Εντάξει, ο Σταύρος δεν θέλει να γίνεται συζήτηση για την υγεία του, αλλά πρόκειται για τη δική μας υγεία, για την ψυχική ισορροπία της κοινωνίας μας, για τη συλλογική μας συναισθηματική κατάσταση, γι αυτό που είμαστε.
Εντάξει, βρέθηκαν η Ραχήλ Μακρή και ένας πρώην εργαζόμενος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα (αν είναι δυνατόν!) για να εκφράσουν τη χαιρεκακία τους και να μας θυμίσουν πόσο βαθύ μπορεί να είναι το σκοτάδι εντός και ίσως να θυμίσουν το βασικό ερώτημα που βασανίζει όποιον θέλει να ασχοληθεί με την πολιτική χωρίς να έχει ανάγκη την πολιτική: Αξίζει τον κόπο;
Κάτι που εύκολα ξεχνούν όσοι κινούνται στη δημόσια σφαίρα είναι ότι η δύναμη της ζωής είναι καταλυτική, απόλυτη και συντριπτική, άλλοτε για καλό-άλλοτε για κακό. Οταν η επικαιρότητα γίνεται κομμάτι της καθημερινότητας υπάρχει ένας μεγάλος κίνδυνος, να ξεχάσει κανείς πόσο μικρός είναι μέσα στο σύμπαν, να μπερδέψει τα σημαντικά με τα ασήμαντα, να μη βρει χρόνο για να κοιτάξει μέσα του και δίπλα του.
Ο έντονος ρυθμός δεν ευνοεί την περίσκεψη, τον αναστοχασμό. την αμφιβολία για πράγματα που δεν αφορούν τα τρέχοντα και τα εφήμερα. Ραγδαίες εξελίξεις, οργιώδες παρασκήνιο, ατελείωτες ίντριγκες, πληροφορίες και προβλέψεις, δημόσιες εμφανίσεις και αντιπαραθέσεις, όλα μαζί συνθέτουν μια χαοτική κίνηση που μπορεί να παρασύρει ανθρώπους, σχέσεις, ζωές.
Τι είπε ο ένας, τι είπε ο άλλος, τι δεν είπαν και τι εννοούσαν, πώς θα ηττηθεί ο αντίπαλος, πώς θα φτιαχτούν συμμαχίες, πώς θα συνεννοηθούν οι σύντροφοι, η ευτυχία και η δυστυχία του παραπολιτικού, τακτικές και στρατηγικές, η αναζήτηση αφηγήματος, η αγωνία της ατάκας, επικοινωνιακά σχέδια για να βγει η εβδομάδα, πολιτικά σχέδια μακράς πνοής, αιώνιοι υπουργοί και αθάνατοι βουλευτές που δουλεύουν για την παντοτινή τους εξουσία.
Πάντα υπάρχει μια εκδήλωση και μια υποχρέωση, κοινοβουλευτικές και τηλεοπτικές μάχες, εσωκομματικά μαγειρέματα και ανεμομαζώματα, ένα κάλεσμα σε συνάντηση ζύμωσης, ένας καφές-εργασίας, πολλά τηλεφωνήματα που αν τα ακούσει κάποιος κατά τύχη θα παραξενευτεί, τι άνθρωποι είναι αυτοί, καλύτερα να τα λέμε στο viber, ας μην πούμε ονόματα από το τηλέφωνο – και η ερώτηση που δεν γίνεται: ποιος νομίζεις ότι είσαι;
Οι περισσότεροι επαγγελματίες πολιτικοί είναι άλλο είδος. Δεν έχουν σχέση με τους “κανονικούς” ανθρώπους. Γι αυτό και δεν φεύγουν με τίποτα από το μετερίζι, κρατιούνται ακόμη και από τα μαλλιά τους προκειμένου να μείνουν στο παιχνίδι, σαν να μην υπάρχει ζωή αλλού, ίσως και να μην ξέρουν πώς να ζήσουν χωρίς το θόρυβο της αρένας. Γι αυτό και οι ασθένειές τους δεν είναι σαν τις δικές μας. Τις αρνούνται, τις κρύβουν ή τις αποκαλύπτουν μόνο όταν δεν γίνεται αλλιώς, αφού συσκεφθούν τα επιτελεία για την επιλογή του timing και αφού αποτιμηθεί το πολιτικό κόστος. Είναι κάπως σαν δουλειά, το πρόβλημα υγείας συνήθως αντιμετωπίζεται πρωτίστως πολιτικά και ύστερα τακτοποιείται επικοινωνιακά.
Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει το πρόβλημα της υγείας του ο Σταύρος Θεοδωράκης, με απλότητα, θάρρος και ειλικρίνεια, δηλαδή με αυθεντικότητα, χωρίς σχέδιο και δεύτερες σκέψεις, μας μαθαίνει ότι μπορεί κανείς να “κατέβει” στην πολιτική (πόσο τέλεια κυριολεξία!) χωρίς να γίνει σαν αυτό που ήθελε να αλλάξει. Χωρίς, δηλαδή, να καταλήξει η ψηφοθηρία δεύτερη φύση του, χωρίς να χάσει τον εαυτό του, την ενσυναίθησή του, τα όνειρά του.
Ο Σταύρος δεν ήταν ποτέ ένας απ’ όλους. Ούτε σαν δημοσιογράφος ούτε σαν πολιτικός. Γι αυτό και άφησε μια υπέροχη ζωή μήπως και καταφέρει αυτό που πολλοί ζητούσαν, «να τα αλλάξουμε όλα χωρίς να γκρεμίσουμε τη χώρα». Το αν και πόσο η προσπάθεια αποδίδει έχει μικρότερη σημασία από το προσωπικό του παράδειγμα, το οποίο σήμερα αναγκάζονται να σεβαστούν ακόμη και αντίπαλοί του.
Ο Σταύρος είναι όπως ήταν. Περισσότερο κουρασμένος και ταλαιπωρημένος αλλά ίδιος. Δεν ξέρω πόσοι που παλεύουν με τον καρκίνο μπορούν να μην αλλάξουν μέσα τους, αλλά ο Σταύρος μπορεί και αφού μπορεί ίσως απαντηθεί κάποια στιγμή θετικά το ερώτημα αν στην περίπτωσή του άξιζε τον κόπο.