Απορία πρώτη (για τη βία): Ποια πρέπει να είναι η αντίδραση του νόμου και της τάξης όταν ένας δεκατετράχρονος χαρακώνεται στο πρόσωπο από μια συμμορία, μόνο και μόνο γιατί είναι μετανάστης; Κατά τα σήμερον ισχύοντα, αν ο δράστης αποκαλυφθεί, θα διωχθεί για πλημμέλημα (επικίνδυνη σωματική βλάβη). Εάν, όταν φτάσει η υπόθεση στο ακροατήριο, οι δικαστές δεχτούν ότι το έγκλημα είχε ρατσιστικό κίνητρο, το πλαίσιο ποινής δεν θα αλλάξει, το πολύ, αν αναγνωρίσουν και κάποιο ελαφρυντικό, να επιβάλουν ποινή φυλάκισης που θα αναστέλλεται ή θα μετατρέπεται σε χρηματική. Ο δράστης δηλαδή, τόσο πριν όσο και μετά την καταδίκη του, θα κυκλοφορεί ελεύθερος και, γιατί όχι, θα θέσει και υποψηφιότητα στις εκλογές. Εν τω μεταξύ το θύμα θα έχει πιθανότατα απελαθεί, μπορεί και πριν από τη δίκη.
Μήπως χρειάζεται νόμος που να επιβαρύνει το πλαίσιο ποινής και τις προϋποθέσεις αναστολής και μετατροπής των εγκλημάτων ρατσιστικής βίας; Μήπως, αν έτσι κρίνει ο εισαγγελέας, το θύμα και οι μάρτυρες πρέπει να προστατεύονται από την απέλαση και να έχουν νομική βοήθεια; Δεν είναι εξάλλου αυτό αναγκαίο για όλα τα σοβαρά αδικήματα, ανεξαρτήτως κινήτρου, που μπορεί και να έχουν ως θύματα Ελληνες αλλά και ως θύτες αλλοδαπούς; Εκτός κι αν έχουμε την πολυτέλεια να αδιαφορούμε αμέριμνοι για την εξάπλωση της βίας.
Τέλος, μια κακουργηματική πλαστογραφία ή μια διακεκριμένη κλοπή μπορεί να οδηγήσει σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Αντιθέτως, ο μαχαιροβγάλτης ρατσιστής δεν έχει τέτοιο φόβο. Είναι αυτή η αντίληψη που ταιριάζει σε μια Δημοκρατία;
Απορία δεύτερη (για τον λόγο): Ζούμε μήπως σε κάποια χώρα όπου βασιλεύει η πολιτική ορθότητα; Οπου δεν τολμά κανείς να κάνει πλάκα στις παρέες, όπου δεν διανοείται να προσβάλει στην τηλεόραση έναν αλλόθρησκο, να καταγγείλει τους ομοφυλόφιλους, να στοχοποιήσει τους μετανάστες; Είμαστε δηλαδή σε καθεστώς υπερπροστασίας των μειοψηφιών;
Εχουμε έναν αντιρατσιστικό νόμο που έχει ξεπεράσει σε ηλικία τα τριάντα χρόνια. Σε στάδιο ωριμότητας δηλαδή. Δεν έχει εφαρμοστεί σχεδόν ποτέ. Μάλιστα, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε πρόσφατα ότι το να γράφεις «Ετσι θέλουν οι Εβραίοι. Διότι μόνο έτσι καταλαβαίνουν.
Εντός 24 ωρών και εκτελεστικό απόσπασμα» δεν συνεπάγεται κάποια κύρωση. Ετσι ερμήνευσαν οι ανώτατοι δικαστές τον Ν. 927/1979 που τιμωρεί τη δημόσια προτροπή σε πράξεις ή ενέργειες που μπορεί να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπων ή ομάδας προσώπων λόγω φυλετικής ή εθνικής καταγωγής ή θρησκεύματος αλλά ακόμα και την απλή έκφραση ιδεών προσβλητικών για τα παραπάνω πρόσωπα.
Προσωπικά, θεωρώ και δημοκρατικά ατελέσφορη και δικαιοπολιτικά προβληματική την προσβολή της ελευθερίας του λόγου. Τι σχέση έχει όμως η δικανική, πολιτική και μιντιακή πραγματικότητα που ζούμε με την πολιτική ορθότητα;
Και ποιος μπορεί με ειλικρίνεια να ανησυχεί αν εισαχθεί διάταξη που θα εγγυάται μεν το δικαίωμα διατύπωσης ακόμα και ρατσιστικών απόψεων ή και την άρνηση του Ολοκαυτώματος, αλλά θα τιμωρεί την προτροπή σε βιαιοπραγίες και μίσος κατά συγκεκριμένων ευάλωτων ομάδων, όπως προτείναμε στο υπουργείο Δικαιοσύνης από το 2011, όπως ρητώς καταγράφεται στην πρόταση νόμου που κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ τον περασμένο Φεβρουάριο;
Απορία τελική: Ετσι, με νόμους και διατάγματα, θα λύσουμε το ζήτημα της ανόδου του νεοναζισμού; Απάντηση: Οχι μόνον έτσι. Αλλά αν δεν προστατεύσουμε τους πολίτες από τη βία, τότε δεν θα προστατεύσουμε τη Δημοκρατία από τους εχθρούς της.
Και δεύτερον, αλλά όχι έλασσον, αν περιμένουμε να βγούμε από το μνημόνιο για να ασχοληθούμε με τον φασισμό, μήπως ανεπαισθήτως νομιμοποιούμε τους φασίστες, που δεν τους κοστίζει δα και πολύ να εμφανίζονται ως αντιμνημονιακοί;
Αν δεν προστατεύσουμε τους πολίτες από τη βία, τότε δεν θα προστατεύσουμε τη Δημοκρατία από τους εχθρούς της