Γιάννης Πασαλίδης: Ένας μενσεβίκος στο τιμόνι της μετεμφυλιακής Αριστεράς

Πάνος Σκοτινιώτης 03 Ιουν 2018

Άρθρο-τιμητικό αφιέρωμα για τα 50 χρόνια από τον θάνατό του

Ο  Γιάννης Πασαλίδης υπήρξε μια εμβληματική προσωπικότητα της Αριστεράς. Στην πολυκύμαντη διαδρομή του ξεχώρισε για την προσήλωσή του στις αρχές και τις αξίες της δημοκρατικής σοσιαλιστικής Αριστεράς, την πίστη του στον κοινοβουλευτισμό, την κοινωνική ευαισθησία, τη σύνεση και τη μετριοπάθεια, που του εξασφάλισαν ευρύτατη αναγνώριση,  σεβασμό και εκτίμηση.PassalidisΤον Μάρτιο συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τον θάνατο του μενσεβίκου, που ανέλαβε το τιμόνι της μετεμφυλιακής Αριστεράς στην Ελλάδα, ως πρόεδρος της ΕΔΑ, από την ίδρυσή της, το 1951, μέχρι τη διάλυση του κόμματος από τη χούντα των συνταγματαρχών.

Γεννήθηκε στη Σάντα του Πόντου, στις 25 Οκτωβρίου 1885, από γονείς αγρότες, σπούδασε γιατρός, και άφησε την τελευταία του πνοή στη Θεσσαλονίκη, στις 14 Μαρτίου 1968, ευρισκόμενος σε κατ/ οίκον περιορισμό με εντολή της δικτατορίας.

Ο Πασαλίδης είχε  καταλυτική παρουσία στην πολιτική ζωή της χώρας, ιδιαίτερα στα δύσκολα και ταραγμένα μετεμφυλιακά χρόνια, εκπροσωπώντας  με ήθος, μαχητικότητα και αξιοπρέπεια την ηττημένη Αριστερά.

Δεν αντιμετώπισε ποτέ την πολιτική ως επάγγελμα. Υπήρξε, αντίθετα, διακεκριμένος μαιευτήρας της Θεσσαλονίκης, πρόθυμος πάντα να προσφέρει δωρεάν τις ιατρικές του υπηρεσίες σε λαϊκές οικογένειες, γι’ αυτό και απέκτησε το προσωνύμιο «ο γιατρός των φτωχών»[1].

Ως φοιτητής της Ιατρικής δραστηριοποιήθηκε μέσα από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Ρωσίας. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας και στη συνέχεια έλαβε την ειδικότητα του γενικού χειρουργού και μαιευτήρα. Την περίοδο της μπολσεβίκικης επανάστασης και των επαναστατικών αλλαγών στη Ρωσία, συντάχθηκε με τους μενσεβίκους. Μάλιστα υπήρξε προσωπικός φίλος του ηγέτη των Μενσεβίκων, Γκεόργκι Πλεχάνοφ[2]. Μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Γεωργίας, γιατρός πια, εκλέχθηκε το 1919 βουλευτής, με το γεωργιανό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Το 1920 ορκίστηκε υπουργός Εξωτερικών Υποθέσεων, θέση που διατήρησε μέχρι τη βίαιη επέμβαση του Κόκκινου Στρατού στη χώρα, το 1921, για την οποία αργότερα άμεσα υπεύθυνος θεωρήθηκε ο  Στάλιν. Διωγμένος από το σοβιετικό καθεστώς κατέφυγε στο Βερολίνο, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της κυβέρνησης της Γεωργίας[3].  Με την ιδιότητα του εξόριστου βουλευτή της Γεωργίας απηύθυνε από το Βερολίνο μια συγκλονιστική επιστολή προς τη συνδιάσκεψη των σοσιαλιστικών κομμάτων της Ευρώπης[4], καταγγέλοντας τη σοβιετική επέμβαση στη Γεωργία αλλά και στο Αζερμπαϊτζάν και την Αρμενία, και ασκώντας δριμεία κριτική στον Λένιν και τους Μπολσεβίκους.

Τον Οκτώβριο του 1922, λίγο μετά τη μικρασιατική καταστροφή,  εγκατέλειψε το Βερολίνο και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Ο ερχομός του στην Ελλάδα

Η περίοδος του Μεσοπολέμου σημαδεύεται από τη συνέχιση του Εθνικού Διχασμού, που μάλιστα αναζωπυρώθηκε με την εκτέλεση των Έξι[5]. Ο Πασαλίδης ήταν αντίθετος στην εκτέλεση των Έξι.

Την περίοδο του Μεσοπολέμου ο Πασαλίδης, παράλληλα με την ενεργό άσκηση της ιατρικής, είχε δραστήρια συμμετοχή στις διεργασίες που συντελούνταν στον ευρύτερο σοσιαλιστικό και αγροτικό χώρο. Αρχικά εντάχθηκε στο Εργατικό και Αγροτικό Κόμμα του Αλεξάνδρου Παπαναστασίου, ο οποίος θεωρείται θεμελιωτής της Αβασίλευτης Δημοκρατίας και της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα. Στο ίδιο κόμμα είχε ενταχθεί, νεαρός φοιτητής της Νομικής Σχολής Αθηνών τότε, και ο Ηλίας Ηλιού, Με το Εργατικό και Αγροτικό Κόμμα εκλέχθηκε το 1923 βουλευτής Θεσσαλονίκης. Στο επόμενο διάστημα συνεργάστηκε με τους αγροτιστές του Κώστα Γαβριηλίδη και διάφορες σοσιαλιστικές ομάδες, και το 1931, ως εκπρόσωπος του Σοσιαλιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, υπήρξε συνιδρυτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας[6]. Στις εκλογές του 1936, τις τελευταίες του Μεσοπολέμου,  συνέπραξε με το ΚΚΕ, ως επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο του Παλλαϊκού Μετώπου. Ήταν η πρώτη εκλογική αναμέτρηση, μετά τις εκλογές του 1923, στην οποία έλαβε μέρος.

Στη διάρκεια της Κατοχής, το Σοσιαλιστικό Κόμμα συμμετείχε στην ίδρυση του ΕΑΜ. Για τη δράση του φυλακίστηκε στις φυλακές Επταπυργίου της Θεσσαλονίκης.

Μετά την απελευθέρωση έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του πολιτικού συνασπισμού κομμάτων του ΕΑΜ, αποστασιοποιούμενος από το Σοσιαλιστικό Κόμμα – ΕΛΔ των Σβώλου – Τσιριμώκου[7].  Διαφώνησε, ωστόσο,  με την επιλογή του ΚΚΕ για ένοπλο αγώνα[8].  

Μετά το εμφύλιο

Ο Εμφύλιος Πόλεμος σημάδεψε την ελληνική κοινωνία και την πολιτική ζωή για αρκετές δεκαετίες.  Καταγράφεται ιστορικά ως η πρώτη «θερμή» σύγκρουση της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Άφησε πίσω του δεκάδες χιλιάδες θύματα, ανείπωτες ανθρώπινες συμφορές και τεράστιες υλικές καταστροφές.

Το μετεμφυλιακό κράτος στόχευε στην εξουδετέρωση των ηττημένων.  Εξακολούθησε να ισχύει ένα πλέγμα έκτακτων κατασταλτικών μέτρων, που   στην ουσία αναιρούσαν βασικές διατάξεις του Συντάγματος. Το Γ΄ Ψήφισμα της Βουλής του 1946 περί εκτάκτων μέτρων «αφορώντων την δημοσίαν τάξιν και ασφάλειαν», με βάση το οποίο από τον Ιούλιο του 1946 άρχισαν οι ομαδικές καταδίκες σε θάνατο, ο Ν.509/1947 που έθετε εκτός νόμου το ΚΚΕ, και ο Ν.375/1936 περί κατασκοπίας, προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες, ώστε  να εξυπηρετούν τις ανάγκες του μετεμφυλιακού κράτους, μέχρι, σταδιακά, να αποδυναμωθούν. Πάντως, σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπως η Ισπανία όπου τη λήξη του Εμφυλίου διαδέχθηκε η στυγνή δικτατορία του Φράνκο, το τέλος του Εμφυλίου διαδέχεται μια περίοδος περιορισμένης δημοκρατίας, στη διάρκεια της οποίας, όμως, εκτυλίσσεται και η μετάβαση σε ένα αυταρχικό, δικτατορικό καθεστώς[9].

Δυστυχώς, η ηγεσία του ΚΚΕ,  με τις τυχοδιωκτικές επιλογές της την πρώτη ιδιαίτερα περίοδο, «φρόντισε» να δώσει και αυτή κάποια προσχήματα για την οικοδόμηση του κράτους της εθνικοφροσύνης. Με την απόφαση της 6ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής,  η οποία συνήλθε στις 9 Οκτωβρίου 1949 στο Μπουρέλι της Αλβανίας, η στρατιωτική ήττα του Δημοκρατικού Στρατού χαρακτηρίστηκε προσωρινή και η  υποχώρηση ως τακτικός ελιγμός. Έτσι, αποφασίστηκε  μεν να μεταφερθεί το κέντρο βάρους στην ενίσχυση των οικονομικών και πολιτικών αγώνων και να τεθεί ως στόχος η δημιουργία «πλατιού δημοκρατικού συνασπισμού με όσους δέχονται το μίνιμουμ πρόγραμμα δημοκρατικής ανάπτυξης της Ελλάδας», ταυτόχρονα όμως αποφασίστηκε και η διατήρηση μικρών ανταρτικών ομάδων
«ως μέσο πίεσης στον μοναρχοφασισμό». Πρόκειται για την επιλογή που λίγες μέρες αργότερα διατυπώθηκε με το σύνθημα «το όπλο παρά πόδα». Η γραμμή αυτή  εγκαταλείφθηκε στη 2η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ το 1951. Σημαντικές, πάντως, προσωπικότητες της Αριστεράς, όπως ο Ηλίας Ηλιού, επίμονα υποστήριζαν πως η μόνη επαναστατική πολιτική είναι η νομιμότητα[10].

Στο νέο πολιτικό σκηνικό που είχε διαμορφωθεί μετά τον Εμφύλιο,  η ηττημένη Αριστερά, η οποία στην Ελλάδα είχε σχεδόν ταυτιστεί με το ΚΚΕ, αναζητούσε τη νέα θέση και τον νέο ρόλο της.

Οι πρώτες εκλογές μετά τον Εμφύλιο πραγματοποιήθηκαν στις 5 Μαρτίου 1950, με το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής[11]. Ο χώρος της Εαμογενούς Αριστεράς εκπροσωπήθηκε στις εκλογές αυτές από τη Δημοκρατική Παράταξη, στη συγκρότηση της οποίας συνέβαλε καθοριστικά και το παράνομο ΚΚΕ. Η Δημοκρατική Παράταξη συγκέντρωσε το 9,7% των ψήφων και 18 έδρες. Ο Πασαλίδης, συνεπής στις απόψεις του, στήριξε μεν τη Δημοκρατική Παράταξη, δεν αποδέχθηκε ωστόσο την πρόταση που προσωπικά του έγινε να είναι υποψήφιος στη Θεσσαλονίκη, αντιδρώντας στο γεγονός ότι  το Σοσιαλιστικό Κόμμα, καίτοι δεν είχε τεθεί εκτός νόμου,  δεν κλήθηκε να συμμετάσχει σ’ αυτή.  Η στάση του αυτή αποτελεί μια ακόμη απόδειξη του ήθους και της  βαθειάς πίστης του στην  συλλογική δράση[12].

Πρόεδρος της ΕΔΑ

Ο Πασαλίδης συμμετείχε ενεργά στις διεργασίες για την αναδιάταξη της Αριστεράς, που ξεκίνησαν ήδη από τα τέλη του 1950.  Οι συζητήσεις αυτές κατέληξαν στην  ίδρυση της ΕΔΑ, την 1η Αυγούστου 1951, με πρόεδρο τον ίδιο. Στο πρόσωπό του συμπυκνωνόταν, με τον καλύτερο ίσως τρόπο,  «η συνάντηση της κομμουνιστογενούς Αριστεράς, με τα θεμελιώδη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, που απολήγει στην ανάδειξη της ΕΔΑ σε δύναμη, υπό μία έννοια, “δημοκρατικού πατριωτισμού”»[13]. Στον Πασαλίδη οφείλει τον τίτλο της και η εφημερίδα «Αυγή»[14]. Εκλεγόταν βουλευτής συνεχώς από το 1951 έως το 1964, με εξαίρεση τις εκλογές του 1952, στις οποίες η ΕΔΑ έμεινε εκτός Βουλής.

Η ΕΔΑ ιδρύθηκε ως συνασπισμός έξι πολιτικών σχηματισμών, αλλά και προσωπικοτήτων, που ουσιαστικά κάλυπταν όλο το πολιτικό φάσμα των δυνάμεων που συμμετείχαν στο ΕΑΜ μέχρι τα τέλη του 1947. Δεν συμμετείχε  το Σοσιαλιστικό Κόμμα – ΕΛΔ των Σβώλου – Τσιριμώκου, το οποίο προσπάθησε να συνεργαστεί με την ΕΠΕΚ του Ν.Πλαστήρα. Στην πραγματικότητα η ΕΔΑ αποτέλεσε τον νόμιμο πολιτικό φορέα της κομμουνιστικής Αριστεράς. Τα περισσότερα στελέχη της ΕΔΑ, άλλωστε,  προέρχονταν από το παράνομο ΚΚΕ, όπως και το συντριπτικά μεγαλύτερα μέρος της λαϊκής βάσης της.

Η πρώτη εκλογική παρουσία της ΕΔΑ έγινε στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951. Στους εκλογικούς συνδυασμούς της συμμετείχαν και αρκετά στελέχη που βρίσκονταν στις φυλακές και στις εξορίες. Το θέμα, ωστόσο, της συμμετοχής στους συνδυασμούς δύο κεντρικών στελεχών του ΚΚΕ, του Ν.Μπελογιάννη και του Ν.Πλουμπίδη, δίχασε την ΕΔΑ. Μεταξύ αυτών που εξέφρασαν την αντίθεσή τους ήταν και ο Πασαλίδης. Τελικά, οι σωστοί χειρισμοί του, με την καθοριστική συμβολή και του Πλουμπίδη, είχαν ως αποτέλεσμα να αποσυρθεί η πρόταση για τη συμμετοχή των δύο αυτών  στελεχών και να μην κλονιστεί η ενότητα του κόμματος[15].

Στις εκλογές του 1951 η ΕΔΑ συγκέντρωσε το 10,57% των ψήφων, αποδεικνύοντας ότι η εκλογική βάση της κομμουνιστικής Αριστεράς παρέμενε συνεκτική. Με βάση το εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής, η ΕΔΑ εξέλεξε 10 βουλευτές. Σχηματίστηκε κυβέρνηση συνασπισμού της ΕΠΕΚ και του Κόμματος Φιλελευθέρων, με πρωθυπουργό τον Ν.Πλαστήρα. Ωστόσο, παρά την ψήφιση του Ν.2052/1952 «περί μέτρων ειρηνεύσεως», χάρις στον οποίο μετατράπηκαν σε ισόβια περίπου 2000 θανατικές καταδίκες και απολύθηκε από τις φυλακές μεγάλος αριθμός πολιτικών κρατουμένων, η θητεία της κυβέρνησης σημαδεύτηκε από την καταδίκη σε θάνατο και την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και των τριών άλλων συντρόφων του, στις 30 Μαρτίου 1952.

Οι εκλογές της 16ης Νοεμβρίου 1952 διεξήχθηκαν με πλειοψηφικό σύστημα και σηματοδότησαν το πέρασμα από πολυκομματικές σε μονοκομματικές κυβερνήσεις, στο πλαίσιο ενός πολωτικού ανταγωνισμού  μεταξύ των δύο παρατάξεων της «εθνικοφροσύνης»[16]. Νικητής των εκλογών αναδείχθηκε ο  Ελληνικός Συναγερμός, με αρχηγό τον Αλέξανδρο Παπάγο, που εγκαινίασε μια μακροχρόνια περίοδο κυριαρχίας της ανασυγκροτημένης Δεξιάς, μέχρι το 1963. Η ΕΔΑ, παρότι το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα και η πολωμένη εκλογική αναμέτρηση δεν της άφηνε περιθώρια εκλογής βουλευτών, επέλεξε την αυτόνομη κάθοδο, με σημαία το Ζαχαριαδικό σύνθημα «τι Πλαστήρας τι Παπάγος», συγκεντρώνοντας το 9,55% των ψήφων. Ο Πασαλίδης επέλεξε να μην έλθει σε αντίθεση με τον Ζαχαριάδη και τάχθηκε, όπως και η πλειονότητα των στελεχών,  υπέρ της αυτόνομης καθόδου, σε αντίθεση με τον Ηλιού[17]

Ένα σημαντικό γεγονός, που συνέβαλε στον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων μεγάλης μερίδας του Κέντρου με την Αριστερά, υπήρξε η συγκρότηση, την 1η Σεπτεμβρίου 1953, του Δημοκρατικού Κόμματος Εργαζόμενου Λαού (ΔΚΕΛ), από τον Γεώργιο Καρτάλη, με συναρχηγό τον Εαμικής καταγωγής σοσιαλιστή,  Αλέξανδρο Σβώλο. Ο Καρτάλης, μέχρι τον πρόωρο θάνατό του το 1957, εξελίχθηκε σε ηγετική μορφή της υπό διαμόρφωση Κεντροαριστεράς.

Κομβική για τις περαιτέρω εξελίξεις θεωρείται η συνάντηση του Γεωργίου Καρτάλη με τον Μιλτιάδη Πορφυρογένη, ηγετικό στέλεχος του παράνομου ΚΚΕ, στα  τέλη του 1953,  μάλλον στην Ελβετία. Η συνάντηση αυτή των δύο επιφανών πολιτικών με καταγωγή από τον Βόλο,  κατέληξε σε συμφωνία συνεργασίας Καρτάλη – ΚΚΕ. Καρπός αυτής της συμφωνίας υπήρξε η συνεργασία της ΕΔΑ με το ΔΚΕΛ  και με σημαντική μερίδα του Κόμματος Φιλελευθέρων στις δημοτικές εκλογές του 1954, με τη συγκρότηση αντικυβερνητικών συνδυασμών, οι οποίοι επικράτησαν στους σημαντικότερους δήμους της χώρας[18].

Ούτως ή άλλως, μετά τον θάνατο του Στάλιν το 1953, το ΚΚΕ άρχισε να υιοθετεί μια πιο ανοιχτή πολιτική συμμαχιών, που διευρύνεται μετά το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956). Στην 4η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ (Δεκέμβριος 1953) τέθηκε ως κεντρικός στόχος του κόμματος η διαμόρφωση μιας πολιτικής ευρύτερων συνεργασιών. Στο πλαίσιο αυτό,  υπήρξε και νέα συμφωνία του ΚΚΕ με τον Καρτάλη, η οποία αποτέλεσε τον προπομπό  για τη συνεργασία του συνόλου της αντιπολίτευσης στις εκλογές  του 1956. Η πορεία όμως αυτή του ΚΚΕ ήταν γεμάτη αντιφάσεις λόγω και των σκληρών εσωκομματικών συγκρούσεων,  που κορυφώθηκαν με τα τραγικά γεγονότα της Τασκένδης (Σεπτέμβριος 1955) τις ίδιες ακριβώς μέρες με το πογκρόμ (Σεπτεμβριανά) κατά της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης (!), τη σύγκρουση Κολιγιάννη – Ζαχαριάδη, την καθαίρεση Ζαχαριάδη και την ανάδειξη του Κολιγιάννη σε Γραμματέα, στην 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (11-12 Μαρτίου 1956). Μέσα σ’ αυτό το ανώμαλο, διχαστικό εσωκομματικό καθεστώς, ο Πασαλίδης είχε καθοριστική συμβολή όχι μόνο στο να κρατηθεί  η ΕΔΑ ενωμένη, αλλά να μπει και σε πορεία διεύρυνσης της επιρροής της.

Στις βουλευτικές εκλογές της 19ης Φεβρουαρίου 1956, η Δημοκρατική Ένωση –«πείραμα» χαρακτήρισε το εκλογικό αυτό σχήμα ο Πασαλίδης-, που συγκροτήθηκε από τη συσπειρωμένη αντιπολίτευση, πέτυχε μεγάλη εκλογική νίκη, αναδεικνυόμενη σε πρώτο κόμμα  με 48,15% των ψήφων, έναντι 47,38% της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ωστόσο,  χάρις στο περιβόητο «τριφασικό» εκλογικό σύστημα, η ΕΡΕ κατέλαβε το 55% των εδρών! Οι εκλογές αυτές, ασχέτως αν το εκλογικό σύστημα δεν επέτρεψε τον σχηματισμό κυβέρνησης από τη Δημοκρατική Ένωση, διαμόρφωσαν ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Παρότι η ένταξη των υποψηφίων της ΕΔΑ στα ενιαία ψηφοδέλτια της Δημοκρατικής Ένωσης δεν επιτρέπει την ακριβή εκτίμηση της αυτόνομης δύναμής της, σύμφωνα με  ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων από τον Ηλία Νικολακόπουλο, προκύπτει ότι η συνολική δύναμη της ΕΔΑ σε εθνικό επίπεδο πρέπει να κυμάνθηκε από 17% έως 20%[19]. Η ΕΔΑ εξέλεξε 20 βουλευτές, ενώ άλλους 20 εξέλεξαν οι συνεργαζόμενοι τότε μαζί της (ΔΚΕΛ και Δημοκρατική Πρωτοβουλία), σύνολο 40 βουλευτές.

Το πιο σημαντικό, ωστόσο, είναι ότι στις εκλογές αυτές χαράχθηκε, για πρώτη φορά, μια νέα διαιρετική τομή  του πολιτικού συστήματος, στον άξονα «Δεξιά-Αντιδεξιά»,  γεγονός που επέτρεψε στην ηττημένη Αριστερά να βγει από την πολιτική απομόνωση μόλις επτά χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου. Η ΕΔΑ προωθούσε μεθοδικά τη νέα αυτή διαχωριστική γραμμή, αποβλέποντας όχι απλώς σε μια πολιτική συμμαχιών με το κατακερματισμένο Κέντρο, αλλά στη δημιουργία της εθνικής-λαϊκής αντιδεξιάς παράταξης, στην οποία θα ηγεμόνευε[20].

Μετά τις εκλογές του 1956 και μέχρι τις εκλογές του 1958 υπήρξαν δύο σημαντικοί σταθμοί για την περαιτέρω πορεία της ΕΔΑ.

Ο πρώτος σταθμός, ήταν η  Α΄ Συνδιάσκεψη του κόμματος, τον Ιούλιο 1956, στην οποία η ΕΔΑ από συνασπισμός κομμάτων και προσωπικοτήτων εξελίχθηκε ουσιαστικά σε ενιαίο κόμμα, με πρόεδρο τον Γιάννη Πασαλίδη και κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο τον Ηλία Ηλιού. Η πρώτη πολιτική δοκιμασία για το κόμμα, δεδομένων των συνθηκών της εποχής, ήταν τον Οκτώβριο του ιδίου έτους, όταν τα σοβιετικά στρατεύματα κατέπνιξαν με βιαιότητα την εξέγερση που είχε ξεσπάσει  στην Ουγγαρία. Με την αργοπορημένη και λιτή εισήγηση του Πασαλίδη  στο Γενικό Συμβούλιο της ΕΔΑ, τα «Ουγγρικά» εγγράφηκαν στο πλαίσιο του διπολισμού. Και ναι μεν επιβεβαιώθηκε «η ακλόνητη σταθερότητα στην αρχή της μη σταθμεύσεως ξένων δυνάμεων σε άλλες χώρες», ωστόσο, την ίδια στιγμή, θεμελιώθηκε το δίκαιο της σοβιετικής επέμβασης στην πραγματικότητα ανάλογων επεμβάσεων στις χώρες του ΝΑΤΟ και στην ισχύ του Συμφώνου της Βαρσοβίας[21].

Ο δεύτερος σταθμός, που συνέβαλε σημαντικά στην οργάνωση και  ενίσχυση του κόμματος, ήταν η απόφαση της 8ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, τον Ιανουάριο 1958,  για διάλυση όλων των παράνομων κομματικών οργανώσεων στην Ελλάδα και ένταξη των μελών τους στην ΕΔΑ.  

Ακολούθησε ο εκλογικός θρίαμβος της ΕΔΑ, στις εκλογές της 11ης Μαΐου  1958,  και η ανάδειξή της σε αξιωματική αντιπολίτευση, με ποσοστό 24,4% και 79 βουλευτές. Ένα εκλογικό αποτέλεσμα πάντως, που, με βάση όσα είχαν προηγηθεί, δεν μπορεί να θεωρεί ως «κεραυνός εν αιθρία»[22]. Νικήτρια των εκλογών αναδείχθηκε η ΕΡΕ με 41,2% και απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία 171 εδρών.  Για την ΕΔΑ και τον Πασαλίδη, αρχηγό πλέον της αξιωματικής αντιπολίτευσης, οι εκλογές αυτές σήμαιναν το πέρασμα σε μια νέα φάση, με διευρυμένη πολιτική επιρροή. Ωστόσο, η δυναμική αυτή δεν εκφράστηκε στις δημοτικές εκλογές του 1959, αντίθετα υπήρξε ελαφρά υποχώρηση σε σχέση με τις προηγούμενες δημοτικές εκλογές. 

Στο Α΄ Πανελλαδικό Συνέδριο (28 Νοεμβρίου-2 Δεκεμβρίου 1959) αποφασίστηκε η οριστική πλέον μετατροπή της ΕΔΑ σε ενιαίο κόμμα, γεγονός που σήμαινε την εκλογή όλων των μελών της Διοικούσας Επιτροπής από το Συνέδριο, ενώ  η Εκτελεστική Επιτροπή αναλάμβανε  ρόλο αντίστοιχο με εκείνον του Πολιτικού Γραφείου ενός Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Πασαλίδης ήταν  αντίθετος στις αποφάσεις αυτές, αλλά υποχώρησε τελικά για να αποφευχθεί η διάσπαση του κόμματος. Στην ουσία, επρόκειτο για τη λεγόμενη «κομμουνιστοποίηση» της ΕΔΑ[23], η οποία εξελίχθηκε σε «φορέα του κομμουνιστικού κινήματος στη μετεμφυλιακή Ελλάδα»[24].  Είναι χαρακτηριστικό ότι   στο ανώτατο καθοδηγητικό όργανο συμμετείχαν πλέον, στη συντριπτική πλειονότητα,  μέλη του ΚΚΕ. Το θέμα των σχέσεων με το Κέντρο παρέμενε φλέγον, με την ΕΔΑ πάντως να ζητάει συνεργασία, προκειμένου να ανατραπεί η κυβέρνηση Καραμανλή και να καταργηθούν όλα τα έκτακτα μέτρα.

Δεκαετία του ΄60 

Στο Γενικό Συμβούλιο  της ΕΔΑ (23-24.9.1961), που συγκλήθηκε για τις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 1961, ο Πασαλίδης, ανοίγοντας τις εργασίες, τόνισε τη μεγάλη σημασία της εκλογικής αναμέτρησης και απηύθυνε ύστατη έκκληση στις δυνάμεις του Κέντρου να συνεργαστούν με την Αριστερά για να ηττηθεί η ΕΡΕ[25].

Στις εκλογές της  29ης Οκτωβρίου 1961, οι οποίες καταγράφηκαν ιστορικά ως εκλογές βίας και νοθείας, η ΕΡΕ έλαβε ποσοστό 50,81% και 176 έδρες. Η ΕΔΑ, που συμμετείχε στις εκλογές με το εκλογικό σχήμα του ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδας),  έλαβε 14,63% και 24 έδρες. Οι σημαντικές απώλειες της ΕΔΑ συνδυάστηκαν με αντίστοιχη άνοδο του Κέντρου. Η κήρυξη του «Ανένδοτου» αμέσως μετά τις εκλογές του 1961 σήμανε και την απαρχή της διεκδίκησης της  ηγεμονίας του αντιδεξιού μετώπου από τον Γεώργιο Παπανδρέου και την Ένωση Κέντρου[26]

 Παρότι ο Γ.Παπανδρέου θεωρούσε την Ένωση Κέντρου ως το ένα από τα δύο εθνικόφρονα κόμματα και την αντιλαμβανόταν και ως ανάχωμα στην αυξανόμενη επιρροή της ΕΔΑ, τα αιτήματα εκδημοκρατισμού που έθεσε, ιδιαίτερα μετά τις εκλογές του 1961, δημιουργούσαν συνθήκες για προσέγγιση με την ΕΔΑ. Στις 22 Μαΐου 1963 ο ελληνικός λαός και ο πολιτικός κόσμος συγκλονίστηκαν από τη δολοφονία, στη Θεσσαλονίκη, του συνεργαζόμενου με την ΕΔΑ βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη, από ακροδεξιούς παρακρατικούς μηχανισμούς. Η ΕΔΑ αναζητούσε την πολιτική που θα ακολουθήσει στο θέμα των συνεργασιών, ενόψει και των εκλογών της 3ης Νοεμβρίου 1963. Η πρόταση να μην κατεβάσει συνδυασμούς σε 12 μικρές επαρχιακές εκλογικές περιφέρειες προς όφελος της Ένωσης Κέντρου, δεν ευοδώθηκε τελικά λόγω των έντονων διαφωνιών στο εσωτερικό του κόμματος, αλλά και του ΚΚΕ.  Η ιδέα, εξάλλου, ενός τέτοιου εκλογικού ελιγμού  προκάλεσε  την αντίδραση και του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος τη θεώρησε σαν δολιοφθορά του διμέτωπου αγώνα του![27].

Στις εκλογές  αυτές, η Ένωση Κέντρου κέρδισε τη σχετική πλειοψηφία και ο Γεώργιος Παπανδρέου υπήρξε ο πρώτος κεντρώος πρωθυπουργός μετά από μακρά κυριαρχία της Δεξιάς (από το 1952). Η Ένωση Κέντρου έλαβε 42,04% των ψήφων και 138 έδρες, έναντι 39,37% των ψήφων και  132 εδρών της ΕΡΕ. Η ΕΔΑ έλαβε 14,34% και 28 έδρες.

Επειδή, ωστόσο, ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν επιθυμούσε να συγκροτήσει κυβέρνηση μειοψηφίας, ούτε ήθελε να στηριχθεί στις ψήφους της ΕΔΑ, παραιτήθηκε, με συνέπεια να προκηρυχθούν νέες εκλογές στις 16 Φεβρουαρίου 1964. Στις εκλογές αυτές η Ένωση Κέντρου σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση, αφού έλαβε ποσοστό 52,72% και 171 έδρες. Η ΕΡΕ έλαβε 35,62% και 101 έδρες, ενώ η ΕΔΑ, με συνδυασμούς σε 31 εκλογικές περιφέρειες, έλαβε 11,8% και 22 έδρες. Εξαιτίας της «αποστασίας», η κυβέρνηση διατηρήθηκε στην εξουσία μόνο ενάμισι περίπου  χρόνο, μέχρι τις 15 Ιουλίου 1965, για ν’ ακολουθήσει περίοδος πολιτικής ανωμαλίας που κατέληξε  στην κατάλυση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, με την επικράτηση της χούντας των συνταγματαρχών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι είκοσι ημέρες πριν από το πραξικόπημα, ο Πασαλίδης πρότεινε στον βασιλιά τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας για να βγει η χώρα από την κρίση[28].

Η μείωση της εκλογικής δύναμης της ΕΔΑ δεν σχετίζεται μόνο με το γεγονός ότι δεν κατέβασε συνδυασμούς σε μικρές εκλογικές περιφέρειες, ενισχύοντας το Κέντρο. Απώλειες είχε και σε μεγάλα αστικά κέντρα, όπως στην Αθήνα και τον Πειραιά, που αποδίδεται στην επιρροή  της αριστερής πτέρυγας της ΕΚ σε ψηφοφόρους της ΕΔΑ, ιδιαίτερα σε ανερχόμενα μεσοαστικά στρώματα, αλλά και στη μείωση της ελκτικότητας των ιδεών της Αριστεράς μετά την αποκάλυψη των σταλινικών εγκλημάτων.

Η υποχώρηση της επιρροής της ΕΔΑ συνέπεσε με την ενδυνάμωση της κομμουνιστικής της ταυτότητας, που επισφραγίστηκε με την απόφαση της 8ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, τον Φεβρουάριο του 1965, για ανασύσταση των κομματικών στηριγμάτων, που θα λειτουργούσαν ως παράλληλος προς τις οργανώσεις της ΕΔΑ οργανωτικός ιστός[29]. Και αυτό,  παρά την αντίθεση ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ που δρούσαν στην Ελλάδα, τα οποία υποστήριζαν τη μετεξέλιξη της ΕΔΑ σε προωθημένο ενιαίο σοσιαλιστικό σχήμα. Μέσα σε αυτό το κλίμα, το 3ο Συνέδριο της ΕΔΑ που είχε αποφασιστεί να πραγματοποιηθεί το 1965, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ενώ η κλιμάκωση της εσωκομματικής αντιπαράθεσης μεταξύ των εντός και εκτός Ελλάδας ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ οδήγησε στη διάσπαση του κόμματος το  1968.

Κρίσιμο στοιχείο της εσωκομματικής αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο αυτών ομάδων ήταν και η διαμάχη για τον χαρακτήρα της Ένωσης Κέντρου, αλλά και για τη στρατηγική της ΕΔΑ στη σύγκρουση του Γ.Παπανδρέου με το Παλάτι, το 1965. Τα στελέχη που δρούσαν στο εσωτερικό έβλεπαν θετικά μια συμμαχία με την Ένωση Κέντρου, και πρωτίστως μια στρατηγική συμμαχία με την εσωκομματική τάση του Ανδρέα Παπανδρέου, που ασκούσε κριτική στο κόμμα του από αριστερές θέσεις. Ο Πασαλίδης, πάντως, καθώς και άλλα  κορυφαία στελέχη της ΕΔΑ, όπως ο Ηλιού, προσπάθησαν να πείσουν τον πρωθυπουργό Γ.Παπανδρέου να μην παραιτηθεί, διαβλέποντας τον κίνδυνο πραξικοπήματος.  Αντιθέτως, τα εκτός Ελλάδας στελέχη θεωρούσαν αυταπάτη οποιαδήποτε προσδοκία  για ριζικές δημοκρατικές αλλαγές από αστική κυβέρνηση, θεωρούσαν ότι η ΕΔΑ δεν πρέπει να εμπλέκεται στη διαμάχη για την εξουσία μεταξύ των αστικών κομμάτων και προέτασσαν την ανασυγκρότηση των παράνομων κομματικών οργανώσεων στην Ελλάδα ώστε να αποτραπεί η αφομοίωση της Αριστεράς από το Κέντρο, καθώς και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ[30].

Αντί επιλόγου 

Ο Πασαλίδης, σε όλη του τη ζωή, ποτέ δεν κρύφτηκε και ποτέ δεν κατέφυγε στην ασφάλεια της ουδετερότητας. Σε όλες τις κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας επέλεγε «στρατόπεδο» και αναλάμβανε ευθύνες. Μενσεβίκος στη Σοβιετική Ένωση, δεν δίστασε να συγκρουστεί με το σοβιετικό καθεστώς. Ερχόμενος στην Ελλάδα, συμμετείχε πρωταγωνιστικά στις διεργασίες στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής Αριστεράς. Στην Κατοχή, έκανε το πατριωτικό του χρέος εντασσόμενος στο ΕΑΜ. Μετά την απελευθέρωση, εντάχθηκε στον  πολιτικό συνασπισμό των κομμάτων του ΕΑΜ, αντιτάχθηκε όμως στον Εμφύλιο. Στη μετεμφυλιακή περίοδο, προέταξε και υπηρέτησε με προσήλωση τον στόχο της δημοκρατικής ομαλότητας και της άρσης των εκτάκτων μέτρων κατά των ηττημένων του Εμφυλίου. Στο πλαίσιο αυτό, συνεργάστηκε με το ΚΚΕ, πρωταγωνίστησε στη δημιουργία της ΕΔΑ και έγινε πρόεδρός της, χωρίς αυτό να τον εμποδίσει να κρατήσει αποστάσεις, το 1956, από τη σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία, αλλά και από την «κομμουνιστοποίηση» της ΕΔΑ.

Το νήμα που συνδέει όλες αυτές τις επιλογές του είναι η συνέπεια  στις ιδεολογικοπολιτικές του απόψεις, το αξιακό του σύστημα και το ανεξάρτητο πνεύμα του.


[1] Ιωάννης Νισύριος, www.amna.gr

[2] Βασίλης Μπρακατσούλας, «Ηλίας Ηλιού, Η ζωή και η δράση του», Κέδρος, 2014

[3] Άρθρο Κώστα Ελευθερίου και Μιχάλη Σπουρδαλάκη, «Γιάννης Πασσαλίδης: Ένα πρότυπο αριστερού πολιτικού», www.avgi.gr

[4] Υπάρχει στο προσωπικό αρχείο του που προδημοσίευσε το ΑΠΕ-ΜΠΕ

[5] Γιώργος Μαυρογορδάτος, «Μετά το 1922, Η παράταση του Διχασμού», Πατάκη, 2017

[6] Κ.Ελευθερίου και Μ.Σπουρδαλάκη, ό.π.

[7] Κ.Ελευθερίου και Μ. Σπουρδαλάκη, ό.π.

[8] Άρθρο Τάσου Κοντογιαννίδη, «Ιωάννης Πασαλίδης: Ο Πόντιος που σήκωσε στους ώμους του την ελληνική Αριστερά», www.pontos-news.gr

[9] Κατερίνα Λαμπρινού, «ΕΔΑ 1956-1967, Πολιτική και Ιδεολογία», Πόλις, 2017

[10] Β.Μπρακατσούλας, ό.π.

[11] Ηλίας Νικολακόπουλος, «Των εκλογών τα πάθη,  Ψηφίδες της Ελληνικής Εκλογικής Ιστορίας του 20ου αιώνα», έκδοση «Το Βήμα». Από το βιβλίο αυτό έχω αντλήσει στοιχεία και εκτιμήσεις και για τις εκλογικές αναμετρήσεις του 1951, του 1952, του 1956 και του 1964

[12] Κ.Ελευθερίου και Μ.Σπουρδαλάκη, ό.π.

[13] Κ.Λαμπρινού, ό.π.

[14] Ι.Νισύριος, ό.π.

[15] Β.Μπρακατσούλας, ό.π.

[16] Η.Νικολακόπουλος, ό.π.

[17] Β.Μπρακατσούλας, ό.π.

[18] Ηλίας Νικολακόπουλος, «Γεώργιος Καρτάλης – Μιλτιάδης Πορφυρογένης: παραλληλισμοί», «Αρχειοτάξιο», Μάιος 2005

[19] Ηλίας Νικολακόπουλος, «Των εκλογών τα πάθη,  Ψηφίδες της Ελληνικής Εκλογικής Ιστορίας του 20ου αιώνα», έκδοση «Το Βήμα»

[20] Άρθρο Γιάννη Βούλγαρη, για το βιβλίο της Κατερίνας Λαμπρινού «ΕΔΑ 1956-1967 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ «,, στην «Εποχή».

[21] Κ.Λαμπρινού, ό.π.

[22] Η.Νικολακόπουλος, ό.π.

[23] Άρθρο Ελένης Πασχαλούδη, «Το Α΄ Συνέδριο της ΕΔΑ», «Καθημερινή», 14.6.2015

[24] Γ.Βούλγαρης, ό.π.

[25] Β,Μπρακατσούλας, ό.π.

[26] Κ.Λαμπρινού, ό.π..

[27] Β.Μπρακατσούλας, ό.π.

[28] Τ.Κοντογιαννίδης, ό.π.

[29] Κ.Λαμπρινού, ό.π.

[30] Απόστολος Διαμαντής, «Η αποστασία του 1965», Αθήνα 2016.