Συνεχίζουμε στο παρόν δεύτερο άρθρο της σειράς την ανάλυση περί διοικητικών βαρών ή βαριδιών. Έτσι, σαν δυο βαρίδια, που κρατούν το κράτος μας στο τέλμα της ύφεσης, σαν δυο μυλόπετρες που συνθλίβουν τις υγιείς δημόσιες υπηρεσίες, λειτουργούν οι πάμπολλοι νόμοι και ρυθμίσεις από τη μια και οι επίσης πάμπολλοι φορείς και οργανισμοί του Δημοσίου από την άλλη.
Μια ατελέστατη προσπάθεια εκκίνησης της διαδικασίας απλοποίησης της ελληνικής νομοθεσίας αποτέλεσε ο Ν. 4048/2012, που ψηφίστηκε υπό την καθοδήγηση της τρόικας, ως υποχρέωση απορρέουσα από το πρώτο επικαιροποιημένο μνημόνιο, με τίτλο «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης». Ο νόμος αυτός θέτει ένα αρχικό ρυθμιστικό πλαίσιο παραγωγής ‘καλών νόμων’, με τη σύσταση, για παράδειγμα, «Γραφείου Καλής Νομοθέτησης», υπό την Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης (δηλαδή, έως πρόσφατα, υπό τον κ. Μπαλτάκο!), «Γραφείων Νομοθετικής Πρωτοβουλίας», ένα για κάθε υπουργείο, υπό το Γραφείο Καλής Νομοθέτησης, καθώς και «Επιτροπής Κωδικοποιήσεων και Αναμόρφωσης του Δικαίου (ΕΚΑΔ)», επίσης υπό την ΓΓ Κυβέρνησης, σε αντικατάσταση της παλαιότερης ΚΕΚ (Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης, του Ν. 3133/2003). Βέβαια, όλες αυτές οι δομές θα στελεχώνονταν αδιαφανώς από τους οικείους υπουργούς και τον ΓΓ της Κυβέρνησης, χωρίς καμία αναφορά σε αξιοκρατικές διαδικασίες. Δυστυχώς ο νόμος αυτός παραμένει ανενεργός, διότι ο μέχρι πρόσφατα υπεύθυνος για την εφαρμογή της πολιτικής καλής νομοθέτησης, Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης κ. Μπαλτάκος, ουδόλως ενδιαφερόταν, σύμφωνα και με ρητή δήλωσή του, για την πολιτική αυτή, προφανώς λόγω φόρτου εργασίας από τα αλλεπάλληλα ραντεβού με στελέχη του εντοπίου εθνικοσοσιαλισμού! Επομένως, τα απαιτούμενα προεδρικά διατάγματα για τη σύσταση των εν λόγω υπηρεσιών παραμένουν εκκρεμή, άρα απέχουμε πολύ από την πλήρη λειτουργία τους. Ο νόμος αυτός ισχύει τύποις και υποτυπωδώς.
Άρα νόμοι και φορείς ζουν και βασιλεύουν, συνθλίβοντας τη ΔΔ και απομυζώντας τον προϋπολογισμό. Ποια είναι η απάντηση του ΥΔΜΗΔ; Η «Εθνική Στρατηγική για τη Διοικητική Μεταρρύθμιση 2014-2016» καθώς και η «Στρατηγική για την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση 2014-2020 (όχι ‘Εθνική’ αυτή!)», δυο ωραιότατα pdf και powerpoint, τα οποία είναι μνημεία οραματικής πολυλογίας και παλλιλογίας, με πληθώρα γενικόλογων στόχων και καλών προθέσεων ώστε να ξεχνάει ο αναγνώστης τους ρυθμούς χελώνας που επικρατούν. Δηλαδή, «αφού δεν κάνουμε μεταρρύθμιση, ας βγάλουμε ένα ωραίο εγχειρίδιο (ή, πλέον, powerpoint)», παλιά, δοκιμασμένη συνταγή της εγχώριας, και όχι μόνον, πολιτικής τάξης.
Πώς θα μειωθεί έτσι η ανεργία, όταν ο κάθε υποψήφιος επενδυτής έρχεται αντιμέτωπος με το λαβύρινθο νόμων και φορέων, στα βάθη του οποίου, αν καταφέρει να εισχωρήσει, παραμονεύουν, ως άλλος Μινώταυρος, υψηλοί και διαρκώς μεταβαλλόμενοι φόροι καθώς και εξουθενωτικές ασφαλιστικές εισφορές, της τάξεως του 40% περίπου για το ΙΚΑ! Πώς θα μειωθεί η ανεργία; Α, εδώ, παρεμπιπτόντως, έχουμε και τη λύση της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως (από το στόμα του προέδρου Τσίπρα στη ΔΕΘ): «Ειδικό πρόγραμμα απασχόλησης ύψους 5 δις ευρώ για τη δημιουργία 300.000 θέσεων εργασίας. Τα χρήματα που θα δοθούν για το πρόγραμμα αυτό θα προέλθουν από το ΕΣΠΑ, 3 δις σε ένα χρόνο (και 2 δις τον επόμενο, να υποθέσουμε;)» Παρακαλώ; Μα περίπου 3 δις είναι το ύψος της συνολικής δαπάνης που προβλέπει το νέο ΕΣΠΑ (ΣΕΣ) για κάθε χρόνο. Δηλαδή σχεδόν όλο το νέο ΕΣΠΑ για δύο χρόνια θα δοθεί ως επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών; Εκτός του ότι αυτό δεν εγκρίνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ριχτούν τόσα χρήματα στον πίθο των Δαναΐδων, που όλο τον γεμίζουμε κι αδειάζει; Όταν τελειώσει η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών, τι θα κάνουν εργοδότες και εργαζόμενοι; Ξανά στον εγχώριο Μινώταυρο του 40% στο ΙΚΑ: εξίσου αν όχι πιο επιβλαβής για την ανάπτυξη είναι αυτός ο Μινώταυρος απ’ ότι ο Βαρουφάκειος παγκόσμιος χρηματοπιστωτικός Μινώταυρος! Με τερατώδεις ασφαλιστικές εισφορές και λαβυρινθώδη διοίκηση, ανάπτυξη δε στεριώνει.
Περιγράψαμε αρκούντως το μεγάλο, δυσβάσταχτο διοικητικό βάρος που δεν αφήνει τη χώρα να αναπτυχθεί. Η απάντηση; Εφαρμογή τώρα, επειγόντως, δραστικής κωδικοποίησης/απλοποίησης της νομοθεσίας, όπως έκανε ο Τριβωνιανός για τον Ιουστινιανό. Μέθοδοι ήδη γνωστές και εφαρμοσθείσες σε άλλες χώρες υπάρχουν (ρυθμιστική γκιλοτίνα, sunset clauses και άλλα, για τα οποία απαιτείται ξεχωριστό άρθρο). Ή, έστω, ας εφαρμόσουμε τον Ν. 4048/2012, με τον νέο ΓΓ Κυβέρνησης τώρα που μας τελείωσε ο κ. Μπαλτάκος! Η απλοποίηση της νομοθεσίας πρέπει να είναι τόσο δραστική ώστε να τείνουμε προς την αρχή: «ένας (1) νόμος, ένα ‘τελικό κείμενο’, εν ισχύι για κάθε υπουργείο». Άρα χρειάζεται και συνταγματική κατοχύρωση ότι όποτε ψηφίζεται νέος νόμος θα ενσωματώνει όλη την προηγούμενη νομοθεσία ή θα την καταργεί: ό,τι δεν ενσωματώνεται, αυτοδικαίως καταργείται. Έτσι θα διστάζει κάθε υπουργός να φέρνει τρία και τέσσερα νομοσχέδια στη διάρκεια της θητείας του. Οι νόμοι είναι ο ύψιστος θεσμός, δεν είναι για να παίζουνε – εν ου παικτοίς – οι μαθητευόμενοι της πολιτικής κοπτορραπτικής. Ο Ιουστινιανός έμεινε στην ιστορία γιατί ανέθεσε την κωδικοποίηση και την επαναδιατύπωση της δαιδαλώδους Ρωμαϊκής νομοθεσίας στον Τριβωνιανό, κι ας θαυμάζουν στις μέρες μας οι Έλληνες την Αγιά-Σοφιά κι όχι τους νέους νόμους που αποτέλεσαν την βάση για όλα τα Ιουστινιάνεια επιτεύγματα! Προσπαθήστε να διαβάσετε τον νόμο για τον ΕΟΠΥΥ, ή τους μεταρρυθμιστικούς νόμους Μητσοτάκη. Παραπέμπουν σε εκατό άλλους νόμους και διατάξεις και, σε απλά Ελληνικά, δεν διαβάζονται. Οι νόμοι είναι η θεσμική μνήμη και θεσμική συνέχεια του κράτους και τη σταθερότητα την δίνει ένα κράτος με θεσμική μνήμη και θεσμική συνέχεια, όχι ο εκάστοτε πολιτικός αρχηγός που έχει το θράσος να λέει «η σταθερότητα είμαι εγώ».
Ομοίως, ας εφαρμόσουμε τους νόμους περί καταργήσεων φορέων. Ας υπάρξει επιτέλους πλήρης κατάλογος αυτών, επικαιροποιούμενος ώστε να φαίνεται πάντοτε η πρόοδος που συντελείται, και ας προτιμήσουμε τις καταργήσεις έναντι των συγχωνεύσεων, που λίγα πραγματικά προσφέρουν. Γενικότερα, για να επιτύχουμε κοινωνική ανταποδοτικότητα, δηλαδή βελτίωση των κοινωνικών υπηρεσιών με σταθερούς ή μειούμενους φόρους, πρέπει να αυξάνουμε τις κοινωνικές δαπάνες και να μειώνουμε τις διοικητικές. Πιο απλά, κάθε ένας επιπλέον διοικητικός δημόσιος υπάλληλος σημαίνει έναν λιγότερο γιατρό ή δάσκαλο ή πυροσβέστη ή αστυνόμο: όσο είναι πολλοί οι διοικητικοί θα είναι λιγότεροι, εξ ανάγκης, οι ‘ΔΥ αιχμής’, οι υπάλληλοι που προσφέρουν άμεση κοινωνική υπηρεσία.
Η (συναρπαστική) συνέχεια, περί αξιολόγησης, στο επόμενο.