Είκοσι πέντε χρόνια μετά τη de facto κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, ήρθε η ώρα για την κατάργηση του κυβερνητικού μονοπωλίου στη δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Τώρα είναι αναγκαία, περισσότερο παρά ποτέ, μια διπλή μεταρρύθμιση με στόχο την εξουδετέρωση του κυβερνητικού μονοπωλιακού ελέγχου στην ΕΡΤ, αλλά και την αμφισβήτηση του μονοπωλίου της ΕΡΤ στη Δημόσια Τηλεόραση.
Το νομοσχέδιο των Ν.Αλιβιζάτου-Θ.Τσεβά, με την πολιτική υπογραφή του Παντελή Καψή, αποτελεί μια ώριμη και μελετημένη πρόταση για την επίτευξη του πρώτου στόχου: την απεμπλοκή της ΕΡΤ από τον κυβερνητικό έλεγχο. Το νομοσχέδιο είχε εισαχθεί πρός συζήτηση στην κοινοβουλευτικη διαδικασία, από την κυβέρνηση Παπαδήμου. Μπήκε στο συρτάρι λόγω αντιδράσεων της Νέας Δημοκρατίας. Ρυθμίσεις, όπως επταετής θητεία της διοίκησης και η θεσμική αρχιτεκτονική διασφάλισης της αυτονομίας της απο την κυβερνητική πλειοψηφία, είχαν τρομάξει την τότε αξιωματικη μεν, αντιπολίτευση, πλην συγκυβερνώσα Ν.Δ. Η πολιτική συμπεριφορά της Ν.Δ. στην ΕΡΤ, τους τελευταίους έξι μήνες και μάλιστα, υπό συνθήκες τρικομματικής κυβέρνησης, αποδεικνύουν τη συνέπειά της.
Ο δεύτερος στόχος, η κατάργηση του ΕΡΤικού μονοπωλίου, μπορεί να επιτευχθεί από την ίδρυση μη κρατικών δημόσιων τηλεοπτικών σταθμών, από μη κερδοσκοπικούς φορείς. Πώς; Δεν χρειάζεται να εφεύρουμε την πυρίτιδα. Αρκεί να γνωρίσουμε την Αμερική στο παράδειγμα της δικής της δημόσιας τηλεόρασης, του PBS (Public Broadcasting Syndication). {Για όσους ενδιαφέρονται να δουν πώς λειτουργεί, από πού αντλεί έσοδα και πώς προπωλεί τα προγράμματά του ο πιο επιτυχημένος δημόσιος σταθμός στις ΗΠΑ, τοPBS/ WGBH: κάντε κλικ ΕΔΩ και ΕΔΩ.
Σε μια εποχή πολυδιάστατης κρίσης στην επιιχειρηματικότητα, στην απασχόληση, στο παραγωγικό πρότυπο, είναι αναγκαίο να ενθαρρυνθούν συνεργατικά εταιρικά εγχειρήματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, δημοσίου συμφέροντος και κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Μια μεταρρύθμιση κοινωνικής διαχείρισης της δημόσιας τηλεόρασης, μπορει να πετύχει ταυτόχρονα τη σμίκρυνση του κράτους και την επέκταση του δημόσιου τομέα, τη μείωση της σπατάλης και την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων, χωρις επέκταση των κρατικών δαπανών. Μπορεί να συγκεράσει και να φέρει στον τόπο μας τις καλύτερες παραδόσεις της «βόρειας» σοσιαλδημοκρατίας και του σύγχρονου φιλελευθερισμού. Να εισαγάγει στο δημόσιο τομέα στοιχεία της αγοράς και του ανταγωνισμού. Όπου «αγορά»: η προσέλκυση θεατών/χρηστών, υπηρεσιών και όπου «ανταγωνισμός»: η άμιλλα κρατικών και μη΄κρατικών δημοσίων σταθμών, για μεγαλύτερο μερίδιο από την κοινωνική επιχορήγηση (=ανταποδοτικό τέλος) και για μεγαλύτερο μερίδιο στις ιδιωτικές χορηγίες παραγωγής προγραμμάτων. (Εφόσον, βεβαίως, οι ιδιώτες χορηγοί απολαμβάνουν τα ίδια φορολογικά κίνητρα, τα οποία προβλέπονται στο νόμο για τον κινηματογράφο.)
Ας φανταστούμε ένα μέλλον όπου ο καταναλωτής της ΔΕΗ θα έχει τη δυνατότητα να σημειώσει στο λογαριασμό ρεύματος, σε ποιο δημόσιο σταθμό -στον κρατικό ή στον μη κερδοσκοπικό- επιθυμεί να κατευθυνθεί το ανταποδοτικό υπερ της ΕΡΤ τέλος, το οποίο πληρώνει. Στη μεταβατική περίοδο δύο η τριών ετών έως αυτό το μέλλον, ας αθλοθετηθεί για τους νέους δημόσιους σταθμούς μικρό ποσοστό του τέλους – προτείνω μόνο το 5%. Στην ίδια μεταβατική περίοδο, ας πειραματισμούμε με ένα ή το πολύ δύο νέους σταθμούς, με προσδιορισμένο θεματικό περιεχόμενο.
Το Δημόσιο να επιλέξει τους διαχειριστές των μη κρατικών δημόσιων σταθμών, προκηρύσοντας διαγωνισμούς παροχής υπηρεσιών δημόσιας τηλεόρασης στις νέες επίγειες ψηφιακές συχνότητες. Η διαγωνιστική διαδικασία θα αξιολογήσει τις προσφορές, με κριτήρια: το επιχειρησιακό σχέδιο, το προτεινόμενο πρόγραμμα και την εξασφάλιση διεθνών στρατηγικών συμμαχιών, την παροχή υπηρεσιών στην εκπαίδευση και την οικογένεια, την επάρκεια της επαγγελματικής ομάδας διαχείρισης, την οργανωμένη συμμετοχή εθελοντών και την άμεση και έμμεση συμβολή στην αύξηση της απασχόλησης. Στους μη κρατικους δημόσιους σταθμούς, δεν θα επιτρέπεται η διανομή κερδών στους εταίρους, αλλά η επανεπένδυσή τους στο πρόγραμμα. Τυχόν ελλείμματα, θα τιμωρούνται μέ ισόποση μείωση της επιχορήγησης. Μόνο μια χρήση θα επιτρέπεται ελλειμματική. Τα έξοδα μισθοδοσίας και οι αμοιβές της διοίκησης, θα έχουν ως ανώτατο πλαφόν ενα ποσοστό τών εσόδων του σταθμού. Αύξηση του κόστους μισθοδοσίας και της απασχόλησης, θα επέρχεται μόνο από την αύξηση των εσόδων. Οι νέοι σταθμοί θα απέχουν από τη διαφημιστική αγορά, αλλά θα έχουν το προνόμιο /θετική διάκριση να πωλούν στο κοινό το πρόγραμμά τους.
Στην 25ετία της συνύπαρξης με την ιδιωτική τηλεόραση, η δημόσια τηλεόραση λεηλατήθηκε, συκοφαντήθηκε, περιθωριοποιήθηκε. Αντί να λειτουργήσει ως το θεσμικό αντίβαρο στο άναρχο τοπίο, έγινε το συμπλήρωμά του. Αντί, ιδίως στην εποχή της οικονομικής κρίσης, να γίνει πυλώνας ανάπτυξης, η δημόσια τηλεόραση καταδικάστηκε σε τυφλή αυτοχειριαστική λιτότητα.
Η πείρα των τελευταίων μηνών κατέδειξε ότι αλλαγή χωρίς μεταρρύθμιση, υπονομεύεται και εξουδετερώνεται.
Εάν καθιερωθεί η μεταρρύθμιση Καψή-Αλιβιζάτου-Τσεβά, θα πάψει η ΕΡΤ να αποτελεί πεδίο κομματικού ελέγχου, σιτοβολώνα κλαδικών και πεδίο πελατειακών σχέσεων. Εάν καθιερωθεί, ταυτόχρονα, η μη κρατική δημόσια τηλεόραση, τότε, μέσω του ανταγωνισμού, θα ωθηθούν και οι παλαιοί παίκτες να υπερασπιστούν την αποστολή τους.