Γιατί να πληρώνει εισφορές ένας 30χρονος;

Νίκος Μηλαπίδης 14 Ιαν 2016

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση γήρανσης της ΕΕ, η Ελλάδα είναι η δεύτερη πιο γερασμένη χώρα στην ΕΕ, μετά την Ιταλία. Πάνω από το 20% των Ελλήνων έχει ξεπεράσει τα 65 έτη. Από το 2012 και μετά σταθερά το ποσοστό θνησιμότητας υπερβαίνει το ποσοστό γεννητικότητας, ενώ οι προβλέψεις λένε ότι το ποσοστό άνω των 65 ετών θα σκαρφαλώσει στο 33% το 2060, πάνω από τον ευρωπαϊκό μ.ο 28%.

Στην Ελλάδα που γερνά και δεν γεννά, προσθέτεις τέσσερα ακόμα «συστατικά» (στοιχεία 2015):

α) οι απασχολούμενοι είναι περίπου 3.5 εκατ.

β) οι συνταξιούχοι είναι περίπου 2.7 εκατ.

γ) οι άνεργοι είναι πάνω από 1.3 εκατ.

δ) ο οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός (όσοι δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία) είναι περίπου 3,3 εκατ.

Οι συντάξεις κοστίζουν 37 δισ. ευρώ ετησίως. Aπό αυτά, μόλις τα 11,5 δισ. ευρώ προέρχονται από ασφαλιστικές εισφορές!

Η πυραμίδα είναι αντεστραμμένη και βαριά στην πλάτη των νέων: Λίγοι εργαζόμενοι (ανεργία, στο 73% η μακροχρόνια), από τους οποίους λίγοι πληρώνουν εισφορές (αδυναμία καταβολής εισφορών, μαύρη εργασία), σηκώνουν το βάρος των συνταξιούχων που διαρκώς αυξάνονται.

Η διαφορά των περίπου 25,5 δισ. ευρώ καλύπτεται από εισπράξεις υπέρ του Δημοσίου και από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Η κρατική επιχορήγηση των συντάξεων την περίοδο 2000-2014 έφτασε τα 200 δισ. ευρώ (πάνω από 2/3 του συνολικού δημόσιου χρέους). Σήμερα, η Ελλάδα δαπανά το υψηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ (16%) στην ΕΕ, ενώ τα ελλείμματα του συνταξιοδοτικού που επιβαρύνουν τους φορολογουμένους παραμένουν θεόρατα –σήμερα βρίσκονται κοντά στο 8% του ΑΕΠ.

Το έλλειμμα του συνταξιοδοτικού συστήματος της χώρας, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του πελατειακού κράτους της μεταπολίτευσης των παροχών, των εξαιρέσεων και της υπερανταποδοτικότητας, θα οδηγούσε τη χώρα σε χρεωκοπία (από μόνο του), ακόμα κι αν η οικονομία της χώρας δεν ήταν στα σημερινά χάλια.

Η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος ήταν απαραίτητη από τα τέλη του 20ού αιώνα. Σήμερα, η αλλαγή των κανόνων κατέστη αναπόφευκτη, γι’ αυτό και η κυβέρνηση αναγκάζεται να «πιει το πικρό ποτήρι». Δεν ήταν το ισχύον σύστημα ασφάλισης βιώσιμο και λειτουργικό και η σημερινή κυβέρνηση το γκρέμισε. Κάθε άλλο, συνεχίζοντας την πολιτική της μετάθεσης ευθυνών, η κυβερνητική πρόταση κινείται στο πλαίσιο που ορίζει το πολιτικό κόστος (2,7 εκατ. είναι οι συνταξιούχοι μην ξεχνιέστε).

Επιλέγει την προστασία των σημερινών συνταξιούχων, έως το τέλος του Μνημονίου με την ταυτόχρονη μετακύλιση του βάρους στους μελλοντικούς συνταξιούχους (μείωση συντάξεων), τους εργοδότες και εργαζομένους (αύξηση ασφαλιστικών εισφορών) και στην καρατόμηση των ελεύθερων επαγγελματιών (φορολογία και ασφάλιση μαζί). Η ενοποίηση των ταμείων που θα οδηγήσει σε ενιαίους κανόνες είναι στη σωστή κατεύθυνση.

Το ασφαλιστικό όπως προτείνεται, καταλήγει αντιπαραγωγικό, αφού επιβαρύνει μια διαλυμένη οικονομία, διογκώνει την παραοικονομία και την μαύρη εργασία, ενώ δημιουργεί αντικίνητρα ασφάλισης.

Με το κυβερνητικό σχέδιο, όσοι έχουν την τύχη να εργάζονται, να αμείβονται υψηλά και να έχουν ασφαλιστική συνείδηση (παρά τις αυξημένες εισφορές), θα λαμβάνουν μικρότερη σύνταξη. Επιβραβεύονται με αναλογικά μεγαλύτερη σύνταξη οι χαμηλόμισθοι, όσοι ασφαλίζονται λιγότερο ή είναι ασφαλιστικά ασυνεπείς.

Δυστυχώς, οδεύουμε σταθερά στην πλήρη υπονόμευση και απαξίωση της κοινωνικής ασφάλισης μέσα σε συνθήκες παραγωγικής καθίζησης.

Δεν υπάρχει κανένα κίνητρο για τους σημερινούς 30άρηδες και 40άρηδες να πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές. Οι νέοι εργαζόμενοι δεν ξέρουν αν θα πάρουν σύνταξη, ξέρουν ότι, όταν κι αν πάρουν, θα είναι χαμηλότερη απ’ αυτή των γονιών τους, παρότι θα εργαστούν πολύ περισσότερο από τη γενιά των γονέων τους, που επωφελήθηκε από το σύστημα «όποιος προλάβει».

Στις αναπτυγμένες χώρες, καθώς μεγαλώνει το προσδόκιμο ζωής, βγαίνουν πιο αργά στη σύνταξη για να προστατεύσουν τα παιδιά τους.

Στην Ελλάδα, ως «αλληλεγγύη των γενεών» ορίζεται το φαινόμενο μετακύλισης των βαρών από τον κόσμο της σύνταξης στον κόσμο της εργασίας. Είναι το συνταξιοδοτικό προνομιακό σύστημα, που αυξάνει την ανισότητα υπέρ των γονιών και κατά των παιδιών. Δική μας πατέντα.

Το ασφαλιστικό δε μπορεί να λυθεί χωρίς μέριμνα για τους νέους εργαζομένους. Ειδικά τώρα, που ξέρουμε ότι τα δανεικά δεν είναι αγύριστα και ότι το ολέθριο πάρτι σπατάλης της σημερινής γενιάς συνταξιούχων υποθήκευσε το μέλλον των παιδιών της.

Διαγενεακή δικαιοσύνη σημαίνει ότι μόνο αν έχουν δουλειά τα παιδιά και τα εγγόνια θα έχουν σύνταξη οι παππούδες. Γιατί τις εισφορές τις πληρώνουν οι νέοι. Οι ανάγκες της οικονομίας υπαγορεύουν τις προσαρμογές των συντάξεων. Κι όχι το ακριβώς ανάποδο, που τόσο καιρό έκανε το πολιτικό σύστημα για να συντηρεί τα προνόμια των ψηφοφόρων του.

Η άρνηση της πραγματικότητας δε μπορεί να συνεχιστεί. Είναι κίβδηλο το αξίωμα ότι η σημερινή σύνταξη του παππού τρέφει κι έναν άνεργο νέο. Είναι δραματικό να πρέπει να διαλέξεις ανάμεσα στο μισθό του γιου και την σύνταξη του πατέρα. Ειδικά, επειδή τόσα χρόνια στην πραγματικότητα το παιδί συντηρούσε τα προνόμια του πατέρα.