το ερώτημα που θα τεθεί στους πολίτες με το προτεινόμενο δημοψήφισμα είναι τούτο: Είσθε υπέρ μιας ελληνικής δημοκρατικής, Βιώσιμης Πολιτείας Αξιοπρέπειας και Ανθρωπιάς;
Από το ΝΑΙ ή το ΟΧΙ στο ερώτημα αυτό θα κριθεί το μέλλον του ιστορικού και περήφανου ελληνικού έθνους.