Έχω την αίσθηση πως μας ανησυχούν λάθος πράγματα σε ότι αφορά το εκλογικό αποτέλεσμα. Υπάρχουν εκείνοι που ανησυχούν για το αν θα σχηματισθεί κυβέρνηση. Όλα δείχνουν πως θα έχουμε κυβέρνηση. Και μάλιστα σύντομα. Δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί το αντίθετο. Υπάρχει ενδεχόμενο στην κυβέρνηση αυτή η συνύπαρξη διαφορετικών κομμάτων να είναι εξαιρετικά δύσκολη, αλλά αυτό δεν θ’ ακυρώσει το ζητούμενο από πολλούς στην Ελλάδα και ακόμα περισσότερους στο εξωτερικό: η κυβέρνηση να σχηματισθεί και να παραμείνει για αρκετούς τουλάχιστον μήνες στην εξουσία. Να έχει έναν ικανό χρονικό ορίζοντα δηλαδή.
Υπάρχουν κάποιοι άλλοι που θεωρούν πως ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση και μ’ ένα τόσο μεγάλο ποσοστό επιρροής στην κοινωνία, θα ορθώνει έναν τοίχο σε οποιεσδήποτε προσπάθειες επιχειρεί η κυβέρνηση. Διαδηλώσεις, πορείες, καταλήψεις, πράξεις αντίστασης στην υλοποίηση της πολιτικής. Νομίζω πως αυτό δεν θα συμβεί. Τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό ώστε να δίνει την εικόνα ενός απείθαρχου κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσαρμοστεί στον νέο του ρόλο και ο ρόλος ενός κόμματος εξουσίας, δεν έχει και μεγάλη σχέση με ριζική αμφισβήτηση πολιτικών και ανατροπές.
Η δήλωση Τσίπρα («Θα είμαστε αντίπαλοι με τον κ. Σαμαρά, γιατί έχουμε αντίπαλες στρατηγικές. Σε ό,τι αφορά όμως τις δυνατότητες που ανοίγονται από το αποτέλεσμα για μια καλή επαναδιαπραγμάτευση δεν θα είμαστε εμπόδιο»), αυτό ακριβώς μου λέει. Αλλά δεν το λέει έμμεσα μόνο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η απλή λογική. Το σημερινό εκλογικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ στην μεγάλη πλειονότητά του δεν έκανε επιλογή ιδεολογική, δεν απέκτησε αριστερή συνείδηση ανατροπής, δεν είναι πολιτικάεκπαιδευμένο σε αμφισβητήσεις ριζικού χαρακτήρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σύντομα θ’ αποκτήσει συμπεριφορά κόμματος εξουσίας και αυτή ταιριάζει με το «στρογγύλεμα» πολλών θέσεων και ακόμα περισσότερους συμβιβασμούς. Η ιστορία και ιδιαίτερα η Ελληνική πολιτική ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα. Πολύ πρόσφατο, εκείνο του ΠΑΣΟΚ πριν το 1981 και η μετέπειτα κυβερνητική πορεία του.
Δεν τα γράφω όλα αυτά με θετικό ή αρνητικό πρόσημο. Απλά εκτιμήσεις κάνω. Εκείνο ωστόσο στο οποίο βάζω έντονα αρνητικό πρόσημο και με κάνει ν ανησυχώ, είναι κάτι άλλο. Οι 425.980 άνθρωποι, που θεώρησαν καλό να ψηφίσουν την ναζιστική «Χρυσή Αυγή». Είναι κατά τι λιγότεροι από εκείνους που έκαναν την ίδια επιλογή τον περασμένο Μάιο (441.018). Τι σημαίνει αυτό; Πως όλες αυτές οι περισπούδαστες αναλύσεις και ερμηνείες που έλεγαν πως οι ψηφοφόροι του Μαΐου ήταν περιστασιακοί, έπεσαν έξω. Δεν πρόκειται για παραπλανημένους πολίτες, δεν πρόκειται για παγιδευμένους πολίτες. Πρόκειται για πολίτες που συνειδητά επέλεξαν αυτό το ακροδεξιό μόρφωμα. Οι αναλύσεις μετά την 6η Μαΐου, έλεγαν πως όσοι τους ψήφισαν, δεν τους γνώριζαν. Λάθος. Οι πολίτες αυτοί, είχαν περισσότερο από ένα μήνα για να γνωρίσουν τον Μιχαλολιάκο και την παρέα του. Και τους ψήφισαν με απόλυτη γνώση.
Σ’ αυτή την χώρα, ο,τι δεν μας αρέσει, προτιμάμε να το ξορκίζουμε. Το αποδίδουμε σε κάτι τυχαίο και περιστασιακό, το ερμηνεύουμε με όρους απλουστευτικούς, το αντιμετωπίζουμε σαν να μην υπάρχει. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για κάτι που υποδηλώνει ένα από τα χαρακτηριστικά του εθνικού μας μορφώματος. Θέλουμε να πετάξουμε κάτω από το χαλί μια αλήθεια που λέει ότι το 7 % του πληθυσμού σκέφτεται όπως ο Μιχαλολιάκος και ο Κασιδιάρης.
Το ισχυρό ποσοστό της Χρυσής Αυγής, δεν είναι ένα από τα σημεία των καιρών. Είναι μια πραγματικότητα που απλά έως τώρα παρέμενε καλά κρυμμένη. Οι οπαδοί της, έβρισκαν έως τώρα φιλόξενο χώρο κυρίως στην Ν.Δ., το ΛΑΟΣ και σε άλλα κόμματα ίσως. Η ακροδεξιά, είχε ενσωματωθεί και ίσως γι αυτό ήταν και λιγότερο επικίνδυνη. Τώρα, απενοχοποιημένη απο σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας (τόσα πολλά μάλιστα χρόνια από την πτώση της δικτατορίας), εκφράζεται αυτόνομα, αποδεικνύει ότι έχει ισχυρά ερείσματα και αποτελεί μια μαύρη κηλίδα της νεοελληνικής πραγματικότητας. Ας το παραδεχτούμε…