Γυρίζοντας στη Χαριλάου

Κώστας Μποτόπουλος 11 Ιουλ 2013

Η ενίσχυσή του εντός του κυβερνητικού σχήματος, η επιστροφή στην παλιά του έδρα και μια σειρά ιστορικών αναφορών (από πρώην πολιτικούς αντιπάλους και νυν συγκυβερνήτες), ξανάφεραν πρόσφατα στο προσκήνιο το «φάκελο ΠΑΣΟΚ». Η συζήτηση θα μπορούσε να έχει πολλές πτυχές, αλλά ας κρατήσουμε δύο μόνο: αποτίμηση του ως τώρα ιστορικού ίχνους, ανανέωση από δω και μπρος της ιδεολογικής ταυτότητας. Ας μου επιτραπεί να πω επ’ αυτών τη γνώμη μου -όσο πιο ψύχραιμα, αλλά όχι απρόσωπα, και όσο πιο επιγραμματικά, αλλά όχι συνθηματολογικά, γίνεται:

– Η κυβερνητική πορεία του ΠΑΣΟΚ ως το 2004, έχει να εμφανίσει κατακτήσεις και οπισθοχωρήσεις, αποδοχή και ενστάσεις. Νέο αίμα και ιδέες στην πολιτική σκηνή, κοινωνική εξισορρόπηση, προοδευτικές αλλαγές, διευκρίνιση και σταθεροποίηση (παρά τις περί του αντιθέτου εξαγγελίες) της ευρωπαϊκής πορείας, από τη μια – χαμένες ευκαιρίες ποιοτικής τομής, δημιουργία νέων και συχνά χαμηλής ποιότητας «τζακιών», εμβάθυνση του πελατειακού συστήματος, έξαρση του λαϊκισμού (ο οποίος πάντως ασφαλώς δεν «εφευρέθηκε» στην Ελλάδα το 1981), από την άλλη. Το ζύγισμα δεν είναι απλό, όμως η ιστορική, καθώς και η κοινωνική ετυμηγορία, πιστεύω πως έχουν πια πάρει όχι συντριπτικά αλλά ανεπίστρεπτα θετικό πρόσημο.

– Η ειδικότερη κρίση για τη «συμβολή» του (πρώιμου ιδίως) κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ στα δημοσιονομικά και άλλα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας, δεν επιτρέπεται να γίνεται αποκλειστικά, ούτε καν κυρίως, με τους σημερινούς όρους, αλλά πρέπει να λαμβάνει υπόψη της την εποχή που λήφθηκαν μια σειρά κατευθύνσεων, αποφάσεων και μέτρων. Άλλες οι επιδιώξεις ενός «κινήματος αλλαγής» και οι αντίστοιχες κοινωνικές ανάγκες στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, άλλη η «σοσιαλδημοκρατική διαχείριση» του 1996-2004 και άλλες οι προτεραιότητες στο μέσο μιας βαθιάς και όχι μόνο ελληνικής κρίσης, όπως αυτή στην οποία συνεχίζουμε να στροβιλιζόμαστε. Στις πρώτες κυβερνητικές θητείες του, το ΠΑΣΟΚ ασφαλώς προέβη σε «παροχές» μέσω δανεισμού και άρα επιβάρυνε τους κρατικούς προϋπολογισμούς, όμως δεν είναι χωρίς σημασία ούτε το κοινωνικό αποτέλεσμα αυτών των παροχών, ούτε η συνεισφορά τους σε μια, εύθραυστη έστω, ανάπτυξη, που υπήρξε στη χώρα. Ασφαλώς η ποιότητα της διαχείρισης σηκώνει συζήτηση και κριτική, το να αποδίδουμε όμως στις κυβερνήσεις Ανδρέα Παπανδρέου και Σημίτη την κύρια ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση («ξεχνώντας», για παράδειγμα, πότε και από ποια παράταξη τέθηκαν οι βάσεις του «πελατειακού συστήματος» και του «ελληνικού κρατισμού», καθώς και ποιας κυβέρνησης η απρονοησία και σπατάλη έφτασε τη δημοσιονομική κατάσταση στο απροχώρητο), συνιστά, νομίζω, στην καλύτερη περίπτωση, κακή ανάγνωση της Ιστορίας και στη χειρότερη, κακοπιστία.

– Η κυβερνητική θητεία του Οκτωβρίου του 2009 ως το Νοέμβριο του 2011, έχει εντελώς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και θα πρέπει να κρίνεται και με βάση αυτά. Το αρκετά αλλαγμένο ΠΑΣΟΚ, ξαναήρθε στην εξουσία πιο αμέριμνο από όσο επέτρεπαν οι περιστάσεις και υποσχόμενο πολλά περισσότερα από όσα μπορούσε να δώσει. Άργησε να αντιληφθεί την ουσία και το βάθος της κρίσης και δεν βρήκε τον τρόπο να διαμορφώσει μια ελληνική και «σοσιαλιστική» απάντηση σε αυτήν, πριν αποδεχθεί σχέδια και μηχανισμούς που έρχονταν σε προφανή αντίθεση και με την ιδεολογία του και με τις κοινωνικές αναφορές του και με το ίδιο το προεκλογικό του πρόγραμμα. Ξένισε, απογοήτευσε και τελικά «έχασε» ένα μεγάλο μέρος των κοινωνικών στρωμάτων που παραδοσιακά το στήριζαν, ακριβώς λόγω αυτής της αντίθεσης και της αδυναμίας του να την εξηγήσει πειστικά. Όμως, συνιστά διανοητική λαθροχειρία και ιστορική παραχάραξη να αποσιωπείται ή να υποτιμάται ότι, τελικά, η κυβέρνηση εκείνη του ΠΑΣΟΚ απέτρεψε την άμεση χρεοκοπία της Ελλάδας, κάνοντας (αλλά πρώτη αυτή και υπό τις πιο δύσκολες δυνατές συνθήκες) αυτό που έκαναν και οι άλλες χώρες τις οποίες «πέταξαν από το σύστημα» οι Αγορές (και βέβαια αυτό που κάνει και η σημερινή ελληνική κυβέρνηση): δανειζόμενη με ευνοϊκούς όρους από τους διεθνείς εταίρους με αντίτιμο το σκληρό, αντιαναπτυξιακό και περιοριστικό της πολιτικής ελευθερίας Μνημόνιο.

– Στην παρούσα φάση, η επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στις «ρίζες του», σημαίνει άραγε και πιθανότητα να επιχειρηθεί επιστροφή στον «παλιό» εαυτό του; Τρία βαριά όσο και αντικειμενικά γεγονότα καθιστούν, κατά τη γνώμη μου, αδύνατη την καταφατική απάντηση: η κρίση ως δομικό, φοβούμαι, φαινόμενο, και οι ανάγκες και προτεραιότητες που δημιουργεί, τόσο σε επίπεδο θεωρίας, όσο και σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης – το τέλος, λόγω εκλογικών συσχετισμών αλλά και νομιμοποιητικής ανάγκης, των μονοκομματικών κυβερνήσεων – η διεθνής μετακίνηση του κέντρου βάρους των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων προς την υπηρέτηση μιας πιο ενωμένης, αλλά και πιο πολιτικής Ευρώπης και προς την εκπόνηση σχεδίων ήπιων αλλά ουσιαστικών αλλαγών εντός της «συνταγής» εξόδου από την κρίση. Γυρίζοντας στο παλιό του σπίτι, το ΠΑΣΟΚ πρέπει να κοιτάξει μπροστά -στην ενίσχυση της Δημοκρατίας και των ελευθεριών στην Ελλάδα, στη στελεχική ανανέωση με μόνο κριτήριο την ποιότητα, στην ευρωπαϊκή εμβάθυνση μέσα από τολμηρές ιδέες- και όχι πίσω. Όσο και αν το πίσω, χάρις και στην αδεξιότητα των πολιτικών του αντιπάλων, φαντάζει πιο ηρωικό από ό,τι είναι. Και όσο και αν το μπροστά θέλει αρκετό χρόνο για να «πληρώσει».