Για την πολιτική συμπεριφορά των μετριοπαθών δημοκρατικών προοδευτικών πολιτών

Κώστας Χαϊνάς 17 Ιουν 2019

Ένα πολύ δύσκολο ακροατήριο είναι όσοι βρίσκονται στο κέντρο του πολιτικού φάσματος πολίτες, οι οποίοι είναι ίσως οι πιο απαιτητικοί ψηφοφόροι σε σχέση με τον μέσο όρο. Είναι αυτοί οι πολίτες που ψάχνονται συνήθως περισσότερο, διαβάζουν και παρακολουθούν περισσότερο τα τεκταινόμενα της δημόσιας ζωής. Γενικά έχουν συγκεκριμένες απαιτήσεις από τους πολιτικούς μας ηγέτες και το πολιτικό προσωπικό της χώρας, όχι μόνο για το τι λένε και υπόσχονται, αλλά και πως το λένε και κυρίως πως αντιμετωπίζουν το δημόσιο διάλογο και τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Συνήθως είναι άνθρωποι που δεν φανατίζονται εύκολα, δεν τους αρέσουν οι παραταξιακές διχαστικές λογικές, κρίνουν προγράμματα αλλά και συμπεριφορές, έχουν αυξημένες απαιτήσεις από τον ηγέτη που διεκδικεί ή ασκεί την Πρωθυπουργία, αλλά και από το υπόλοιπο πολιτικό προσωπικό. Όμως ο ρόλος του ηγέτη είναι πολύ σημαντικός για την κρίση τους, αφού από την στάση και την πολιτική κάλυψη που δίνει ή δεν δίνει σε απαράδεκτες συμπεριφορές ο ηγέτης, κρίνεται η συνολική τους πολιτική στάση.  Λοιπόν η εκτίμησή μου είναι ότι αυτοί οι ψηφοφόροι που αποτελούν ένα κρίσιμο μέγεθος με ειδικό βάρος, απέρριψαν τον κ. Τσίπρα και υιοθέτησαν ως πιο κατάλληλο τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως ηγέτη, κατάλληλο για Πρωθυπουργό της χώρας, όχι μόνο γιατί υπερφρολογήθηκαν που ήταν βασική αιτία της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, την οποία αναπτύξαμε σε προηγούμενο άρθρο μας, αλλά και για το στυλ ηγεσίας. Και εξηγούμαι.

 

Από το τέλος του 2014 οι πολίτες αυτοί αντιμετώπιζαν με κάποιον σκεπτικισμό τον κ. Τσίπρα για τον λαϊκισμό που είχε επιδείξει όλα τα προηγούμενα χρόνια. Είμαστε στην εποχή των “γερμανοτσολιάδων”, θα “σκίσουμε τα μνημόνια με ένα νόμο και ένα άρθρο”, θα “χορεύουν οι αγορές στον ρυθμό του ζουρνά μας” και του “Go Home Madam Merkel”. Όμως σε μεγάλο βαθμό ένα τμήμα των ψηφοφόρων αυτών είχαν μια σχετική ανοχή αν όχι συμπάθεια στον κ. Τσίπρα, λόγω της απογοήτευσης τους από το παλαιότερο πολιτικό σύστημα. Σ’αυτό συνέβαλαν και το νεαρό της ηλικίας του Πρωθυπουργού και η διάθεση τους όχι μόνο να ανεχτούν κάποια λάθη που συνδέονται με την απειρία, αλλά ήταν διατεθειμένοι να του δώσουν και άλλες ευκαιρίες. Αυτό εκφράστηκε τον Σεπτέμβριο του 2015, όπου παρά την διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ ο κος Τσίπρας κατάφερε να πάρει σχεδόν το ίδιο ποσοστό των ψηφοφόρων που είχε πάρει τον Ιανουάριο του 2015. Και λέμε ο κος Τσίπρας, γιατί πλέον κόμμα δεν υπήρχε οπότε ότι έγινε – έγινε από μια στενή ομάδα γύρω από τον κ. Τσίπρα και με τον κ. Τσίπρα, “One Man Show”. Οι ψηφοφόροι του έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία να κυβερνήσει. Βεβαίως καλέστηκαν να ψηφίσουν ξανά έναν άνθρωπο που λίγους μήνες νωρίτερα τους είχε υποσχεθεί τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που τελικά έκανε το καλοκαίρι του 2015. Και αυτό μπορεί να ακούγεται αντιφατικό, αλλά εξηγείται. Τον Σεπτέμβριο του 2015 ένα τμήμα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του Ιανουαρίου του 2015, απογοητεύθηκε και δεν πήγε να ψηφίσει καθόλου, όμως το υπόλοιπο μεγάλο τμήμα τoν ξαναψήφισε, είτε δίνοντας του μια δεύτερη ευκαιρία, είτε γιατί το διάστημα ήταν μικρό και παρότι διαψεύστηκαν οι προσδοκίες του, δεν ήθελε ακόμη να το παραδεχθεί ότι έκανε λάθος. Ιδιαίτερα όσα τμήματα ψηφοφόρων προέρχονταν από την λαϊκή ριζοσπαστική δεξιά και κυρίως το τμήμα των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που είχε μετακομίσει στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί οι ψηφοφόροι ήθελαν πιο πειστικά δείγματα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για να μετατοπισθούν πλέον, απογοητευμένοι από το προηγούμενο πολιτικό σύστημα, θεωρώντας τους νέους χωρίς βαρίδια και ότι κόμιζαν κάτι νέο και φρέσκο. Βέβαια στην πορεία θα διαψευστούν και με την πρώτη ευκαιρία που τους δόθηκε (ευρωεκλογές), ένα τμήμα τους εκφράστηκαν διαφορετικά.

Ένας άλλος σοβαρός λόγος που το τμήμα αυτό των ψηφοφόρων γύρισε την πλάτη στον ΣΥΡΙΖΑ, ήταν ο τρόπος του πολιτεύεσθαι. Πολλοί λένε ότι στην πολιτική όλα μετρώνται και αξιολογούνται εκ του αποτελέσματος. Δηλαδή μπορεί να κάνεις, ότι έκανε και ο κ.Τσίπρας (ψέματα, “κωλοτούμπες” κ.λ.π.), αλλά  βρε παιδί μου στο τέλος της ημέρας η Ελλάδα όχι μόνο δεν έφυγε από την ευρωζώνη,  αλλά υπέγραψε και 3ο μνημόνιο. Αυτό δεν ήθελες ρε φίλε ; Ε, λοιπόν ο Τσίπρας παρότι σου έλεγε άλλα, στο τέλος αυτός τα έκανε. Γιατί λοιπόν να μην τον ψηφίσεις ; Γιατί το τμήμα αυτό των ψηφοφόρων, έχει ένα άλλο αξιακό φορτίο. Δεν συμφωνεί πολύ με το ρητό, η “πολιτική αξιολογείται εκ του αποτελέσματος” και κυρίως δεν συμπαθεί καθόλου το γνωμικό “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”. Λοιπόν στο τμήμα αυτών των ψηφοφόρων δεν αρέσει καθόλου ο τρόπος που πολιτεύθηκε ο κος Τσίπρας. Από το Go Home Madam Merkel στο, είναι η καλύτερη φίλη της Ελλάδας, είναι μια απόσταση. Και ναι μεν ίσως να συμφωνούν οι ψηφοφόροι αυτοί  με την τελευταία άποψη του κ. Τσίπρα για την κ. Μέρκελ, αλλά δεν εκτιμούν τέτοιες μεγάλες μετατοπίσεις, χωρίς να έχει ειπωθεί ένα συγνώμη, έστω να αναγνωρίσει ένα λάθος του. Κάτι μασημένες συγνώμες που ακούσαμε τελευταία για τις μετατάξεις – ρουσφέτια που επιδόθηκαν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ακούγονται παράταιρες. Δεν μπορεί τέσσερα χρόνια να έχεις γονατίσει τη μεσαία τάξη στους φόρους, στο όνομα της ταξικής μεμψιμοιρίας, όπως έλεγες και τώρα να δείχνεις ότι προσχωρείς (χωρίς να τις πιστεύεις) στις πολιτικές του αντιπάλου σου και να μην ανοίγει ρουθούνι. Ρε σύντροφοι πότε η αριστερά ήταν σωστή ; Όταν φορολογούσε το κεφάλαιο όπως έλεγε, ή τώρα που λέει ότι θα κάνει φοροελεφρύνσεις ; Δυστυχώς όμως, “είναι αργά για δάκρυα Στέλλα”. Γιατί τέσσερα χρόνια η Κυβέρνηση, διόριζε παντού κομματικούς παρατρεχάμενους και αποτυχημένους πολιτευτές, χωρίς αξιολόγηση, χωρίς αξιοκρατία. Εκτός αυτών, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο κος Τσίπρας δεν έχει παραδεχθεί ουσιαστικά κανένα από τα τραγικά λάθη του 1ου εξαμήνου του 2015, ούτε λάθη της τετραετούς διακυβέρνησης, πέρα από μια γενική και αόριστη έννοια. Αυταπάτη. Οι ψηφοφόροι αυτοί όμως, ήθελαν και θέλουν έναν ηγέτη, χωρίς απάτες και αυταπάτες. Ο οποίος σε τελευταία ανάλυση κάποια στιγμή θα τους άνοιγε την καρδιά του και θα παραδεχόταν με θάρρος και παρρησία, ότι έκανε λάθη και τώρα μπορεί να τα διορθώσει. Αμ δε.

Ο κος Τσίπρας όχι μόνο δεν έχει παραδεχθεί κανένα λάθος του, αλλά τελευταία αφήνει περιθώρια να το γυρίσει ξανά στο αντιμνημονιακό συρτό. Λίγο – λίγο ξαναβάζει στην  ατζέντα τους “ευρωπαίους γραφειοκράτες” που δεν μας αφήνουν σε ησυχία με τις παρατηρήσεις, τις κριτικές και τις εκθέσεις τους.  Όμως οι ψηφοφόροι αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο ίδιος ο κος Τσίπρας έχει υπογράψει τις συμφωνίες με την αυξημένη εποπτεία από τους ευρωπαίους εταίρους μας και δεν πιστεύει τις αντιμνημονιακές κορώνες του πλέον. Αντίθετα θα ήθελε ένα σοβαρό Πρωθυπουργό, ο οποίος αντί να αναλίσκεται σε αντιευρωπαϊκές και αντιμνημονιακές κορώνες (όποτε τις θυμάται), να έπειθε τους ευρωπαίους εταίρους ότι αυτά που εξαγγέλλει, δεν θα μας δημιουργήσουν κινδύνους στην δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας. Αυτά τα σκαμπανεύασματα στην ρητορική του κ. Τσίπρα, ανάλογα τι χρειάζεται κάθε φορά το ακροατήριο του, ποτέ δεν εκτιμήθηκαν θετικά από τους ψηφοφόρους αυτούς. Γι αυτό και σιγά – σιγά του γύρισαν την πλάτη.

Όμως στα τέσσερα αυτά χρόνια υπήρξε και ένα ουσιαστικό χαρακτηριστικό στην διαχείριση της εξουσίας που εκτιμήθηκε πολύ αρνητικά από τους δημοκρατικούς και με ευρωπαϊκή κουλτούρα ψηφοφόρους. Είναι ο τρόπος που αντιμετώπισε την Δικαιοσύνη και τις ανεξάρτητες αρχές, τις οποίες από την αρχή τις είδε ως αντιπάλους. Αυτή η αντίληψη συνδέεται με το βαθύτερο έλλειμμα που έχει η ριζοσπαστική αριστερά, όσον αφορά την αντιμετώπιση της αστικής δημοκρατίας και των θεσμών της. Παρότι δεν την αμφισβητεί ανοιχτά, η αντίληψη, “πήραμε την Κυβέρνηση αλλά δεν πήραμε την εξουσία”, δυστυχώς επικράτησε σε πολύ σημαντικά θέματα που αποδείχθηκαν καθοριστικά στην αρνητική στάση πολλών ψηφοφόρων, απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Τα παραδείγματα είναι πολλά, όπως αυτά που απασχόλησαν την δικαιοσύνη με τις διώξεις πολιτικών προσώπων που όμως αποδείχθηκαν τουλάχιστον μέχρι σήμερα, άνθρακες ο θησαυρός. Και όχι μόνο αυτό, γιατί μετά τις αποκαλύψεις του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Αγγελή για κάποιον Ρασπούτιν και άλλων πολύ σοβαρών καταγγελιών, αρχίζει να αχνοφαίνεται ένα οργανωμένο σύστημα, για τον επηρεασμό των αποφάσεων της Δικαιοσύνης. Όμως η επιχείρηση ελέγχου των ανεξάρτητων αρχών επεκτάθηκε και στα μέσα ενημέρωσης, στην αρχική φάση αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών με τον παραμερισμό του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, όπου αποδείχθηκε όλη η διαδικασία μια γελοιότητα, αλλά και με άλλες παρεμβάσεις σε ανεξάρτητες αρχές, αλλά και ο ασφυκτικός έλεγχος της δημόσιας τηλεόρασης, που έφτασε μέχρι το σημείο να μην μεταδώσουν το βραδινό κεντρικό δελτίο ειδήσεων, χάριν των πρόσφατων εξαγγελιών περί παροχών του Πρωθυπουργού! Όλα αυτά δεν κάθισαν καθόλου καλά στα στρώματα αυτά των ψηφοφόρων και γι αυτό όταν τους δόθηκε η δυνατότητα, το εξέφρασαν με την ψήφο τους. Γιατί αυτά τα στρώματα ποτέ δεν έμαθαν να διαμαρτύρονται και να είναι στους δρόμους. Ψηφίζουν όμως.

Τέλος ένα άλλο στοιχείο που δεν μπορούσαν να δεχθούν οι απαιτητικοί αυτοί ψηφοφόροι είναι ο τρόπος συμπεριφοράς των πολιτικών στελεχών. Και δεν είναι μόνο ο λεγόμενος “πολλακισμός” ο οποίος καταδικάσθηκε ακόμη και από ένα τμήμα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Αναφέρομαι στην αλαζονεία που εξέφραζε στις περισσότερες των περιπτώσεων ο ίδιος ο κος Τσίπρας στις ομιλίες του στην Βουλή. Παρότι μέσα από όλη την παρουσία του εξέφραζε μια ηγεμονική μορφή, ποτέ δεν εκτιμήθηκε θετικά ως πραγματικός ηγέτης από το απαιτητικό τμήμα των ψηφοφόρων. Περισσότερο θύμιζε τους γνωστούς λαϊκιστές δημαγωγούς ηγέτες που έχουν εμφανισθεί τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη. Αυτό το τμήμα των ψηφοφόρων θέλει σοβαρούς ηγέτες, που μιλούν με επιχειρήματα και όχι με ψευτομαγκιές, ούτε με το στυλ “σε έχω κύριε Μητσοτάκη”, ή το αντίστοιχο “φοβάσαι ή κρύβεσαι” ή κάποιο άλλο που ακούγεται πολύ τελευταία, έλα αν σου βαστάει σε ένα “debate στην τηλεόραση”. Και όλα αυτά να ακούγονται σε μονομαχίες στην Βουλή, όπου ενώπιον του ελληνικού λαού οι δύο αρχηγοί μιλούσαν και κρίνονταν. Και αυτές οι εκφράσεις του τύπου, “τον έχει στο τσεπάκι του ο Τσίπρας” ή “τον έλιωσε ο Τσίπρας τον Μητσοτάκη” και άλλα ηχηρά που έγραφαν τις επόμενες μέρες ο φιλικός τύπος του κ. Τσίπρα, δυστυχώς λειτούργησαν αντίστροφα. Όπως επίσης η επιχείρηση απαξίωσης του κ. Μητσοτάκη, με Fake News, όπως έγινε με την καρέτα – καρέτα που τάχα την έδεσαν για να την δει ο Μητσοτάκης! Ή μέσω των υποτιμητικών προσφωνήσεων και διαμέσου παρουσίασης αμφιλεγόμενων περιστατικών, που κυρίως διακινούνται από τα trolls του διαδικτύου, όχι μόνο δεν είχε κάποια αρνητική επίπτωση στο κύρος του κ. Μητσοτάκη και στην απήχηση του ως καταλληλότερος πρωθυπουργός, όπως έδειξαν και όλες οι μετρήσεις, αλλά εάν συνεχισθούν και στην προεκλογική περίοδο, προβλέπουμε ότι θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά αρνητικά για όσους, το ενίσχυσαν και το ανέχονται ως στυλ και ως τρόπο και αισθητική πολιτικής αντιπαράθεσης. Όλα αυτά μπορεί να φούσκωναν τα μυαλά του κ. Τσίπρα, περί της δήθεν υπεροχής του, όμως οι απαιτητικοί ψηφοφόροι είχαν κρίνει και είχαν αξιολογήσει τους πολιτικούς αρχηγούς και γνώριζαν πολύ καλά  το επίπεδο σοβαρότητας και υπευθυνότητας του καθένα, από την συνολική τους παρουσία. Ακόμη και από το πώς συμπεριφέρονταν στον πολιτικό τους αντίπαλο. Πόσο τον σεβόταν και πόσο ευγενικός ήταν απέναντί του. Και εκφράστηκαν στις κάλπες των ευρωεκλογών. Και θα εκφραστούν και πάλι στις εθνικές εκλογές στις 7 Ιουλίου. Και τότε θα μάθουμε και πάλι πως σκέφτονται.