Αν κλείσεις τα μάτια και ακούσεις μερικές δηλώσεις του Τραμπ, θα νομίσεις ότι ακούς ακτιβιστή της δεκαετίας του ’60 στις ΗΠΑ κατά του πολέμου του Βιετνάμ.
Η πρώτη συνάντηση Τραμπ- Πούτιν, ύστερα από 18 μήνες προεδρίας του πρώτου, είναι γεγονός.
Πολυαναμενόμενη και πολύ καθυστερημένη για την υψηλή προσωπική αλληλοεκτίμηση των δύο ανδρών.
Ο λόγος της μεγάλης καθυστέρησης είναι η έρευνα που διεξάγει το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και το FBI για την ανάμιξη του Κρεμλίνου στις εκλογές των ΗΠΑ υπέρ του Τραμπ.
Καθόλου τυχαία φαντάζομαι, η συνάντηση έγινε λίγα εικοσιτετράωρα μετά την άσκηση δίωξης, από τον ομοσπονδιακό εισαγγελέα των ΗΠΑ, κατά 12 Ρώσων πολιτών, που φαίνεται ότι έχουν σχέση με το Κρεμλίνο για ευθεία ανάμιξη στις εκλογές.
Μάλιστα της συνάντησης των αντιπροσωπιών προηγήθηκε συνάντηση των δύο με τους μεταφραστές μόνο, παρότι υπήρχε αντίρρηση των αμερικανικών υπηρεσιών για τέτοιας μορφής συνάντηση και τα θέματα που θα συζητούσαν.
Βέβαια, ο Πούτιν στην κοινή συνέντευξη είπε ότι «δεν έχει καμιά ανάμιξη στις εκλογές, ούτε έχει ενοχοποιητικά στοιχεία κατά του Τραμπ από την επίσκεψή του στη Μόσχα, με την ιδιότητα του διοργανωτή καλλιστείων, παρότι ήθελε να εκλεγεί ο Τραμπ».
Μοναδικό και ανεπανάληπτο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, λίγο πριν από τη συνάντησή του με τον Πούτιν, σε δήλωσή του είχε πει: «Οι σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία είναι σε πολύ κακό σημείο και η ευθύνη αποκλειστικά βαρύνει την πλευρά των ΗΠΑ και το κυνήγι μαγισσών από το FBI».
Τη δήλωση επανέλαβε στην κοινή συνέντευξη προσθέτοντας ότι μετά τη συνάντησή του με τον Πούτιν άλλαξε σελίδα.
Τώρα υπάρχει ένα ερώτημα: Γιατί ο Πούτιν -δεσποτικός, συντηρητικός και εθνικιστής- προτιμά έναν ανάλογο ηγέτη της αμερικανικής υπερδύναμης, από έναν δημοκρατικό εκπρόσωπο της παγκοσμιοποίησης και της ήπιας προβολής της αμερικανικής ισχύος;
Θα μου πείτε την ίδια αδυναμία δείχνει ο Πούτιν για τη Λεπέν και κάθε ακροδεξιό στην Ευρώπη, στα Βαλκάνια και φυσικά -όπως αποκαλύφθηκε και με την απέλαση των Ρώσων διπλωματών- και στην Ελλάδα.
Ο λόγος είναι κοινός: η αντίθεση του ίδιου αλλά και όλων των αυταρχικών και ακροδεξιών ηγετών στη δημοκρατία, στο κράτος δικαίου και στην ελευθερία του Τύπου.
Η αντίθεσή τους στην παγκόσμια οικονομική συνεργασία, η οποία αποτρέπει τους πολέμους και βοηθά στην ανάπτυξη και την ευημερία σε όλον τον πλανήτη.
Οι στρεβλώσεις και οι μεγάλες ανισότητες της οποίας επίσης δημιούργησε η παγκοσμιοποίηση πρέπει να λυθούν με συνεργασία και όχι με οικονομικό πόλεμο.
Ο Τραμπ θέλει να επιβάλει την κυριαρχία των αμερικανικών επιχειρήσεων σε τομείς όπως υδρογονανθράκων, οπλικών συστημάτων, χάλυβα και αυτοκίνητων, που υποχώρησαν από τον ανταγωνισμό της Κίνας και της ΕΕ.
Αυτοί είναι και οι αντίπαλοι του Τραμπ και του Πούτιν, γι’ αυτό και επιδιώκει την αποδιάρθρωση του ΝΑΤΟ, πού είναι ακόμη ο συλλογικός οργανισμός της ευρωπαϊκής ασφάλειας και της ΕΕ, που στέκεται ισότιμα απέναντι στις ΗΠΑ στον οικονομικό τομέα.
Εάν αυτή η πολιτική πετύχει, τότε η παγκόσμια ειρήνη θα δοκιμαστεί, πολύ πιο σίγουρο είναι ότι ένας νέος κύκλος παγκόσμιας οικονομικής κρίσης θα προκύψει με ανεξέλεγκτες διαστάσεις και φυσικά στους χαμένους του οικονομικού πολέμου θα είναι και οι ΗΠΑ.
Η χώρα μας, σε κάθε περίπτωση, θα είναι από τους μεγάλους χαμένους, αφού θα έχουν χαθεί οι βασικοί πυλώνες της ασφάλειας και της οικονομικής στρατηγικής της.
Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που ιστορικά η Ελλάδα, παρότι μερικές φορές αδικήθηκε, ανήκει και πρέπει να ανήκει και στο μέλλον στις συμμαχίες δημοκρατικών και φιλελεύθερων χωρών – πολύ περισσότερο όταν αυτές είναι και οικονομικά ανεπτυγμένες με ισχυρό κράτος δικαίου και κοινωνική αλληλεγγύη.
Δυστυχώς, μια δημόσια συζήτηση για τα θέματα αυτά, μείζονος σημασίας, δεν γίνεται στη χώρα μας. Αντιθέτως, πολιτικό σύστημα και ΜΜΕ μας καθηλώνουν στα πολιτιστικά σκουπίδια κάθε ριάλιτι και στο κομματικό και προσωπικό μίσος.