Η δρομολόγηση διαδικασίας εκλογής νέου αρχηγού στη ΝΔ έστρεψε αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εκλογών της 20ής Σεπτεμβρίου το μιντιακό και δημοσκοπικό ενδιαφέρον στο εσωτερικό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όμως, πέρα από την αξία της είδησης, η επιλογή ηγεσίας σε οποιοδήποτε κόμμα, και πολύ περισσότερο σε ένα από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, είναι μια διαδικασία που αποκαλύπτει πολλά για σημαντικές παραμέτρους του κομματικού φαινομένου, όπως ο βαθμός εσωκομματικής δημοκρατίας, η διάθεση ενεργού συμμετοχής των πολιτών και οι συσχετισμοί δυνάμεων μεταξύ των ιδεολογικών τάσεων που συνυπάρχουν εντός ενός κόμματος.
Ο τρόπος εκλογής ηγεσίας των ελληνικών κομμάτων παρέμενε έως το 2004, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου δανείστηκε από την Ευρώπη την ιδέα της εκλογής αρχηγού από τη βάση, μία κλειστή διαδικασία, δηλωτική της απόστασης των κομματικών ελίτ από τους ψηφοφόρους τους. Η υιοθέτηση της ιδέας από τη ΝΔ το 2009 και η διατήρηση της διαδικασίας από τα κόμματα και σε επόμενες χρονικές στιγμές μαρτυρούν ένα, μάλλον επιβεβλημένο από τις συνθήκες έντονης αμφισβήτησης των κομμάτων, άνοιγμα προς τους ψηφοφόρους. Η επιλογή της διεύρυνσης του εκλεκτορικού σώματος ίσως συσκοτίζει τη διατηρούμενη υπερεξουσία των κομματικών παραγόντων που στην πραγματικότητα ορίζουν τις υποψηφιότητες, όμως σε κάθε περίπτωση δίνει τη δυνατότητα συμμετοχής των μελών, ή ουσιαστικά των εκλογέων, σε μια κορυφαία κομματική διαδικασία. Και οι Έλληνες ψηφοφόροι φαίνονται να την αξιοποιούν, όπως δείχνουν και τα αξιοπρόσεκτα ποσοστά ακόμα και των ψηφοφόρων κομμάτων άλλων από τη ΝΔ που δηλώνουν ότι θα συμμετάσχουν στις εσωκομματικές εκλογές της 22ας Νοεμβρίου. Αν και ημιτελής λοιπόν, η εσωκομματική δημοκρατία μάλλον βελτιώνεται ποιοτικά και ίσως αυτό καθιστά τους ψηφοφόρους πιο συμμετοχικούς.
Μια αναμέτρηση για την ηγεσία ενός κόμματος δίνει στοιχεία για την ισχύ των ιδεολογικών τάσεων εντός αυτού, καθώς ο ανταγωνισμός μεταξύ των υποψηφίων τούς υποχρεώνει να αναδείξουν τις ιδεολογικές διαφορές μεταξύ τους, και κατά συνέπεια η αναμέτρηση βοηθά στην αποτύπωση των κατευθύνσεων πολιτικής του κόμματος και, σε δεύτερο χρόνο και στην περίπτωση που πρόκειται για κόμμα εξουσίας, της κυβέρνησης της χώρας. Η αλήθεια είναι ότι στην ελληνική περίπτωση η υπερβολική προσήλωση στη σημασία των προσώπων έχει υποβαθμίσει την ανάγκη ανάδειξης των διαφορών πολιτικής σε μια εσωκομματική αναμέτρηση, με αποτέλεσμα να χάνεται η σχετική ευκαιρία ανίχνευσης των ιδεολογικών τάσεων και της ισχύος τους για τον μελετητή και τον ψηφοφόρο. Και στην περίπτωση της ΝΔ, αυτό είναι απολύτως σαφές, καθώς παραδοσιακά από τη δεκαετία του 1980 η εμπλοκή ισχυρών παικτών και πρώην αρχηγών στην εκλογή των νέων αρχηγών μετατρέπει τη «διαδικασία επιλογής ηγεσίας» σε «παιχνίδι διαδοχής».
Συνεπώς, οι εξελίξεις στη ΝΔ θα πρέπει να μας αφορούν, ακόμα και αν για την ίδια τη ΝΔ ο τρόπος με τον οποίο διεξάγεται η αναμέτρηση για την ηγεσία δεν αξιοποιεί τις ευκαιρίες που παρέχει θεωρητικά το πλαίσιο μιας εσωκομματικής αναμέτρησης. Ας αναλογιστούμε γιατί η ΝΔ προχωρά στην εκλογή νέου αρχηγού. Η απάντηση δεν είναι στην προφανή ανάγκη που δημιούργησε η παραίτηση του Αντώνη Σαμαρά μετά την ήττα στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου ή η προκληθείσα από τη μη εκλογή του από τη βάση σε συνδυασμό με την ήττα στις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου αμφισβήτηση στο πρόσωπο του Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Η απάντηση βρίσκεται στην ιστορική παράδοση του κόμματος να αντιμετωπίζει την αλλαγή ηγεσίας ως τη μοναδική μέθοδο επούλωσης μετατραυματικών εκλογικών εμπειριών. Η μέθοδος είναι μάλλον επιπόλαιη, ιδιαιτέρως όταν το τραύμα είναι βαθύ. Την ερμηνεία της ήττας ενός κόμματος πρέπει να ακολουθεί μια αποτύπωση των προσφερόμενων επιλογών ιδεολογικής κατεύθυνσης, οι οποίες σε δεύτερο χρόνο θα προσωποποιούνται. Το αντίστροφο, δηλαδή η καταγραφή των προσώπων-επιλογών πριν από μια εκ των υστέρων συρραφή πολιτικών θέσεων που θα «ντύσουν» τα πρόσωπα, αφενός βλάπτει το ίδιο το κόμμα, αφετέρου στερεί το εκλογικό σώμα από την ευκαιρία να γνωρίσει και να συγκρίνει τις επιλογές πολιτικής. Είναι χρήσιμο και απολύτως θεμιτό για ένα κόμμα να προχωρά σε εσωκομματικές αλλαγές, αλλά πρέπει να γνωρίζει γιατί τις κάνει.