Για τις εσωκομματικές εκλογές στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ

Σίμος Ανδρονίδης 17 Μαϊ 2022

Την Κυριακή 15 Μαϊου, μία εβδομάδα μετά από τις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής για το όνομα, την ανάδειξη μελών των τοπικών και νομαρχιακών οργανώσεων και την εκλογή συνέδρων, ο ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποίησε για πρώτη φορά εσωκομματικές εκλογές ανοιχτού τύπου, για την εκλογή προέδρου (ορθότερα για την επανεκλογή του Αλέξη Τσίπρα στη θέση του προέδρου), και μελών της νέας Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος.

Ως προς την παράμετρο της συμμετοχής, σταχυολογούμε ενδεικτικά από το άρθρο του δημοσιογράφου Δημήτρη Μανιάτη στην εφημερίδα ‘Τα Νέα’: «Το μήνυμα χθες δεν ήταν ένα και δεν χωράει ερμηνείες. Οι 150.000 πολίτες που προσήλθαν και ψήφισαν σε 1.000 κάλπες ανά την Ελλάδα εγγράφονται στο σύνολο των μελών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία που στις 21 Μαρτίου μετρούσε μόνο τους προαναφερθέντες 61.000. Από σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ μετράει συνολικά 172.000 μέλη όπως είπε χθες ο Αλέξης Τσίπρας από την Κουμουνδούρου, προσθέτοντας τα νέα και τα παλαιότερα μέλη».[1]

Επιθυμούμε να αναδείξουμε κάποια στοιχεία από την όλη εκλογική διαδικασία, συνυπολογίζοντας πως αυτή η διαδικασία υπήρξε ‘ξένη’ για την κουλτούρα Αριστερών κομμάτων τύπου ΣΥΡΙΖΑ (Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς), στο εγκάρσιο σημείο όπου διαφαίνεται πως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επενδύει συμβολικούς και πολιτικούς πόρους προς την κατεύθυνση της οργανωτικής και πολιτικής του μετεξέλιξης στη συγκεκριμένη ανοιχτή εκλογή, και όχι στο πρόσφατα διεξαχθέν συνέδριο του.

Το πρώτο στοιχείο στο οποίο μπορούμε να σταθούμε θεωρητικά, είναι πως η διαδικασία εξελίχθηκε ομαλά από την αρχή έως το τέλος της, κάτι που ουσιαστικά σημαίνει πως δεν παρουσιάστηκαν τεχνικά ή άλλη φύσεως προβλήματα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, γεγονός που οφείλεται στην καλή προετοιμασία που προηγήθηκε της διεξαγωγής των εκλογών (εδώ μπορούμε να σταθούμε και στην παρουσία του Ηλία Νικολακόπουλου στην επιτροπή που ήταν επιφορτισμένη με την διεξαγωγή δίχως προβλήματα των εκλογών).

 Το δεύτερο στοιχείο που εντοπίζουμε, άπτεται της ικανοποιητικής συμμετοχής μελών στην εσωκομματική εκλογική διαδικασία,[2] κάτι που συνιστά απόρροια του υψηλού βαθμού πολιτικής κινητοποίησης που υπήρξε το προηγούμενο χρονικό διάστημα από μέλη των διαφόρων τάσεων που ενυπάρχουν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ[3],  του ενδιαφέροντος από απλά μέλη του κόμματος για το πως μπορεί να εξελιχθεί αυτή η διαδικασία πολιτικώ τω τρόπω, ενδιαφέρον που εκφράσθηκε και στον σχετικά αυξημένο βαθμό συμμετοχής, της βαθύτερης επιθυμίας μελών να επαναπροσδιορισθεί πολιτικοϊδεολογικά ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα εξουσίας, με ένα εκ των διακυβευμάτων που αναδεικνύονται, να είναι η προσπάθεια να αμβλυνθεί η δυναμική που μπορεί να αποκτήσει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ μετά τις εκλογές της 8ης Μαϊου, τις δεύτερες μέσα σε ένα χρονικό διάστημα πέντε μηνών.[4]

Το τρίτο στοιχείο το οποίο χρήζει επισήμανσης, σχετίζεται με την προσθήκη νέων μελών που έσπευσαν να εγγραφούν στο κόμμα και να αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου και επιλογής μελών της αρεσκείας τους, με την εξέλιξη αυτή να εναρμονίζεται ουσιαστικά με τις διεργασίες που λάμβαναν χώρα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, πριν ακόμη από το συνέδριο.

Μέσω αυτών των διεργασιών διεφάνη πως το επίδικο ήταν η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κατά βάση κόμμα μελών ή στελεχών (ας θυμηθούμε την τυπολογία που έχει εισαγάγει στην πολιτική επιστήμη ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας Maurice Duverger),[5] μετατροπή που πλέον επισφραγίζεται και επίσημα, όπως δείχνει τόσο η συμμετοχή όσο και η προσθήκη νέων μελών.

Που μένει φανεί αν και πόσο θα αξιοποιηθούν εν συνεχεία, κάτι που ήδη έχει συμβεί στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, με τα μέλη του να συμμετέχουν ενεργά ή αλλιώς, να εμπλέκονται βαθύτερα στη διαδικασία οργανωτικής-πολιτικής ανασυγκρότησης του κόμματος, με άξονα την εκ του μηδενός διαμόρφωση τοπικών και νομαρχιακών οργανώσεων. [6]

Το ζητούμενο πλέον καθίσταται, το πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει να συνδέσει ή να εντάξει το αποτέλεσμα της εκλογικής διαδικασίας, το οποίο ήδη νοηματοδοτεί με θετικό τρόπο,  στις πολιτικές αφηγήσεις του κόμματος, χρησιμοποιώντας το ως εργαλείο άσκησης αντιπολιτευτικής πολιτικής.[7]

 

[1] Βλέπε σχετικά, Μανιάτης, Ν. Δημήτρης, ‘Πέρασε κάτω από τον πήχη του ΠΑΣΟΚ,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 16/05/2022, σελ. 10.

[2] Ως υπόθεση εργασίας, θα διατυπώσουμε τον ακόλουθο ισχυρισμό: Η αυξημένη συμμετοχή μελών του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος-Κινήματος Αλλαγής στην εσωκομματική διαδικασία της 8ης Μαϊου, επηρέασε αρκετά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, που έσπευσαν να κάνουν το ίδιο, σε μία εκδήλωση, όχι κομματικής νομιμοφροσύνης, αλλά, πίστης στην μετεξέλιξη του κόμματος. Όμως, οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί, λέγοντας πως κάτι τέτοιο δεν σημαίνει πως οι δύο διαδικασίες καθίστανται συγκοινωνούντα δοχεία, πολιτικά, αξιακά, οργανωτικά. Όμως θα παραδεχθούμε πως αρκετά μέλη και ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, βρήκαν στις εκλογές του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και στον αυξημένο αριθμό συμμετοχής, πολιτικό κίνητρο.

[3] Εδώ απαιτείται να δούμε το εξής ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Το ό,τι δηλαδή, η για πρώτη φορά (κατά το περιώνυμο ‘πρώτη φορά Αριστερά’), πραγματοποίηση μίας τέτοιας εκλογικής διαδικασίας που κατέστησε το μέλος του κόμματος, άμεσο εκλογέα, συνδέθηκε με την παρουσία εντός του συγκεκριμένου κόμματος τάσεων και ρευμάτων, κάτι που δεν παρατηρείται στις περιπτώσεις του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής και της Νέας Δημοκρατίας. Αν και η ικανοποιητική συμμετοχή, δεν αποτελεί μόνο αποτέλεσμα της ύπαρξης μηχανισμών εντός κόμματος. Είναι εσφαλμένο να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο.

[4] Αντί να εστιάζουμε κοινότοπα στην αριθμητική σύγκριση μεταξύ των δύο εσωκομματικών εκλογικών διαδικασιών (έχουμε να κάνουμε με την εν τοις πράγμασι φετιχοποίηση του αριθμού των ψηφισάντων), είναι προτιμότερο θεωρητικά να προσεγγίσουμε αυτές τις διαδικασίες, με όρους ενός εξελισσόμενου πολιτικού-ιδεολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των δύο κομματικών δρώντων, κομμάτι του οποίου αποτελούν πλέον και η με διαφορά μίας εβδομάδας, εσωκομματικές εκλογές.

[5] Προς αυτή την κατεύθυνση συγκλίνει και η επιλογή των μελών ως εκλεκτορικού σώματος (και όχι των φίλων), η οποία καθίσταται μία περισσότερο ασφαλής και σίγουρη (ό,τι και αν σημαίνει αυτό πολιτικά), επιλογή για ένα κόμμα που δεν είχε επιχειρήσει στο παρελθόν κάτι αντίστοιχο.

[6] Ο μοναδικός υποψήφιος και επανεκλεγείς Αλέξης Τσίπρας (που δεν αμφισβητήθηκε ανοιχτά στο πρόσφατο συνέδριο του κόμματος), «θύμισε πως ο ΣΥΡΙΖΑ των 30 χιλιάδων μελών πήρε τρεις εκλογές στην ιστορία του και άρα το κόμμα των 172 χιλιάδων θα είναι «πρώτο κόμμα στις εκλογές». Σε αυτό το πλαίσιο, ενσκήπτει μία επιδερμική και μηχανιστική ανάγνωση του εξ ορισμού σύνθετου και αντιφατικού πολιτικού γίγνεσθαι από έναν πολιτικό αρχηγό ο οποίος ρέπει στην πολιτική και απλοϊκή συνθηματολογία, αδυνατώντας να επανεφεύρει τον πολιτικό του εαυτό (και να εξελιχθεί πολιτικά) εμμένοντας σε μία συγκεκριμένη μανιέρα, σε ένα σημείο όπου ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, παραβλέπει το ό,τι ούτε η αυξημένη εκλογική συμμετοχή (η μαζική συμμετοχή μελών και φίλων του ΠΑΣΟΚ στην πρώτη ανοιχτή εκλογική διαδικασία το 2004, δεν απέτρεψε την εκλογική ήττα του κόμματος στις βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν), ούτε η ποσοτική αύξηση του αριθμού των μελών εγγυάται την απόκτηση θετικής δυναμικής και πολλώ δε μάλλον, την εκλογική επικράτησε όποτε και αν διεξαχθούν εκλογές. Υπό αυτό το πρίσμα, η προσέγγιση του δεν είναι μόνο επιδερμική, όσο και γραμμική, καθότι ταυτίζει ή αλλιώς προβαίνει στον εξής ισχυρισμό που για την ίδιο λειτουργεί εν είδει αυτο-εκπληρούμενης προφητείας: ‘Εφόσον αυξήσαμε τον αριθμό των μελών μας, δεν ακολουθεί παρά η εκλογική μας νίκη.’ Βλέπε σχετικά,  Μανιάτης, Ν. Δημήτρης, ‘Πέρασε κάτω από τον πήχη του ΠΑΣΟΚ…ό.π.

[7] Για την ανθρωπογεωγραφία της νέας Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, βλέπε και, Σαδανά, Γεωργία., ‘ΣΥΡΙΖΑ: Νέα, μετριοπαθής και… ΠΑΣΟΚ η Κεντρική Επιτροπή - Οι πρωτιές και η «αποκαθήλωση» της παλιάς φρουράς,’ Ιστοσελίδα Εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ 17/05/2022, www.protothema.gr/politics/article/1244116/suriza-nea-metriopathis-kai-pasok-i-nea-kedriki-epitropi-oi-proties-kai-i-apokathilosi-tis-palias-frouras/ Η καλή εκλογική παρουσία στελεχών προερχόμενων από το ΠΑΣΟΚ, μπορεί να επιβεβαιώσει την εκτίμηση πως αυτά τα στελέχη έχουν αποκτήσει ‘ταυτότητα ΣΥΡΙΖΑ,’ επιτυγχάνοντας να ενσωματωθούν στην πολιτική πραγματικότητα του κόμματος και να προσαρμοστούν στις δομές του.