Γιατί κουνούν το δάχτυλο στον Κουβέλη

Χρήστος Μαχαίρας 01 Νοε 2012

Στην πολιτική ανάλυση υπάρχουν πολλές σχολές. Δημοφιλέστερη όλων στην Ελλάδα της κρίσης αποδεικνύεται η «ενοχική». Σύμφωνα με αυτή, η αξιολόγηση της στάσης των κομμάτων δεν γίνεται στη βάση των κοινωνικών ή ιδεολογικών τους αναφορών, αλλά με μοναδικό κριτήριο το αν η συμπεριφορά τους υπακούει στην a priori συνθήκη που θέτει ο εκάστοτε αναλυτής, προκειμένου να μην επέλθουν οι όλεθροι και τα δεινά που ο ίδιος επίσης προεξοφλεί. Το «ενοχικό» μοντέλο εξαφανίζει τις αποχρώσεις. Σαρκάζει τις «ευαισθησίες». Ισοπεδώνει τις διαφορές. Μετράει μόνο… νεκρούς. Και, όπως συμβαίνει με όλες τις σωτηριολογικής κοπής αναγνώσεις, δεν σηκώνει πολλά – πολλά. Take it or leave it, που λέει και η τρόικα…

.

Ας το ξαναπιάσουμε από την αρχή: παρακολουθώντας κανείς τη μεταχείριση που επιφυλάσσει αυτή την εποχή μεγάλη μερίδα αναλυτών στον Φώτη Κουβέλη και το κόμμα του, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ΔΗΜΑΡ δεν ελέγχεται ως πολιτικός οργανισμός, αλλά ως… courier, που ανέλαβε να πάει το «πακέτο». Οι ενστάσεις της δεν έχουν ενδιαφέρον. Ούτε καν σημασία. Οι παρατηρήσεις της είναι περιττές. Το ίδιο και οι ανοχές της. Το φλέγον είναι ο «συγχρονισμός» της. Διότι, διαφορετικά, τι θέλει και μπήκε στην κυβέρνηση;

Το ωραίο του πράγματος είναι, μάλιστα, ότι αυτοί που κουνούν με τον πιο επιτιμητικό τρόπο το δάχτυλο στον Κουβέλη, διερωτώμενοι δημοσίως για τη σκοπιμότητα της παρουσίας του στο τρικομματικό εγχείρημα, είναι οι ίδιοι που, προ τετραμήνου, θεωρούσαν τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση επιλογή αναγκαστικού χαρακτήρα, για να μη διολισθήσει η χώρα στην περιπέτεια της ακυβερνησίας. Το «ενοχικό» σχήμα δούλευε μια χαρά και τότε. Όπως δουλεύει και τώρα… Όπου λίγο θέλει, και ο Κουβέλης θα φορτωθεί, ταυτοχρόνως, και την ευθύνη για το επαχθές βάρος των δημοσιονομικών, αφού ως αριστερός όφειλε προφανώς να το αφανίσει, αλλά και το κρίμα για την επιμονή του στα εργασιακά, με το ακαταμάχητο επιχείρημα ότι «αφού η αγορά εργασίας είναι απορρυθμισμένη, τι θέλει τώρα και επιμένει;».

Για να σοβαρευτούμε, υπάρχουν δεκάδες αξιόλογοι άνθρωποι σε όλο το φάσμα του πολιτικού τόξου που επιμένουν ότι ακόμα κι αν δεν υπήρχε η ΔΗΜΑΡ ως κυβερνητική συνιστώσα θα έπρεπε να είχε… εφευρεθεί. Ο λόγος είναι διπλός: η παρουσία ενός αριστερού μεταρρυθμιστικού κόμματος στην κυβέρνηση, σε συνθήκες βαθιάς κρίσης εμπιστοσύνης, όπως αυτές που διανύουμε, προσφέρει μεγαλύτερο κοινωνικό consensus σε ένα σχήμα προορισμένο εκ της συστατικής του πράξης για τα δύσκολα και τα επώδυνα. Ταυτόχρονα, η συμμετοχή αυτή μπορεί (και πρέπει) να λειτουργεί προς όφελος των αδύναμων, των στρωμάτων που η κρίση σπρώχνει στο κοινωνικό περιθώριο, στην εξαθλίωση και την απελπισία.

Υπό αυτή την έννοια, η κυβερνητική εμπλοκή της ΔΗΜΑΡ έχει νόημα και αξία, αν το συγκεκριμένο κόμμα συμμετέχει ως αυτό που είναι και όχι ως αυτό που φαντάζονται είτε οι πολιτικοί αναλυτές είτε οι κυβερνητικοί του συνεταίροι.

Κι εδώ… έρχεται η τρόικα. Διότι, ενώ το τρικομματικό σχήμα είχε καταλήξει μαζί της σε ένα επώδυνο – αλλά συμφωνημένο – δημοσιονομικό πακέτο, στο οποίο η αλήθεια είναι ότι η ΔΗΜΑΡ δεν είχε καταφέρει να περισώσει και πολλά, ο μονεταριστικός φανατισμός του ΔΝΤ και η τιμωρητική αντίληψη της Κομισιόν έβαλαν από το παράθυρο κυριολεκτικά στο «πάρα πέντε» ένα πλέγμα εργασιακών ρυθμίσεων, που προσιδιάζει στο κοινωνικό κεκτημένο της Λετονίας.

Τι λένε, λοιπόν, οι αναλυτές με το σηκωμένο χέρι στον Κουβέλη; Του λένε ότι κακώς μιλάς, κακώς αντιδράς, κακώς διεκδικείς. Το πακέτο πρέπει να ψηφιστεί, γιατί η δόση κινδυνεύει. Κι όταν εκείνος απαντά ότι, αν δεν αντιδράσω, αν δεν μεταφέρω, δηλαδή, στους δανειστές τη στοιχειώδη απαίτηση ενός ταλαιπωρημένου και πληγωμένου κόσμου, η δόση θα γίνει χαρτοπόλεμος στον άνεμο της ύφεσης και η κοινωνία παρανάλωμα στη ρατσιστική τρέλα, οι αναλυτές γυρνούν σελίδα, του δείχνουν αριθμούς και αδυσώπητους λογαριασμούς.

Αλλά για να τα πάρουμε με τη σειρά… Οι πολιτικές δυνάμεις εκτός από ενώσεις προσώπων είναι και ενώσεις απόψεων, ιδεολογιών και πολιτικών για την οργάνωση της ζωής μας. Ομολογουμένως, στο σκηνικό της κρίσης, πολλά από αυτά πάνε περίπατο. Όχι όλα, ωστόσο. Για κόμματα που δεν είναι προϊόντα προσωπικών φιλοδοξιών ή προσωπικών συνεταιρισμών, υπάρχει πάντα ένας στοιχειώδης αξιακός πυρήνας, που συγκροτεί το πολιτικό και ιδεολογικό θησαυροφυλάκιο κάθε πολιτικής δύναμης. Χωρίς αυτό, το νήμα κόβεται, συνέχεια δεν υπάρχει, τα πρόσημα και οι χαρακτηρισμοί χάνουν κάθε σημασία.

Για να το πούμε διαφορετικά: όλοι αυτοί που καταλογίζουν στη ΔΗΜΑΡ «πολύ κακό για το τίποτα» και στον Κουβέλη φασαρία «περί όνου (εργασιακής) σκιάς», θα μπορούσαν άραγε να φανταστούν πώς θα λειτουργούσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός αν την τελευταία ώρα και αφού είχαν κλείσει τα δημοσιονομικά, οι δανειστές έβαζαν από το παράθυρο την απαίτηση να κλείσει άμεσα το Σκοπιανό και να δοθεί στους γείτονες ονομασία με το συστατικό «Μακεδονία»;

Θα πείτε, βέβαια, τι δουλειά έχει το Σκοπιανό με το πακέτο… Την ίδια ακριβώς που έχουν και τα εργασιακά με το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας… Δηλαδή, καμία. Αλλά για τους αναλυτές με το σηκωμένο δάχτυλο, όλα αυτά είναι λεπτομέρειες.

.

Take it or leave it! Τα κόμματα είναι πάντοτε τα φόντο. Είναι, όμως;