Σύμφωνα με ένα μύθο, το σκάκι επινοήθηκε από έναν σοφό βραχμάνο, τον Σίσσα, τον 6ο αιώνα π.Χ., εκεί που βρίσκεται η σημερινή Ινδία. Όταν παρουσίασε το παιχνίδι του στον αυτοκράτορα, εκείνος εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ, που ρώτησε τον βραχμάνο με ποιον τρόπο θέλει να τον ανταμείψει για το πνευματικό του δημιούργημα. Ο εφευρέτης χάρηκε από την γενναιοδωρία του αυτοκράτορα και του ζήτησε ρύζι για να θρέψει την οικογένειά του. Όσον αφορά στην ποσότητα του ρυζιού που επιθυμεί, του εξήγησε επάνω στην σκακιέρα ως εξής: «Τοποθετήστε στο πρώτο τετράγωνο ένα κόκκο ρυζιού. Στο δεύτερο δύο κόκκους, στο τρίτο τέσσερις, μετά οκτώ κόκκους και ούτω καθεξής. Σε κάθε τετράγωνο μέχρι και το τελευταίο της σκακιέρας θα διπλασιάζετε τον αριθμό των κόκκων».
Ο αυτοκράτορας θεώρησε λυτή την επιθυμία του βραχμάνου και διέταξε τους υπηρέτες του να φέρουν αμέσως από τις αποθήκες του παλατιού την ανάλογη ποσότητα του ρυζιού. Στην πορεία όμως, κατά το δεύτερο μισό της σκακιέρας, τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ. Γιατί η ποσότητα που απαιτείται γι? αυτό το σκοπό είναι τελικά ο αστρονομικός αριθμός 264-1 , δηλαδή δεκαοκτώ πεντάκις εκατομμύρια κόκκοι ρυζιού που αντιστοιχούν με ένα όγκο πολύ υψηλότερο από το Έβερεστ και σε μια ποσότητα που δεν έχει ακόμα παραχθεί στην παγκόσμια ιστορία παραγωγής ρυζιού.
Είναι προφανές ότι το παλάτι δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει το αίτημα του εφευρέτη του παιχνιδιού, ενώ σε μια εκδοχή του μύθου, διέταξε τον αποκεφαλισμό του επειδή θεώρησε πως προσπάθησε να τον εξαπατήσει.
Στην δική μας εποχή, μακριά από τους μύθους και τους αποκεφαλισμούς, αλλά με την ίδια δόση εφευρετικότητας και φαντασίας, στο κοντινό 1965, θα συναντήσουμε τον νόμο του Moore. Ο συνιδρυτής της Intel, Gordon Moore (σήμερα 91 ετών), βασισμένος σε μια τεχνολογική διαπίστωση, τόλμησε μια πρόβλεψη που, όχι απλά δεν διαψεύστηκε, αλλά επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά και μάλιστα για μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα.
Ο Moore παρατήρησε ότι η υπολογιστική ισχύς των ολοκληρωμένων κυκλωμάτων που μπορούσε να αγοράσει κανείς με ένα δολάριο, διπλασιάζονταν κάθε δύο χρόνια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι επεξεργαστές των υπολογιστών γίνονται δύο φορές πιο γρήγοροι στο διάστημα μιας διετίας.
Την πρόβλεψη έκανε για βάθος μιας δεκαετίας, έως το 1975, και το μόνο του λάθος ήταν πως υπήρξε συντηρητικός. Ο «νόμος» περιέμεινε σε ισχύ για περισσότερα από σαράντα χρόνια, και έχει εφαρμογή και σε άλλους τομείς της ψηφιακής τεχνολογίας, πέρα από τα κυκλώματα.
Οι Erik Brynjolfsson και Andrew McAfee, στο βιβλίο τους «Η Θαυμαστή εποχή της νέας τεχνολογίας», λένε πως δεν πρόκειται για νόμο, αλλά μερικές καλές ιδέες. Η πρόοδος της τεχνολογίας δεν διέπεται από τους νόμους της φυσικής. Αν ήταν έτσι θα διπλασιάζονταν κάθε δύο χρόνια η ταχύτητα των αυτοκινήτων και των αεροπλάνων, κάτι που δεν συμβαίνει. Ο κύριος λόγος που τα κυκλώματα αναπτύσσονται τόσο γρήγορα σε αντίθεση με τους κινητήρες, είναι πως ένας κινητήρας αναπτύσσει τριβές και έρχεται σε έντονη αλληλεπίδραση με το φυσικό κόσμο, ενώ στον ψηφιακό κόσμο οι περιορισμοί είναι πιο χαλαροί αφού αφορά την κίνηση ηλεκτρονίων. Οι καινοτόμες ιδέες βρήκαν πιο έφορο έδαφος στον ψηφιακό περιβάλλον.
Από την εποχή της εφεύρεσης της ατμομηχανής τον 18ο αιώνα μέχρι και την δεύτερη εποχή των (έξυπνων) μηχανών που βιώνουμε σήμερα, πολλοί δείκτες, πέραν της ψηφιακής τεχνολογίας ακολουθούν αλματώδεις ρυθμούς. Δύο από αυτούς είναι το Παγκόσμιο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και ο Παγκόσμιος Πληθυσμός. Ας εξετάσουμε τους αριθμούς από το 1950 μέχρι και σήμερα, που ίσως είναι και τα πιο ειρηνικά χρόνια της ανθρώπινης Ιστορίας. Ο πληθυσμός από τα 2,5 δισεκατομμύρια ανέβηκε στα 7,7 δισεκατομμύρια το 2019, ενώ παράλληλα το Παγκόσμιο ΑΕΠ αναρριχήθηκε από τα 9 στα 108 τρισεκατομμύρια δολάρια. (το ΑΕΠ είναι προσαρμοσμένο σε τιμές του 2011).
Μέσα σε εβδομήντα χρόνια η Γη έφτασε να φιλοξενεί τριπλάσιο αριθμό ανθρώπων που παράγουν δώδεκα φορές περισσότερα αγαθά. Ο «μέσος άνθρωπος», δηλαδή, έγινε τέσσερις φορές πλουσιότερος. Αυτό βέβαια είναι ένα πρόχειρο θεωρητικό συμπέρασμα γιατί δεν συνυπολογίζεται η αντίστοιχη εξέλιξη του καταμερισμού και της ανισότητας στον ίδιο χρόνο.
Η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού ξεκίνησε την εποχή του baby boom, που διήρκησε από το Μεσοπόλεμο μέχρι και την δεκαετία του 60 και ήταν αποτέλεσμα της μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης, με εξαίρεση το διάστημα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι δείκτες του πληθυσμού και του ΑΕΠ είναι προφανώς αλληλένδετοι, αυτό που έχει ενδιαφέρον όμως, είναι ότι από το 1968 και έπειτα, ο ποσοστιαίος ρυθμός αύξησης του πληθυσμού έχει αρχίσει να μειώνεται, ενώ μια μελλοντική προβολή δείχνει ότι έως το 2100 θα έχει πέσει στο 0,1% και ο πληθυσμός σχεδόν θα σταθεροποιηθεί στα 11 δισεκατομμύρια. Η παράδοση που ήθελε τους ανθρώπους να γεννούν πολλά παιδιά ανατρέπεται ως επακόλουθο της μείωσης της θνησιμότητας.
Όσον αφορά στο ΑΕΠ, υπάρχουν προβλέψεις για άνοδο κατά 130% έως το 2050, ακολουθώντας την κούρσα της τεχνολογικής προόδου, με μεγάλη επιφύλαξη βέβαια, αφού η οικονομία είναι ένα χαοτικό σύστημα που επηρεάζεται από πολλά φαινόμενα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την πανδημία των ημερών μας.
Μια άλλη (δυσοίωνη) πρόβλεψη ήρθε πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας μέσα από την έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσής Oxfam. Όπως εκτιμά στην ετήσια έκθεσή της για τις ανισότητες, οι πλουσιότεροι άνθρωποι στον πλανήτη κάλυψαν ήδη τις ζημίες που υπέστησαν εν μέσω της πανδημίας, ενώ οι φτωχότεροι θα χρειαστούν πάνω από δέκα χρόνια για να συνέλθουν από τον οικονομικό αντίκτυπο της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης. Η Oxfam επανέλαβε την πρότασή της να φορολογηθούν περισσότερο οι μεγάλες περιουσίες για να καταπολεμηθεί αυτός που αποκαλεί «ιό της ανισότητας».
Το γιατί οι πλουσιότεροι κάλυψαν τις ζημιές τους (αν είχαν) εξηγείται από το απλό λόγο για τον οποίο ήταν πλούσιοι εξαρχής: Γιατί δραστηριοποιούνται στους πιο σύγχρονους και ανθεκτικούς τομείς της οικονομίας, όπως οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες (facebook) και το ηλεκτρονικό εμπόριο (amazon) που, όχι απλά δεν μαραζώνουν, αλλά ανθούν μέσα σε ένα lockdown.
Από την βιομηχανική επανάσταση κι έπειτα, η ανθρωπότητα βαδίζει στο δεύτερο μισό της σκακιέρας. Ένα από τα προβλήματα όμως, είναι πως δεν βρισκόμαστε όλοι στο ίδιο τετράγωνο. Η ανισότητα έχει πάρει αντίστοιχες εκθετικές αποκλίσεις. Το θετικό γεγονός ότι επί ένα σχεδόν έτος, η παγκόσμια οικονομία χρηματοδοτεί σε ένα βαθμό τους τομείς που βρίσκονται σε αναστολή, το οφείλουμε στην αφθονία που παράγει ο σύγχρονος κόσμος. Αλλά η αρνητική πρόβλεψη (αν επιβεβαιωθεί) ότι οι πιο αδύναμοι κρίκοι της οικονομίας θα χρειαστούνε έως και δέκα χρόνια για να ανακάμψουν οφείλεται στην ανισότητα.
Όσον αφορά στην αναζήτηση της χρυσής τομής, δηλαδή σε πιο βαθμό μπορεί να περιοριστεί η οικονομική ανισότητα, δίχως να ακυρωθεί το κίνητρο για παραγωγή αφθονίας, ίσως δεν θα βρεθεί ποτέ. Το πιθανότερο (αν όχι βέβαιο) είναι να πάψουμε μια μέρα να την αναζητάμε. Πότε όμως; Όταν αισίως σταματήσουμε να πληθυνόμαστε, η αυξανόμενη αφθονία καλύψει ολονών τις ανάγκες, και οι μόνοι «αδικημένοι» θα είναι οι μηχανές. Στο σενάριο αυτό η τεχνολογία θα παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και σε μία εκδοχή του ονομάζεται Fully Automated Luxury Communism. Κεντρίζουν το ενδιαφέρον δύο σχετικά άρθρα στην Guardian και στο forbes.