Την Δευτέρα 12 Απριλίου του τρέχοντος έτους, το think thank του καθηγητή Θεόδωρου Παπαθεοδώρου ?Δυναμική κοινωνία,? πραγματοποίησε μία πολιτικά ενδιαφέρουσα εκδήλωση με βασικό θέμα συζήτησης τον ρόλο της εν Ελλάδι Σοσιαλδημοκρατίας.
Στην εκδήλωση-συζήτηση, ο βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέας Λοβέρδος, ξεκαθάρισε πως θα είναι υποψήφιος για την προεδρία του Κινήματος Αλλαγής, στις εσωκομματικές εκλογές για τις οποίες και αναμένεται ημερομηνία πραγματοποίησης τους.
Εκκινώντας από αυτό, θα αναφέρουμε πως στην πολιτικοϊδεολογική πρόταση που κομίζει ο Ανδρέας Λοβέρδος, ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζει το λεπτό σημείο της χρήσης της επωνυμίας ΠΑΣΟΚ, όχι τόσο με όρους μίας απλής επιστροφής της ονομασίας στον πολιτικό λόγο και στις καθημερινές πολιτικές δραστηριότητες του χώρου, αλλά ως του βασικού εκείνου κομματικού-πολιτικού πόλου που θα συσπειρώσει γύρω από αυτό τις υπόλοιπες συσσωματώσεις της εγχώριας Κεντροαριστεράς.
Άρα λοιπόν, η θετική, στις αναφορές Λοβέρδου, έγκληση ΠΑΣΟ, παραπέμπει στο σχήμα ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, με το ΠΑΣΟΚ σε ρόλο και σε θέση βασικού πόλου, κάτι που ερείδεται, θα λέγαμε, αφενός μεν στην Μεταπολιτευτική ιστορία και πολιτική-κυβερνητική παρουσία του άλλοτε κυριαρχικού Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), και, αφετέρου δε, στην οργανωτική του δομή και στις πολιτικοϊδεολογικές και προγραμματικές εξειδικεύσεις του χώρου.
Με σημείο αναφοράς να τίθεται η ανάκληση και περαιτέρω, η ανα-νοηματοδότηση του ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας Λοβέρδος, ξεδιπλώνει μία ρητορική που θα μπορούσαμε να πούμε πως βρίθει ιστορικών αναφορών: «Στη δική του ομιλία, ο Λοβέρδος προσδιόρισε τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά της υποψηφιότητας του, κάνοντας ιστορική αναφορά στην παράταξη του Χαρίλαου Τρικούπη, του Ελευθέριου Βενιζέλου, του Γεώργιου και του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και του Κώστα Σημίτη».
Σε αυτό το σημείο, ανακύπτει, και με ?φορτισμένο? τρόπο, η έννοια της ιστορικότητας, η οποία έννοια, και προσδιορίζει το στοιχείο της πολιτικοϊδεολογικής κληρονομιάς που φθάνει (ας το προσέξουμε αυτό), όχι μόνο έως το μεταπολιτευτικό ΠΑΣΟΚ, αλλά την παράταξη του Κέντρου-Κεντροαριστεράς, αλλά και αναδεικνύει αυτό που τίθεται ως διακύβευμα και δη άμεσο, πολιτικά διακύβευμα: Την μεταρρυθμιστική τόλμη και δυναμική, μία όψη της οποίας αποτελεί το Μεταπολιτευτικό, Πασοκικό, σημαίνον της ?Αλλαγής.? Ο Ανδρέας Λοβέρδος, συνδέει στοχευμένα την παράταξη (με ιδεολογικούς όρους) με το κόμμα που θα κληθεί να προσδώσει απτό περιεχόμενο στις ιδεολογικές αναφορές της παράταξης, επιλέγοντας το Κέντρο-Κεντροαριστερά και ως όρο και όριο που διαχωρίζει το δικό του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής από την Νέα Δημοκρατία και από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Για την μεν πρώτη, επιφυλάσσει τον χαρακτήρα του «ιδεολογικού αντιπάλου», για τον δε ΣΥΡΙΖΑ, αυτό του «υπαρξιακού», κάτι που μας ωθεί θεωρητικά και αναλυτικά να τονίσουμε πως, ο είναι ο ΣΥΡΙΖΑ με την όλη πολιτικοϊδεολογική του σκευή και παρουσία τα τελευταία χρόνια, που ανάγεται στο ύψος της «υπαρξιακού» τύπου, απειλής για την πολιτική έκφραση της Κεντροαριστεράς και τον χώρο της Κεντροαριστεράς εν ευρεία εννοία, για τους κάτωθι λόγους.
Για την άμβλυνση και κατ? επέκταση, για την συρρίκνωση του κοινωνικά-πολιτικά ?ζωτικού χώρου? του ΠΑΣΟΚ, την περίοδο της βαθιάς κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής κρίσης, συρρίκνωση που έλαβε χώρα με κύριο πρωταγωνιστή τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Δεύτερον, για τις θεωρούμενες ως ενορχηστρωμένες επιθέσεις στο ΠΑΣΟΚ και σε μία σειρά στελεχών του, που προσιδίαζαν και προς την κατεύθυνση αμφισβήτησης της κυβερνητικής του πορείας και του κυβερνητικού του έργου, φέροντας το στη θέση του ?ενόχου? για την εκδήλωση της κρίσης.
Πάνω σε αυτό το έδαφος, πραγματοποιήθηκε και η σειρά προσωπικών επιθέσεων και επίρριψης κατηγοριών σε στελέχη του ΠΑΣΟΚ, κατηγορίες διανθισμένες με άρωμα διαφθοράς. Κατ? αυτόν τον τρόπο, το προσωπικό στοιχείο, σχετικό με την εμπλοκή του Ανδρέα Λοβέρδου στην υπόθεση της ΝΟVARTIS, υπεισέρχεται στην προσέγγιση Λοβέρδου, ο οποίος και διανθίζει τις αναφορές και με έναν οιονεί συναισθηματικό τόνο.
Ένα τρίτος λόγος που καθιστά τον ΣΥΡΙΖΑ «υπαρξιακό» αντίπαλο του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, είναι ο λαϊκισμός του, μεγεθυμένος υπό την μορφή των ?εύκολων? και ανώδυνων λύσεων, και επίσης, η μαξιμαλιστική του ρητορική που δεν αναγνωρίζει την πραγματικότητα, τείνοντας προς την πολιτική κερδοσκοπία, που εκφράσθηκε εν καιρώ κρίσης, με τον ΣΥΡΙΖΑ να επιδιώκει να ακυρώσει το έργο άλλων.
Αντίθετα, η προσέγγιση της Νέας Δημοκρατίας ως «ιδεολογικού αντιπάλου», σχετίζεται και με το πολιτικό της παρελθόν, παρελθόν ατολμίας, με την δυνατότητα διεκδίκησης του Κέντρου και Κεντρώων ψηφοφόρων αρκετοί εκ των οποίων ομνύουν στον εκσυγχρονιστικό μεταρρυθμισμό (βλέπε Κώστας Σημίτης) ως πλατφόρμα διακυβέρνησης. Μάλιστα, στην αφήγηση του η Νέα Δημοκρατία, χαρακτηρίζεται ως «κόμμα των ελίτ».
Δεν επρόκειτο εδώ για το κλασικό πλέον, διχοτομικό σχήμα μεταξύ λαού και ελίτ, με το μεν ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής να εκπροσωπεί προνομιακά τον περιώνυμο ?λαό? και την Νέα Δημοκρατία τις κοινωνικές ελίτ, αλλά, αντιθέτως, για την πολιτική, νοηματική συγκρότηση της αντίθεσης μεταξύ των ελίτ που εκπροσωπεί η Νέα Δημοκρατία, και των ?από κάτω? (τάξη ιεραρχική προσέγγιση), με την συγκεκριμένη αντίθεση να προσλαμβάνει νέο περιεχόμενο την περίοδο της πανδημικής κρίσης, εκεί όπου η Νέα Δημοκρατία δεν κατάφερε να υπερβεί τις παραδοσιακές καταστατικές και ιδεολογικές αναφορές της.
Η κυβερνητική παράταξη «παρά τη δημοσιονομική χαλάρωση δεν αναγνώρισε στους νοσηλευτές την ιδιότητα των βαρέως και σε ανθυγιεινές συνθήκες εργαζομένων», δηλώνει χαρακτηριστικά, επιδιώκοντας πρωταρχικά, να οριοθετήσει τον Κεντροαριστερό χώρο-παράταξη έναντι των ανταγωνιστών της, καθένας εκ των δύο φέρει τα δικά του χαρακτηριστικά που το διαχωρίζουν από το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής που δεν μπορεί, πολιτικά, προγραμματικά, ιδεολογικά και πλέον αξιακά, να είναι κόμμα διεκδίκηση εξουσίας, κόμμα μη φοβικών προσεγγίσεων.
Περισσότερο από την κατάθεση ενός πολιτικού-ιδεολογικού μανιφέστου, που θα ακολουθήσει, ο Ανδρέας Λοβέρδος, σε αυτή την πρώτη του αναλυτική τοποθέτηση, προσλαμβάνει τον χώρο από τον οποίο προέρχεται ως χώρο σαφήνειας, διακριτών θέσεων και σε ένα δεύτερο επίπεδο, ως χώρο που θα είναι σε θέση να αυτο-προσδιορίζεται, να «παράγει πολιτική», ήτοι, να «λαμβάνει αποφάσεις», κατά την ανάλυση ενός εμβριθή μελετητή της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, δηλαδή του Ηλία Κατσούλη.
Αυτό που τίθεται στο επίκεντρο, είναι η αντιστροφή των τάσεων κοινωνικής απο-ευθυγράμμισης που έπληξε την περίοδο της κρίσης το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, διότι αυτό σημαίνει η επιθυμία να καταστεί εκ νέου το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ., η Κεντροαριστερή παράταξη, κόμμα εξουσίας.