Οι καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις, ιδιαίτερα μετά την πρώτη αποτυχημένη απόπειρα εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, φέρνουν τη χώρα ένα βήμα πιο κοντά στην προκήρυξη εκλογών και τον ΣΥΡΙΖΑ ένα βήμα πιο κοντά στην ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών. Η συσσωρευμένη κοινωνική ανασφάλεια μετά από έξι χρόνια ύφεσης και τέσσερα χρόνια δρακόντειων μέτρων λιτότητας αγγίζει τον κάθε πολίτη.
Ωστόσο η εστίαση αυτής της ανησυχίας στο κατά πόσον είναι εφικτή η σύγκρουση με τις πολιτικές λιτότητας από μια νέα κυβέρνηση είναι πέρα για πέρα λανθασμένη. Η εκστρατεία κατατρομοκράτησης της ελληνικής κοινής γνώμης και του διεθνούς παράγοντα αποτελεί αποκλειστικά δημιούργημα της παρούσας κυβέρνησης.
Για του λόγου του αληθές ας δούμε τι έχει αλλάξει από το 2012. Τότε η ρευστότητα των τραπεζών αποτελούσε ένα πραγματικό πρόβλημα που δυνητικά απειλούσε όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες στην περίπτωση αναταράξεων. Σήμερα, όμως, η τραπεζική ενοποίηση στην Ευρώπη έχει υλοποιηθεί, παρά τα λάθη και τις παραλείψεις. Οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες είναι τμήμα του ενιαίου ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Άρα το ενδεχόμενο η ΕΚΤ να ακολουθήσει μια πολιτική διακρίσεων εναντίον συγκεκριμένων τραπεζών, εξαιτίας των πολιτικών επιλογών των πολιτών, είναι απίθανη καθώς θα αποσταθεροποιούσε όλο το εγχείρημα υπονομεύοντας τη διαδικασία εν τη γενέσει της.
Δεύτερον, το 2012 ο κανόνας σχετικά με τις αυστηρές αρχές δημοσιονομικής πειθαρχίας φάνταζε ακόμα σταθερός. Είχε παραβιαστεί την περίοδο της κρίσης του 2008 από τις περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες, αλλά έμοιαζε ως ένα μεμονωμένο και έκτακτο γεγονός. Σήμερα οι ασθενικοί ρυθμοί ανάπτυξης έχουν καθηλώσει όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία, με το ειδικό βάρος που φέρουν, έχουν κατοχυρώσει το δικαίωμα μονομερώς να μην εφαρμόζουν τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας. Άρα οι ρωγμές στην πολιτική της λιτότητας είναι πλέον πραγματικότητα.
Τρίτον, το 2012 οι συγκρούσεις σχετικά με την ανεπάρκεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ήταν ακόμα εν εξελίξει. Σήμερα, όμως, έχουν γίνει βήματα στην κατεύθυνση της ανάληψης του ρόλου που της αναλογεί. Δηλαδή στη διεύρυνση του ενεργητικού της στο ύψος του 1 τρισ. με σκοπό την έμμεση, μέσω των τραπεζών, αγορά κρατικών ομολόγων το αργότερο μέχρι τον Μάρτιο.
Από το 2012 δεν έχουν γίνει όμως μόνο αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον. Έχει αλλάξει και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ κάνοντας άλματα στην ικανότητά του να διαπραγματευτεί μια διαφορετική πορεία για τη χώρα. Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης άλλαξε την ατζέντα της πολιτικής συζήτησης από τον Σεπτέμβριο και μετά. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ είναι περισσότερο από ποτέ έτοιμος να διαπραγματευτεί ένα διαφορετικό πακέτο πολιτικών παρεμβάσεων στον αντίποδα του Μνημονίου και να πείσει για την επίδραση που θα έχουν στην αναθέρμανση της οικονομίας και στην ανακούφιση της κοινωνίας.
Στο παραπάνω πλαίσιο η διαπραγμάτευση που θα επιδιώξει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι συνολική. Θα αφορά την έξοδο από το Μνημόνιο και την απομείωση του δημοσίου χρέους. Η κυβέρνηση σήμερα εκβιάζει σχετικά με τον φόβο των αγορών μπροστά στο ενδεχόμενο της πολιτικής αλλαγής. Ξεχνούν όμως ότι η χώρα βρίσκεται εκτός αγορών πρακτικά από το 2010. Η αδυναμία της Ελλάδας να προσφύγει στον εξωτερικό δανεισμό σχετίζεται με τη μη βιωσιμότητα του σημερινού δημοσίου χρέους και την αδυναμία της οικονομίας να αποπληρώνει την επόμενη δεκαετία ετησίως ποσά της τάξης του 4% και του 5% του ΑΕΠ. Η μείωση των αναγκαίων ετήσιων ροών σε βιώσιμα επίπεδα, ειδικά, θα καταστήσει την εξυπηρέτηση του χρέους εφικτή και, κυρίως, θα δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο για να υλοποιηθούν παρεμβάσεις που θα συμβάλουν στην επιστροφή στην ανάπτυξη.
Με την ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι σε αντικειμενικά καλύτερη θέση από τη σημερινή κυβέρνηση για την πραγματοποίηση μιας τέτοιας διαπραγμάτευσης. Δεν έχει τις δεσμεύσεις του σημερινού πολιτικού προσωπικού. Ουδέποτε συναίνεσε στο περιεχόμενο των μεταρρυθμίσεων του Μνημονίου. Θα διαθέτει νωπή λαϊκή εντολή στη βάση ενός ξεκάθαρου προγράμματος. Και, τέλος, θα εισηγείται αλλαγές οι οποίες συνάδουν με το πανευρωπαϊκό κλίμα κριτικής απέναντι στη λιτότητα.
Σήμερα, πλέον, οι εκλογές αποτελούν μονόδρομο. Η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια νέα κυβέρνηση που να μπορεί να κοιτάξει στα μάτια τους Ευρωπαίους εταίρους ανοίγοντας ένα καινούργιο πεδίο συζητήσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επενδύει στον φόβο και την καταστροφολογία, αλλά στο αμοιβαίο συμφέρον που έχει η ενωμένη Ευρώπη από την εύρεση ενός βιώσιμου σχεδίου για το χρέος για το σύνολο της Ευρωζώνης. Στον αγώνα αυτό, έχει πολλούς συμμάχους και πριν από όλους τη συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού.