Όλες οι παγκόσμιες κρίσεις επιταχύνουν σημαντικές αλλαγές και η τρέχουσα πανδημία δεν αποτελεί εξαίρεση. Μεταξύ άλλων επιταχύνει την ήδη επελαύνουσα ψηφιοποιήση και τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις της.
Μεταξύ των διαφαινόμενων επιπτώσεων υπάρχουν πολλές που θα είναι θετικές ή αρνητικές υπό την προϋπόθεση ότι σε κάθε περίπτωση θα αναληφθούν πρωτοβουλίες που θα καθορίζουν το αντίστοιχο πρόσημο.
Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα από την αναγνώριση της πανδημίας υπάρχει μια εντυπωσιακή – σχεδόν καθολική – υιοθέτηση τηλε-δραστηριότητων ακόμη και από χώρες ή κοινωνικές ομάδες που μέχρι τώρα δυσκολεύονταν να το κάνουν. Η χώρα μας αποτελεί καλό παράδειγμα.
Ήταν αρχές του περασμένου φθινοπώρου, όταν ο υπουργός Ψηφιακής ανασυγκρότησης Κ. Πιερρακάκης παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο τετραετές σχέδιο ψηφιακής ανασυγκρότησης της χώρας μας σε αρμόδιες υπηρεσίες στις Βρυξέλλες. Η καθυστέρηση της χώρας μας στην πορεία για τον ψηφιακό μετασχηματισμό την είχε κατατάξει στις τελευταίες θέσεις της Ένωσης. Τα προβλήματα ήταν δυο. Η διαλειτουργικότητα των πληροφοριακών συστημάτων και οι πολύπλοκες διαδικασίες που φόρτωνε κάθε διοικητική πράξη με την πολυνομία. Αποτέλεσμα επιχειρήσεις και ιδιώτες ήταν υποχρεωμένοι να τρέχουν από υπηρεσία σε υπηρεσία προσκομίζοντας τα απαραίτητα έγγραφα για να εξυπηρετηθούν.
Η πανδημία δημιούργησε προϋποθέσεις που επέτρεψαν την εντυπωσιακή επιτάχυνση της υλοποίησης της ψηφιακής αυτής ανασυγκρότησης ανοίγοντας πλέον τον δρόμο για ότι μπορεί και πρέπει να ακολουθήσει. Παρομοίως, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο έχουμε μια μεγάλη και ταυτόχρονη «πρόβα ντζενεράλε» ανάπτυξης και χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, π.χ. την αγροτική παραγωγή, την μεταποίηση, την Υγεία και την Δημόσια Διοίκηση.
Μέχρι εδώ σχεδόν όλα φαίνονται θετικά με μόνο η έστω κύριο διαφαινόμενο αρνητικό την δυνητική απώλεια θέσεων εργασίας, θέμα το οποίο θα εξετάσουμε λίγο αργότερα.
Ας δούμε όμως πρώτα έναν κίνδυνο για την ίδια την Ευρωπαϊκή ψηφιακή αυτονομία ο οποίος αν και προϋπήρχε της πανδημίας τώρα μεγενθύνεται και επιταχύνεται από αυτήν.
Πολλές αναλύσεις και μελέτες ιδίως τα τελευταία 2-3 χρόνια κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου στοιχειοθετώντας ότι το παγκόσμιο ψηφιακό οικοσύστημα κυριαρχείται όλο και περισσότερο από ένα μικρό αριθμό εταιριών, των αποκαλούμενων και «τεχνολογικών γιγάντων» ή «ολιγαρχών του διαδικτύου» (συγκεκριμένα από τις Αμερικάνικες GAFAM και τις αντίστοιχες Κινέζικες).Οι ολιγάριθμες αυτές εταιρίες κατάφεραν να συγκεντρώσουν μέσα σε λίγα χρόνια τεράστια οικονομική δύναμη και ρευστότητα. Ταυτόχρονα, οι ίδιες αυτές εταιρίες είναι πρωταγωνιστές στην ανάπτυξη αλγορίθμων τεχνητής νοημοσύνης που διαμορφώνουν το «γήπεδο» που θα αναδείξει τους νικητές της 4ης Βιομηχανικής επανάστασης δημιουργώντας έτσι έναν επικίνδυνα φαύλο (για την Ευρώπη) κύκλο.
Μια απλοποιημένη περιγραφή του φαύλου αυτού κύκλου θα μπορούσε να είναι η εξής. Ένας μικρός αριθμός μη Ευρωπαϊκών εταιριών έχει προνομιακή πρόσβαση σε πολύτιμα δεδομένα χρηστών. Τα δεδομένα αυτά τροφοδοτούν τους αλγόριθμους που αναπτύσσουν.
Όσο περισσότερα δεδομένα παίρνουν, τόσο βελτιώνονται οι αλγόριθμοί τους δημιουργώντας νέα καλύτερα προϊόντα που διεισδύουν βαθύτερα στις διεθνείς αγορές. Αυτό με την σειρά τους δίνει πρόσβαση σε νέα ακόμη περισσότερα δεδομένα που τροφοδοτούν τους αλγόριθμους τους αλλά και τον φαύλο κύκλο που προαναφέραμε.
Και διαφαίνονται και χειρότερα.
Ως παράδειγμα , η Google και η Apple ανήγγειλαν πρόσφατα την από κοινού ανάπτυξη εφαρμογών (API) για ιχνηλάτηση επαφών (contact tracing) που καθιστά δυνατή την διαλειτουργικότητα κινητών με συστήματα iOS και Android. Δεδομένου ότι οι Google και Apple κατασκευάζουν το λογισμικό όλων σχεδόν των κινητών που χρησιμοποιούνται στην Ευρώπη, ακόμη και αν οι Ευρωπαϊκές χώρες υιοθετήσουν δικά τους αποκεντρωμένα συστήματα ιχνηλάτησης, ο κίνδυνος γιγάντωσης του φαύλου κύκλου είναι «παρών και φανερός».
Αφήνοντας για άλλη φορά τα πολλά άλλα προβλήματα που αναφύονται στο πλαίσιο των μεθόδων ιχνηλάτησης επαφών μέσων κινητών (η πρoσαρμοσμένη χρήση τους σε εκλογικές στρατηγικές θα μπορούσε να κάνει να…ωχριούν τα όσα έκανε η Cambridge Analytica το 2016 !), ας δούμε σύντομα ποιες είναι, μέχρι τώρα, οι Ευρωπαϊκές πολιτικές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση του φαύλου κύκλου.
Ο κύριος άξονας της Ευρωπαϊκής πολιτικής είναι η δημιουργία ενός διαρκώς εξελισσόμενου νομικού πλαισίου που θα καθορίζει τους «κανόνες του παιχνιδιού» για την «οικονομία των δεδομένων» και κατ΄επέκταση την 4ης Βιομηχανική Επανάσταση. Η οδηγία της Ε.Ε. για την προστασία προσωπικών δεδομένων (GDPR) ήταν απλά μια αρχή.
Υπάρχει μια σειρά από Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες που αφορούν τα προσωπικά αλλά και τα εταιρικά/βιομηχανικά δεδομένα καθώς και την λειτουργία ψηφιακών πλατφορμών όπως τα κοινωνικά δίκτυα και η προστασία ανταγωνισμού με επικαιροποιημένους ορισμούς και κριτήρια.
Έχει όμως αυτό το αναπτυσσόμενο Ευρωπαικό ψηφιακό κανονιστικό πλαίσιο την δύναμη να επιβληθεί στους τεχνολογικούς γίγαντες παγκοσμίως; Η απάντηση είναι θετική.
Οι GAFAM αντλούν πάνω από το ένα τρίτο των εσόδων τους από την Ευρώπη οπότε δεν μπορούν να αγνοήσουν την Ευρωπαική νομοθεσία αλλά ούτε, λόγω του παγκοσμιοποιημένου χαρακτήρα των προιόντων τους, να τα διαφοροποιήσουν για αγορές εκτός Ευρώπης. Αναγκαστικά λοιπόν προσαρμόζονται σε μεγάλο βαθμό στους κανόνες παιχνιδιού που επιβάλλει η Ευρώπη παγκοσμίως.
Αυτές οι Ευρωπαικές πρωτοβουλίες επιβραδύνουν τον φαύλο κύκλο αλλά δεν μπορούν, από μόνες τους, να τον σπάσουν. Άλλωστε , ποτέ δεν είναι οι διαιτητές αυτοί που κερδίζουν παιχνίδια. Δίνουν όμως κάποια περιθώρια χρόνου και καλύτερες προοπτικές για την ανάπτυξη καινοτόμων Ευρωπαικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε κρίσιμους ψηφιακούς τομείς. Ένα σχέδιο δράσης προς αυτή την κατεύθυνση δημοσιεύτηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2020 από την Ε.Επιτροπή.
Ερχόμαστε τώρα στο τι διαφαίνεται με τις θέσεις εργασίας.
Έχει ήδη στοιχειοθετηθεί επαρκώς ότι η ψηφιοποίηση και η αυτοματοποίηση προκαλούν απώλεια θέσεων εργασίας ενώ δημιουργούν νέες θέσεις , οι οποίες όμως απαιτούν νέες δεξιότητες ή/και νέους συνδυασμούς δεξιοτήτων. Ταυτόχρονα, χρειάζονται πλέον νέες μορφές εργασιακής προστασίας και κοινωνικής ασφάλισης καθώς πολλές από τις υπάρχουσες ανατρέπονται.
Σε αυξανόμενο βαθμό αυτή η επιταχυνόμενη απώλεια θέσεων εργασίας είναι μη αντιστρέψιμη.
Τα είδαμε αυτό και στην κρίση του 2008 όπου δουλειές που αυτοματοποιήθηκαν σχετικά εύκολα δεν επανήλθαν.
Ακόμη λοιπόν, και όταν η απειλή του COVID 19 εκλείψει παντελώς, πολλές επιχειρήσεις και οργανισμοί θα συνεχίσουν να υιοθετούν λύσεις μέσω αυτοματοποίησης είτε για μείωση κόστους, είτε γιατί οι «πελάτες» προτιμούν πλέον αυτόματες διαδικασίες, είτε για να είναι καλύτερα προετοιμασμένες να διαχειριστούν μια επόμενη κρίση.
Επείγουσα είναι συνεπώς η ανάγκη για την αντίστοιχη επιτάχυνση της υλοποίησης δράσεων που έχουν ήδη σχεδιαστεί σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, συχνά με πρωτοβουλία της Ευρωβουλής, αλλά και σε εθνικό επίπεδο, για τη δημιουργία και δυναμική επικαιροποίηση ενός νομοθετικού προστατευτικού εργασιακού πλαισίου και έναν «χάρτη δεξιοτήτων» που ανταποκρίνεται στη ζήτηση της μετασχηματιζόμενης αγοράς εργασίας καθώς και για την προσιτή πρόσβαση στη απόκτηση τέτοιων δεξιοτήτων.
Ας ελπίσουμε ότι το νομοθετικό φρένο που βάζει η Ευρώπη, οι απαγορεύσεις εξαγορών στρατηγικής σημασίας εταιρειών αιχμής από ξένους, η φορολόγηση των ολιγοπωλίων της πληροφορικής κ.α. θα αναχαιτίσουν την ευρωπαϊκή περιθωριοποίηση, που συχνά οφείλεται στην βραδύτητα λήψης αποφάσεων από την Ένωση.
Πηγή: www.tovima.gr