Ο πρόεδρος της Τυνησίας, Κάις Σαϊντ, έλαβε, προ ολίγων ημερών, μία απόφαση που προκάλεσε αντιδράσεις εντός και εκτός της χώρας.
Πιο συγκεκριμένα, αποφάσισε την αναστολή της λειτουργίας του Κοινοβουλίου και την παύση του πρωθυπουργού, Μασίσι, που εν προκειμένω, ανήκει στο κόμμα «Ενάχντα» το οποίο και έχει αναφορές στο χώρο του πολιτικού Ισλάμ.
Επίσης, όπως γράφει η δημοσιογράφος Κίττυ Ξενάκη, στην εφημερίδα «Τα Νέα,» «μετά την αποπομπή του Μασίσι, ο Σαϊντ απέπεμψε επίσης τους υπουργούς Δικαιοσύνης και Άμυνας. Παράλληλα, διεύρυνε τη νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας καθώς και την απαγόρευση μετακίνησης μεταξύ των πόλεων και απαγόρευσε τις συναθροίσεις άνω των τριών ατόμων- μέτρα που ενίσχυσαν όσα ήδη ίσχυαν λόγω πανδημίας».
Σε αυτό το πλαίσιο, μπορούμε να κάνουμε λόγο για την συγκρότηση ενός ιδιαίτερου καθεστώτος ?εκτάκτου ανάγκης,? στο σημείο όπου, για την αναπαραγωγή και λειτουργία του, γίνεται επίκληση του ίδιου του συνταγματικού χάρτη της χώρας, όπως προέκυψε μετά από την αναθεώρηση του το 2014.
Οι πολιτικές κινήσεις του προέδρου Σαϊντ, προσιδιάζουν προς την κατεύθυνση μίας εν τοις πράγμασι ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας, διευρύνουν την δυνατότητα ανασυγκρότησης κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών, σε μία χώρα η οποία και αποτέλεσε την «μήτρα» της εξεγερσιακής Αραβικής «άνοιξης,» που επεκτάθηκε σε μία σειρά χωρών της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, δίχως όμως, μετά από την εκδήλωση των μαζικών «κυμάτων» διαμαρτυρίας που εξελίχθηκαν σε εξεγέρσεις με πολιτικά, κοινωνικά, δημοκρατικά χαρακτηριστικά, να προκύπτει μία αιτιώδης συσχέτιση τους με ό,τι ο Samuel Huntington αποκαλεί ως «κύμα εκδημοκρατισμού».
Κάτι που σημαίνει πως οι εξεγέρσεις της Αραβικής «άνοιξης» δεν οδήγησαν ή αλλιώς, δεν συνέβαλλαν στην εκκίνηση μίας διαδικασίας ριζικού εκδημοκρατισμού (υποσημείωση 2).
Η Τυνησία τώρα, ως προς την ίδια την διαδικασία της μετάβασης, αντλεί στοιχεία από το «τέταρτο μονοπάτι του εκδημοκρατισμού», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Manfred Schmidt, εκεί όπου, το «παλαιό καθεστώς μεταβάλλεται σημαντικά από μεταρρυθμιστές της παλαιάς τάξης, με σημαντική συμμετοχή της αντιπολίτευσης».
Η ειδοποιός διαφορά είναι πως το Τυνησιακού τύπου, «τέταρτο μονοπάτι του εκδημοκρατισμού», συναρθρώνεται δραστικά όσο και ποιοτικά, με την παράμετρο των κοινωνικών-πολιτικών κινητοποιήσεων κατά την περίοδο 2010-2011, εκεί όπου δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για μία μετάβαση που συντελούνταν με όρους πολιτικούς, πολιτειακούς και θεσμικούς, ενσωματώνοντας εντός της ως καύσιμη και τροφοδοτική ύλη, την μνήμη της Τυνησιακής εξέγερσης.
Κατ αυτόν τον τρόπο, επιλέχθηκε ένα μοντέλο προεδρικής δημοκρατίας, το οποίο και θεσμοθετεί την παρουσία και δη την σημαντική παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, από κοινού όμως με την θεσμοθέτηση θέσης πρωθυπουργού. Το μοντέλο της Τυνησιακής προεδρικής δημοκρατίας, προσιδιάζει προς την κατεύθυνση λειτουργίας του ως «ημιπροεδρικό σύστημα διακυβέρνησης», σύμφωνα με την διατύπωση του Γάλλου, με την θέση του πρωθυπουργού να συνιστά ένα θεσμικό εχέγγυο ή αλλιώς, αντίβαρο για τις υπερ- εξουσίες του προέδρου, κίνηση που ακριβώς λαμβάνει υπόψιν την αρνητική κληρονομιά της διακυβέρνησης Μπεν Άλι και την συγκέντρωση εξουσιών που επήλθε.
Οι πολιτικές του νυν προέδρου της χώρας, ακόμη και εάν τυπικά, όπως τουλάχιστον υποστηρίζει ο ίδιος, ερείδονται στο σύνταγμα της Τυνησίας, συνιστούν, εκ του αποτελέσματος τους, κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, στο βαθμό όπου αυτή η κατάχρηση θέτει προσκόμματα στην δημοκρατική οργάνωση της χώρας, στη λειτουργία της κοινοβουλευτικής-νομοθετικής εξουσίας και σε ένα δεύτερο επίπεδο, στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών που ενυπάρχει και στο Τυνησιακό προεδρικό σύστημα, αποτελώντας κατά βάση ένα ιδιότυπο εγχείρημα.
Και γιατί ιδιότυπο;, μπορεί να αναρωτηθεί εύλογα πιθανός αναγνώστης του κειμένου αυτού. Σπεύδουμε να απαντήσουμε: Ιδιότυπο διότι, το προεδρικό εγχείρημα, τιθέμενο στη βάση μετατροπής του Τυνήσιου προέδρου από πολιτικό άνδρα σε αποφασισμένο πολιτικό ηγέτη που είναι έτοιμος για σειρά υπερβάσεων, καταλήγει στο να υπονομεύει τα θεμέλια της κληρονομιάς της μετάβασης, να δημιουργεί συνθήκες αστάθειας, κοινωνικής-πολιτικής, να δυσχεραίνει την προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημικής κρίσης, δυνάμενο να διεγείρει τα ανακλαστικά της κοινωνικής-κινηματικής αντίδρασης.
Κοντολογίς, από αποφασισμένος πολιτικός ηγέτης, όπως είναι ο στόχος του καθηγητή που εκλέχθηκε το 201 στη θέση του προέδρου της χώρας, επενδύοντας στο πρόσημο της «αλλαγής± και της διατήρησης της μνήμης και του αντίκτυπου της εξέγερσης, κινδυνεύει να μετεξελιχθεί σε καρικατούρα του Μπεν Άλι.