Γιατί με την Άννα

Γιάννης Κίτης 03 Οκτ 2024

Όλες οι υποψηφιότητες για την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ είναι ενδιαφέρουσες και είναι ωραίο να βλέπεις μια καλώς εννοούμενη μεταξύ τους άμιλλα από την οποία κερδισμένη σε τελική ανάλυση βγαίνει άμεσα η παράταξη και προοπτικά η χώρα.

Σε αυτό το πλαίσιο εννοείται ότι ο καθένας δικαιούται να επιλέξει ποιον θα ψηφίσει με όποιο κριτήριο επιθυμεί.

Το δικό μου είναι σχετικά απλό:

Προερχόμαστε ως χώρα από μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. 

Είχαμε καταφέρει μέχρι και τα πρώτα χρόνια αφετηρίας αυτού του αιώνα, αρχικά με τον Ανδρέα, κατόπιν με τον Σημίτη, να πιάσουμε το ίδιο νήμα που είχαν κρατήσει στα χέρια τους τεράστιες μορφές της ιστορίας, όπως ο Τρικούπης, ο Βενιζέλος, ο Παπαναστασίου, ο Γέρος της Δημοκρατίας. Ο στόχος μας ήταν να καταστεί η Ελλάδα σύγχρονη χώρα, να συνδεθεί με το κύριο ρεύμα κίνησης της ιστορίας του ανεπτυγμένου κόσμου, ενώ επιδιώκαμε να το πετύχουμε μάλιστα τούτο από  ειδικότερη σοσιαλδημοκρατική σκοπιά, ώστε έτσι να εξασφαλίζεται ευημερία, ισότητα και δικαιοσύνη για όλους.

Αυτό όμως το νήμα το χάσαμε. Δεν το έχασε η παράταξη μόνο, το έχασε όλη η χώρα το 2004, ενώ ήδη στη συνέχεια ήρθε και η διεθνής πλέον κρίση του 2008-2009. Προσπαθήσαμε, προσπάθησε η παράταξη με τον Γιώργο τότε να σώσει ό,τι μπορούσε. Αλλά ήταν μόνη της σε αυτό χωρίς βοήθεια από πουθενά, ενώ, τουναντίον μάλιστα, αντί  βοήθειας συνάντησε μέχρι και κυριολεκτικά πετροβολήματα.

Έτσι, εκεί που άλλες χώρες, οι οποίες είχαν πιαστεί στη δίνη της ίδιας κρίσης, όπως η Πορτογαλία ή ακόμα και η Κύπρος, κατάφεραν να ξεμπερδέψουν σχεδόν αμέσως, η Ελλάδα άρχισε να φλερτάρει με το μεγαλύτερο ποτέ εν ειρήνη κίνδυνο περιθωριοποίησης και φτωχοποίησής της.

Θέτοντας το αισιόδοξα και γενναιόψυχα θα μπορούσε κάποιος κατ’ αντιστοιχία να πει. Πρώτον, ότι ο κίνδυνος αυτός έχει πράγματι στο μεταξύ αποσοβηθεί. Και δεύτερον, ότι η αποσόβηση αυτή δεν έχει επιτευχθεί μόνο χάριν του ΠΑΣΟΚ, -που ακόμα και πολυτραυματισμένο συνέχισε, είτε με τον Βαγγέλη,  είτε με τη Φώφη είτε με τον Νίκο, να είναι σταθερά σε αυτές τις επάλξεις. Αλλά οφείλεται επίσης και σε μια συνδρομή από την μεριά των όσων αρχικά μόνο το πετροβολούσαν, συμπεριλαμβανομένης τόσο της ΝΔ (πρώτα επί Σαμαρά και μετά επί Μητσοτάκη) όσο ενδιαμέσως και του ΣΥΡΙΖΑ.

Όμως όσο αισιόδοξος η γενναιόψυχος και να θέλει να είναι κάποιος δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι το νήμα για το οποίο μιλούμε εξακολουθεί να βρίσκεται στον αέρα. Και για αυτό ακριβώς είναι που ξεχωρίζει η Άννα.

Επειδή το προφίλ και η ατζέντα της μας παραπέμπει κατευθείαν σε αυτή την ανάγκη και σε αυτή τη δυνατότητα. Να μείνουμε σε επαφή – να συνδεθούμε εκ νέου με το κύριο ρεύμα κίνησης του σύγχρονου ανεπτυγμένου κόσμου και ειδικότερα με την σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του.