Η σκέψη και η πρόταση για μια κοινή κάθοδο ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ στις εκλογές και πιο συγκεκριμένα στις ευρωεκλογές, που γνωρίζουμε και πότε θα πραγματοποιηθούν, φέρνει ξανά στο προσκήνιο μια πολύ σοβαρή υπόθεση.
Την επιτακτική ανάγκη για την ανασύνθεση – ανασυγκρότηση του χώρου της κεντροαριστεράς στη χώρα μας, υπό το πρίσμα της νέας πολιτικής πραγματικότητας και υπό την πίεση των εξελίξεων και των γεγονότων, που κάθε τόσο αναδεικνύουν το πόσο αναγκαία είναι, κατά τη γνώμη πολλών, η ύπαρξη ενός ισχυρού πολιτικού πόλου στο πολιτικό φάσμα ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Και πόσο χρήσιμος θα ήταν, την ώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη μια αδιέξοδη για τη χώρα σύγκρουση μεταξύ ακραία νεοφιλελεύθερων και ακραία τυχοδιωκτικών μη ορθολογιστικών προγραμμάτων, ένας νέος διαφορετικός προοδευτικός πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων.
Η πρόταση αυτή είναι επίσης νομίζω τόσο σοβαρή που δεν θα πρέπει να καταναλώνεται και να κακοπέφτει ανάμεσα σε κακούς επικοινωνιακούς σχεδιασμούς και σε κάθετες αρνήσεις ανώφελου κομματικού πατριωτισμού.
Ποιο μπορεί όμως να είναι σήμερα, τριάντα εννέα ολόκληρα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση του 1974 και έπειτα από όλα αυτά που έχουν συμβεί τα τρία τελευταία χρόνια, ένα νέο προοδευτικό πολιτικό πρόγραμμα, σε μια Ελλάδα που ψυχορραγεί μέσα σε μια γενικευμένη πια κοινωνικοοικονομική και πολιτική κρίση, πάνω στο οποίο θα μπορούσε να οικοδομηθεί σε στέρεες βάσεις η δημιουργία μιας νέας πολιτικής οντότητας;
Αυτή είναι, πιστεύω, η πρωταρχική συζήτηση με την οποία πρέπει να ξεκινήσει από κοινού μεταξύ των ενδιαφερομένων, μαζί με την κοινή δράση για επιμέρους ζητήματα όπου υπάρχουν ή επιτυγχάνονται συγκλίσεις, η προσπάθεια για τη βαθμιαία συνολική πολιτική σύγκληση και τη συγκρότηση μιας κοινής πολιτικής έκφρασης.
Η απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Τόσο γιατί όλοι οι παράγοντες (διεθνείς οικονομικές συνθήκες ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης και διακίνησης κεφαλαίων, γεωπολιτικές αλλαγές, παγκόσμιοι συσχετισμοί δυνάμεων) είναι εντελώς διαφορετικοί όσο και γιατί οι πολιτικοοικονομικές συνθήκες στη χώρα μας έχουν γίνει πλέον εξαιρετικά περίπλοκες και οι εξελίξεις φαίνεται να είναι ακόμη απρόβλεπτες με μεγάλο βαθμό απροσδιοριστίας, ενώ και οι πολιτικές δυνάμεις, τα πολιτικά υποκείμενα και τα πρόσωπα, που έπαιξαν πρωταρχικό ή σημαντικό ρόλο τα προηγούμενα χρόνια είναι άλλα ηττημένα και άλλα υπό αγωνιώδη αναζήτηση, καταναλώνοντας στο μεταξύ από «τα έτοιμα» των προηγούμενων δεκαετιών.
Μόνο όμως όταν θα υπάρξει ένας νέος πολιτικός φιλοευρωπαϊκός μεταρρυθμιστικός χώρος της κεντροαριστεράς θα υπάρξει και το αναγκαίο για τη χώρα νέο μεταρρυθμιστικό πολιτικό σχέδιο και πρόγραμμα. Που δεν θα είναι μια συγκυριακή φωτεινή στιγμή (άλλωστε τέτοια στιγμή δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να υπάρξει, ιδιαίτερα στις σημερινές πολιτικές συνθήκες), αλλά αποτέλεσμα μιας νέας σταθερής πολιτικής έκφρασης και μιας νέας σχέσης με τους προοδευτικούς αριστερούς πολίτες, στη βάση μιας νέας κοινωνικής συμφωνίας, ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου.
Η ώρα είναι κατάλληλη μόνο για σοβαρές πρωτοβουλίες, προτάσεις και δράσεις, η ακινησία δεν αποτελεί ούτε λύση ούτε διέξοδο, ενώ η ψευδαίσθηση ότι μπορεί κανείς να κρυφτεί για να κερδίσει πολιτικό χρόνο, πίσω και μέσα από μια εξαιρετικά αβέβαιη σημερινή κυβερνητική ενασχόληση, αποτελεί στρουθοκαμηλισμό και πορεία προς ένα βέβαιο πολιτικό αδιέξοδο.