Οι εθνολαϊκιστές προελαύνουν σε Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες.
Στο Βέλγιο, στη Φινλανδία , στην Αυστρία , στην Ελλάδα συμμετέχουν στην κυβέρνηση . Στη Γαλλία, την Ολλανδία, τη Δανία, τη Σουηδία και τη Γερμανία, κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος .
Στην Πολωνία, την Ουγγαρία, την Τσεχία στην Ιταλία αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι κυβέρνηση.
Το προσφυγικό είναι το προσφιλές τους θέμα, στηρίζονται απόλυτα σε αυτό, γιατί προκαλεί συναισθηματική φόρτιση και πολώνει το κλίμα, λέει ο αναλυτής του ιδρύματος Κάρνεγκι Στέφεν Λένε και θυμίζει πως στη Γερμανία ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Εναλλακτικής για τη Γερμανία
Αλεξάντερ Γκάουλαντ, είχε χαρακτηρίσει παλαιότερα «δώρο Θεού» το προσφυγικό.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο πρόεδρος Τραμπ εφαρμόζει τα πιο σκληρά και απάνθρωπα μέτρα για να ανακόψει τις μεταναστευτικές ροές από το Μεξικό και να πιέσει τους δημοκρατικούς να πουν ναι, στη χρηματοδότηση του τείχους , που θέλει να χτίσει στα σύνορα με το Μεξικό.
Χωρίζει τα μικρά παιδάκια από τους γονείς τους και είναι σίγουρος πως με αυτό που κάνει κερδίζει ψήφους .
Και δεν έχει άδικο . Μπορεί τελευταία δημοσκόπηση να δείχνει πως τα 2/3 των Αμερικανών διαφωνούν με την πολιτική του , να απομακρύνονται βίαια τα παιδιά από τους γονείς τους , όταν αυτοί περάσουν παράνομα τα σύνορα , αλλά η απόλυτη πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων στηρίζει τα σκληρά αυτά μέτρα και τα 2/3 μάλιστα έχουν αρνητικά αισθήματα απέναντι στους Μουσουλμάνους.
Άλλη δημοσκόπηση φέρει το 20% των Αμερικανών να είναι έτοιμο να αρνηθεί το δικαίωμα της ψήφου στους αμερικανούς πολίτες μουσουλμανικού θρησκεύματος.
Δεν προκαλεί φυσικά καμία έκπληξη το γεγονός ότι ο Ντοναλντ Τραμπ ακολουθεί την εθνικιστική ατζέντα με την οποία εκλέχτηκε. Αυτό που δεν είναι ξεκάθαρο, είναι ποιες θα είναι οι μακροχρόνιες συνέπειες αυτής της πολιτικής, στην αμερικανική κοινωνία και τη δημοκρατία.
Ακριβώς τα ίδια ερωτήματα τίθενται και για την Ευρώπη.
Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς, εκφράζει την έντονη ανησυχία του για την ραγδαία και συνεχιζόμενη άνοδο του εθνολαϊκισμού και λέει πως μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη συνοχή όχι μόνο του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία, αλλά και ολόκληρης της ΕΕ.
Το ζήτημα της μετανάστευσης κυριαρχεί στην πολιτική αντιπαράθεση σε όλα τα κράτη-μέλη και η αδυναμία ή ανικανότητα της Ένωσης να δώσει ευρωπαϊκή λύση στο πρόβλημα, προκαλεί εθνικοποίηση της πολιτικής και δίνει στα ξενοφοβικά κόμματα το άλλοθι , που χρειάζονται για την αντιευρωπαϊκή ρητορική τους.
Είναι αλήθεια πως από το 2015 ο αριθμός των νέων αφίξεων προσφύγων στην Ελλάδα, την Ιταλία, αλλά και τη Γερμανία έχει μειωθεί κατά 75%.
Άρα ουσιαστικά δεν υπάρχει πλέον θέμα. Και όμως
τα εθνολαϊκιστικά κόμματα επιμένουν στη ρητορική τους και δίνουν την εντύπωση ότι τα σύνορα είναι ξέφραγο αμπέλι.
Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί οι πολίτες πιστεύουν τα ψέματα , όταν μάλιστα η πλειοψηφία στη Γερμανία και στην Αυστρία δεν έχει έρθει ποτέ, από την αρχή της προσφυγικής κρίσης , ούτε μία φορά σε επαφή με τους πρόσφυγες;
Ο αναλυτής Στέφεν Λένε εξηγεί πως οι πολίτες νιώθουν ανασφαλείς για διάφορα πράγματα και είναι εύκολο για τους λαϊκιστές να εκμεταλλευτούν αυτό το συναίσθημα παραποιώντας την αλήθεια.
Αυτό συνεχίζουν να κάνουν και οι Χριστιανοκοινωνιστές στη Γερμανία απειλώντας την κυβερνητική συνοχή.
Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ έφτασε στο σημείο να κατηγορήσει την κ. Μέρκελ ότι συμφώνησε με τον γάλλο πρόεδρο στη δημιουργία κοινού προϋπολογισμού της ευρωζώνης με αντάλλαγμα να τη στηρίξει στο προσφυγικό.
Ο ακραίος κ. Ζέντερ δήλωσε μάλιστα πως δεν υπάρχει περίπτωση οι Χριστιανοκοινωνιστές να ψηφίσουν υπέρ του κοινού προϋπολογισμού.
Η γερμανίδα καγκελάριος έχει πρόβλημα και με τους Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι θέτουν υπό αμφισβήτηση ολόκληρο το σχέδιο για τη μετανάστευση, που σκοπεύει να εφαρμόσει ο υπουργός Εσωτερικών και πρόεδρος των Χριστιανοκοινωνιστών Χορστ Ζεεχόφερ και όχι μόνο το ένα σημείο που απορρίπτει η Άγκελα Μέρκελ και το οποίο αφορά την απαγόρευση εισόδου σε πρόσφυγες οι οποίοι έχουν ζητήσει άσυλο σε άλλο κράτος μέλος.
Η σύγκρουση ανάμεσα στα δύο Χριστιανικά κόμματα είναι τόσο σφοδρή που αναλυτές δεν αποκλείουν τη διάλυση της κοινής κοινοβουλευτικής ομάδας και την αποχώρηση των Χριστιανοκοινωνιστών από την κυβέρνηση.