«Αυτό (…) το ερώτημα του θανάτου απαντά το ίδιο στον εαυτό του: Η απάντηση είναι η ευθύνη μου για τον θάνατο του άλλου» (Εμμανουέλ Λεβινάς).
Πριν από λίγες ημέρες, η ομάδα του Άρη Θεσσαλονίκης, αντιμετώπισε την Ισραηλινή ομάδα Μακάμπι Χάιφα, στο γήπεδο ‘Κλεάνθης Βικελίδης,’ στα πλαίσια της χειμερινής προετοιμασίας των δύο ομάδων εν όψει της επανέναρξης των επίσημων αγωνιστικών τους υποχρεώσεων μετά το τέλος του Παγκοσμίου Κυπέλλου που διεξάγεται αυτή την περίοδο στο Κατάρ.
Πέραν της αγωνιστικής του διάστασης, η φιλική αναμέτρηση[1] του Άρη με την Μακάμπι Χάιφα και όχι την Μακάμπι Τελ Αβίβ, προσέλαβε και μία εξόχως συμβολική, μνημονική, παιδαγωγική και ιστορική διάσταση.
Διότι, αφενός μεν πραγματοποιήθηκε προκειμένου να προκύψει η ευαισθητοποίηση των νεότερων γενεών σχετικά με το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα (αν και ο όρος ‘Εβραιο-κτονία’ που χρησιμοποιεί ο Σάββας Μιχαήλ είναι δόκιμος, θα κάνουμε χρήση του όρο ‘Ολοκαύτωμα’), από το οποίο δεν εξαιρέθηκε (και πως άλλωστε; ) η πλειοψηφία των εν Ελλάδι Εβραίων[2], και, αφετέρου δε, πραγματοποιήθηκε με στόχο τα έσοδα του να κατευθυνθούν εξ ολοκλήρου προς έναν ευγενή σκοπό. Δηλαδή, στην ανέγερση του Μουσείου Ολοκαυτώματος της Θεσσαλονίκης.
Η δημιουργία του οποίου, μπορεί να συμβάλει στο να δοθεί επιπλέον δυναμική στην εξέλιξη της ιστορικής έρευνας περί του εν Ελλάδι Εβραϊσμού και ειδικότερα περί της Εβραϊκής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης,[3] να διευκολύνει σημαντικά τις εν εξελίξει έρευνες για την εξόντωση των Θεσσαλονικών Εβραίων, καθότι η συγκέντρωση, η ταξινόμηση και η διάθεση πολύτιμων εγγράφων όπως είναι οι προφορικές μαρτυρίες, μπορούν να βοηθήσουν έναν ερευνητή στο έργο του και ιδίως στο έργο της συλλογής στοιχείων, και, τελευταίο άλλο όχι έσχατο, να φέρει σε επαφή τους κατοίκους της πόλης (και τους απογόνους των εκτελεσθέντων Εβραίων), με την ιστορική μνήμη, οπτικοποιώντας την και καθιστώντας την προσβάσιμη σε όλους όσοι επιθυμούν την θέαση μίας εικόνας προς επεξεργασίας.
Ώστε με αυτόν τον τρόπο, και να εκτεθούν στην ιστορική μνήμη, και επίσης, σταδιακά, να αποκτήσουν την επίγνωση πως έχουν ευθύνη για τη διατήρηση και τη μεταλαμπάδευση της.
Οι συνέργειες που μπορεί να προκύψουν μεταξύ του Εβραϊκού μουσείου Θεσσαλονίκης και των Εβραϊκών ιδρυμάτων που βρίσκονται σε άλλες πόλεις που διέθεταν σημαντική Εβραϊκή παρουσία, μπορεί να θέσει τις βάσεις για την πλήρη χαρτογράφηση αυτού που τώρα φαντάζει δύσκολο: Την χαρτογράφηση δηλαδή, της Εβραϊκής ιστορικής παρουσίας στον ελλαδικό χώρο. Και επίσης, μπορεί να συντελέσουν στην ανάδειξη στην επιφάνεια των περιόδων ακμής της, στην τεκμηρίωση της ακόλουθης υποθέσεως εργασίας.
Η εξόντωση της πλειοψηφίας των Ελλήνων Εβραίων από το Ναζιστικό καθεστώς είναι από τα πλέον σημαντικά και δραματικά γεγονότα της δεκαετίας του 1940. Και μάλιστα, πριν από κάποια χρόνια, υπήρχε η αίσθηση πως συντελέσθηκε σε άλλο τόπο και σε διαφορετικό χρόνο. Να για ποιον λόγο η ανάπτυξη της ιστορικής-επιστημονικής έρευνας για την εξόντωση των Ελλήνων Εβραίων υπήρξε κάτι παραπάνω από σημαντική. Να για ποιον λόγο έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε.
Ο διατυπωμένος στόχος της ΠΑΕ Άρης, ήσαν η ευαισθητοποίηση των νεότερων γενεών «σχετικά με τη Μνήμη του Ολοκαυτώματος»,[4] όπως διαβάζουμε. Κατ’ αυτό τον τρόπο, θα υπογραμμίσουμε πως ο στόχος δεν είναι μόνο σαφής, αλλά και ορθός.
Από την στιγμή όπου η γνωστική-μνημονική ‘θωράκιση’ των ατόμων νεότερης ηλικίας (μαθητές, φοιτητές), μπορεί να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία των απαραίτητων δικλείδων ασφαλείας[5] απέναντι στην καχυποψία, στην αμφιβολία που τριβελίζει το μυαλό θέτοντας στο επίκεντρο το ‘μήπως είναι οι Εβραίοι από πίσω;’, στη δυσπιστία. Όλα στοιχεία που τροφοδοτούν τον αντισημιτισμό[6] στις διαφορετικές εκδοχές του.
Και η σημασία του φιλικού αγώνα έγκειται στο γεγονός πως μας υπενθυμίζει το ό,τι πως ο αντισημιτισμός[7] που δεν συνιστά μία άλλη εκδοχή φυλετικού ρατσισμού, αλλά μία εκδοχή στερεοτυπικού λόγου, μπορεί να αντιμετωπισθεί καλύτερα όταν αντιμετωπίζεται προληπτικά.
Ο αντισημιτισμός δεν είναι απλά και μόνο, ρατσισμός. Πρωταρχικά καθίσταται λόγος, λόγος αιχμηρός που αναζητεί διαρκώς αποδέκτες διότι μόνο με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνει την ύπαρξη του.
Οπότε, η πρωτοβουλία της ΠΑΕ Άρης,[8] είχε κατεξοχήν προληπτικά χαρακτηριστικά, επενδύοντας συμβολικούς πόρους προς την κατεύθυνση της ιστορικής γνώσης και της διάχυσης της. Για να μπορέσει πιο εύκολα κάποιος να πει ‘θυμάμαι’ και ‘οφείλω να θυμάμαι,’ είναι απαραίτητο πρώτα να εκτεθεί στη γνώση και στις προεκτάσεις αυτής.
Η φιλική αναμέτρηση του Άρη με την Μακάμπι Χάιφα επανασυνδέει την ομάδα του Άρη ή ορθότερα, τον αθλητικό οργανισμό του Άρη, με την Εβραϊκή κοινότητα της πόλης, με τις μνήμες και τις παραδόσεις της. Ένα δεύτερο φιλικό, με τον ίδιο σκοπό, θα μπορούσε να λάβει χώρα και στο Ισραήλ.
[1] Διευρύνοντας την εικόνα της ανάλυσης μας, δεν έχουμε παρά να αναρωτηθούμε το εξής: Αντανακλούν ο συγκεκριμένος φιλικός αγώνας και η φιλοξενία της αποστολής της Μακάμπι στην πόλη της Θεσσαλονίκης, το πολύ καλό επίπεδο στο οποίο βρίσκονται οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ; Η απάντηση που θα δώσουμε, είναι θετική. Υπό αυτό το πρίσμα, θα τονίσουμε πως η πραγματοποίηση του φιλικού αγώνα συνιστά δείγμα και των αυξημένων πολιτιστικών ανταλλαγών (εδώ συμπεριλαμβάνουμε και το αθλητικό κομμάτι), μεταξύ των δύο χωρών, και ειδικότερα, δείγμα του αυξημένου ενδιαφέροντος που επιδεικνύουν, τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία, Ισραηλινοί πολίτες (κυρίως αυτοί που έλκουν την καταγωγή της από την κάποτε ανθούσα Εβραϊκή κοινότητα της πόλης, αλλά όχι μόνο), για την πόλη της Θεσσαλονίκης, με το ταξίδι τους στην πόλη να αποτελεί κατά βάση ένα ‘ταξίδι μνήμης’ (η Θεσσαλονίκη είναι και ‘Εβραϊκή πόλη’ και δεν πρέπει να ντρέπεται για αυτό). Μία από τις πλέον αξιοσημείωτες εικόνες από την παραμονή της αποστολής της Ισραηλινής ομάδας στη Θεσσαλονίκη, προσέφερε ένας ποδοσφαιριστής της, ο οποίος επισκέφθηκε τον τάφο του παππού του στο Εβραϊκό Νεκροταφείο. Ως προς αυτό, ο συγκεκριμένος ποδοσφαιριστής λειτούργησε ως «καταναλωτής μνήμης», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση των Τριανταφύλλου και Kansteiner, εκεί όπου ο ίδιος, αποτίοντας φόρο τιμής (αν και ενίοτε παραβλέπεται, η απόθεση λουλουδιών σε έναν τάφο, συνιστά βασική πράξη μνημόνευσης και αγάπης) στον νεκρό παππού του, κατάφερε να συνδέσει το οικογενειακό βιογραφικό με την συλλογική πορεία και την συλλογική ‘μοίρα’ των μελών της Εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Βλέπε σχετικά, Kansteiner, Wulf., ‘Finding meaning in memory: A methodological critique of collective memory studies,’ History & Theory, 41, 2, 2002, σελ. 180. Και, Τριανταφύλλου, Χρήστος., ‘Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη συλλογική μνήμη: η ανάδειξη ενός εθνικού συμβόλου (1936-1967): πολιτικές χρήσεις, ιστοριογραφικές αποτυπώσεις, δημόσιες μνημονεύσεις,’ Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2020, σελ. 16, Διαθέσιμη στο: Τριανταφύλλου Χρήστος (2020 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ)) Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη συλλογική μνήμη: η ανάδειξη ενός εθνικού συμβόλου (1936-1967): πολιτικές χρήσεις, ιστοριογραφικές αποτυπώσεις, δημόσιες μνημονεύσεις (ekt.gr)
[2] Αν κάποιοι εκ των παρευρισκόμενων φιλάθλων του Άρεως στο φιλικό, (ανεξαρτήτως ηλικίας) ορμώμενος από την πρωτοβουλία της ΠΑΕ Άρης, μπει στον κόπο να αναζητήσει περισσότερες πληροφορίες και ιστορικά στοιχεία για το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα, θα είναι κέρδος και θα σημαίνει πως υλοποιήθηκε εν μέρει ο εκπαιδευτικός ή αλλιώς, ο παιδαγωγικός χαρακτήρας του φιλικού αγώνα. Γνωστικά ‘ελλείμματα’ σχετικά με το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα μπορούν να εντοπιστούν και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Τέτοιες πρωτοβουλίες μπορεί να έχουν μεγαλύτερο κοινωνικό και αξιακό αντίκτυπο από ό,τι αντίστοιχες πρωτοβουλίες που λαμβάνουν άλλοι φορείς, λόγω της δημοφιλίας που απολαμβάνει το ποδόσφαιρο και ακόμη, και η ομάδα του Άρη στην πόλη της Θεσσαλονίκης.
[3] Ιδιαιτέρως κατατοπιστικό και διεισδυτικό σχετικά με την ιστορία της Εβραϊκής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης (θα χαρακτηρίζαμε το βιβλίο χρονολογικό και όχι γεγονοτολογικό), είναι το ιστορικό πόνημα της Ρένας Μόλχο που φέρει τον τίτλο ‘Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης 1856-1919. Μια ιδιαίτερη κοινότητα.’ Αν και απευθύνεται κατά κύριο λόγο στον αναγνώστη που έχει μία εικόνα των εξελίξεων περί την Εβραϊκή κοινότητα της πόλης (αν και δεν διστάσουμε να τον συστήσουμε και στον αναγνώστη εκείνον που επιθυμεί να αποκτήσει μία πρώτη εικόνα της σχετικής με την Εβραϊκή παρουσία και δράση, ιστορίας της πόλης), το βιβλίο της Ρένας Μόλχο έχει το πλεονέκτημα πως φωτίζει με ικανοποιητικό θεωρητικά, τρόπο, μία ολόκληρη ιστορική περίοδο η μελέτη της οποίας έχει υποσκελισθεί τα τελευταία χρόνια, συνεπεία της εστίασης στη συγγραφή ειδικών μελετών που αφορούν την εξόντωση της Εβραϊκής κοινότητας της πόλης την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι συνθήκες έχουν ωριμάσει ώστε το γενικό (χρειαζόμαστε περισσότερες μελέτες για την συγκρότηση της Εβραϊκής ταυτότητας και για τα χαρακτηριστικά αυτής), να συνυπάρξει με το ειδικό, αναδεικνύοντας πληρέστερα στην επιφάνεια ό,τι θα αποκαλέσουμε ως ‘Εβραϊκή Θεσσαλονίκη.’ Βλέπε σχετικά, Μόλχο, Ρένα., ‘Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης 1856-1919. Μια ιδιαίτερη κοινότητα,’ Εκδόσεις Πατάκης, Αθήνα, 2014.
[4] Βλέπε σχετικά, ‘Άρης: Στο Μουσείο Ολοκαυτώματος τα έσοδα από το φιλικό με τη Μακάμπι Χάιφα. Συμβολική κίνηση από τους «κιτρινόμαυρους»,’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Ναυτεμπορική,’ 25/11/2022, Άρης: Στο Μουσείο Ολοκαυτώματος τα έσοδα από το φιλικό με τη Μακάμπι Χάιφα (naftemporiki.gr) Η ενέργεια δεν είναι μόνο συμβολική (είναι μονοσήμαντο και απλοϊκό να ισχυρισθούμε κάτι τέτοιο), αλλά και απολύτως ουσιαστική, τουλάχιστον για όλους όσοι αντιλαμβάνονται πως η δημιουργία του Μουσείου του Ολοκαυτώματος μπορεί να συντελέσει στην κάλυψη ενός ‘κενού’: Στις σημερινές συνθήκες, δεν νοείται πόλη εντός της οποίας δραστηριοποιήθηκε για εκατοντάδες χρόνια μία Εβραϊκή κοινότητα που εξοντώθηκε μαζικά, να μην διαθέτει το δικό της σύγχρονο Μουσείο Ολοκαυτώματος, το οποίο, συν τοις άλλοις, θα λειτουργεί και ως πόλος έλξης για τις διασπορικές Εβραϊκές κοινότητες. Το συμβολικό της κίνησης, αποκομμένο από τα συμφραζόμενα του (ιδιαίτερη μνεία χρήζει και η στάση της Μακάμπι), δεν λέει πολλά. Βλέπε και την συγχαρητήρια ανακοίνωση του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδας προς τις διοικήσεις των δύο ομάδων η οποία λειτουργεί εν τοις πράγμασι ως ‘μάθημα ιστορίας.’ ‘Το ΚΙΣΕ συγχαίρει την ΠΑΕ Άρης και την Μακάμπι Χάιφα,’ Διαθέσιμο στο: Το ΚΙΣΕ ΣΥΓΧΑΙΡΕΙ ΤΗΝ ΠΑΕ ΑΡΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΑΚΑΜΠΙ ΧΑΪΦΑ (kis.gr)
[5] Όσο περισσότερο θωρακισμένος είναι κάποιος γνωστικά, από μικρή ηλικία, τόσο μικρότερες οι πιθανότητες να καταστεί ευάλωτος και να ενστερνισθεί αντισημιτικές αφηγήσεις και αντιλήψεις ως ενεργός ενήλικας.
[6] Χρήζει επισήμανσης και δη θεωρητικής-πολιτικής επισήμανσης το ό,τι οι τάσεις ενίσχυσης του αντισημιτισμού και των διαφόρων εκδοχών του, που παρατηρήθηκαν εν καιρώ πανδημικής κρίσης και lockdown, σε διάφορες χώρες (στα καθ’ ημάς, η αφήγηση περί του ‘Εβραίου Μπουρλά,’ αφήγηση διανθισμένη με δόσεις συνωμοσιολογίας τύπου ‘οι Εβραίοι ξέρουν πάντα’, και αντισημιτισμού τύπου ‘οι Εβραίοι τότε και τώρα και πάντα, είναι ύπουλοι,’ βρήκε χώρο έκφρασης σε διάφορα διαδικτυακά φόρα, αν και δεν υπήρξε πρώτη ύλη για την ανάπτυξη αντισημιτικών αφηγημάτων από πολιτικά κόμματα), φαίνεται πως υποχωρούν, δίχως αυτό να σημαίνει πως το έδαφος τώρα είναι λιγότερο πρόσφορο για την ευδοκίμηση του αντισημιτισμού (οι αναφορές στον ‘Εβραίο Ζελένσκι, που δεν είναι παρά όργανο της Εβραϊκής Νέας Τάξης Πραγμάτων’ χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής). Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στα διάφορα γλωσσικά ολισθήματα (στα γλωσσικά lapsus) που γίνονται σκοπίμως προκειμένου να υπερβεί ο χρήστης τους σκοπέλους της πολιτικής ορθότητας, στους διάφορους αστεϊσμούς περί Εβραίων και Εβραϊκότητας, που εμπεριέχουν εντός τους τον αντισημιτισμό. Αυτού του τύπου ο αντισημιτισμός συνήθως αντιμετωπίζεται πιο δύσκολα από έναν αντισημιτισμό τύπου Κάνιε Γουέστ που στηρίζεται σε ελλιπή γνώση των δεδομένων και σε ιστορική άγνοια, με τον κίνδυνο που ελλοχεύει να έγκειται στο ό,τι μπορεί να αφήσει ‘ίχνη’ που δεν γίνονται εύκολα αντιληπτά. Ως προς αυτό, θα σημειώσουμε πως ένας παράγοντας που μπορεί να καλλιεργεί το έδαφος για την ανάπτυξη του αντισημιτισμού και των αντισημιτικών αφηγήσεων είναι η διεύρυνση των πηγών πληροφόρησης. Όμως, δεν είναι η μόνη, καθώς δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως ο αντισημιτισμός ως υπαρκτό γλωσσικό και πολιτικό φαινόμενο, μπορεί κάλλιστα να επωασθεί και να αναπτυχθεί, περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν, μέσα στην αποσπασματικότητα και στην προχειρότητα, στα διάφορα ‘πασαλείμματα’ όπως το κάτωθι: ‘Έλα μωρέ, κάτι ‘χονδρό’ έκαναν οι Εβραίοι για να τους κυνηγήσει ο Χίτλερ.’ Η πλέον ολοκληρωμένη μελέτη για το φαινόμενο του αντισημιτισμού εν Ελλάδι, στην οποία και παραπέμπουμε τον αναγνώστη, είναι η μελέτη ‘Αντισημιτισμός στην Ελλάδα. Εκφάνσεις, αίτια και αντιμετώπιση του φαινομένου’, των Ηλία Ντίνα, Σπύρου Κοσμίδη, Γιώργου Αντωνίου και Λεόν Σαλτιέλ. Σε αυτή τη μελέτη, ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί να βρει ό,τι επιζητεί και ακόμη περισσότερα. Βλέπε σχετικά, Αντωνίου, Γιώργος., Κοσμίδης, Σπύρος., Ντίνας, Ηλίας., & Σαλτιέλ, Λεόν., ‘Αντισημιτισμός στην Ελλάδα. Εκφάνσεις, αιτία και αντιμετώπιση του φαινομένου,’ Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ, 2019, Διαθέσιμο στο: Layout 1 (boell.org) Η ενεργή ιστορική μνήμη, η σημασία της οποίας ενισχύεται όσο περισσότερο απομακρυνόμαστε χρονικά από το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα, αποτρέπει, στην Ελλάδα και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, την περαιτέρω διάδοση και ανάπτυξη του φαινομένου του αντισημιτισμού.
[7] Η ποίηση του Paul Celan αποτελεί καθαυτό ποίηση της κατακερματισμένης μεταπολεμικά, Εβραϊκής παρουσίας και ταυτότητας, ποίηση που αναμετράται με το ‘τραύμα’ για να προσφέρει τη δυνατότητα στους εναπομείναντες Εβραίους να οικοδομήσουν εκ νέου τη ζωή τους, ζώντας με αυτό. Ο Celan είναι σαν να δηλώνει ευθαρσώς ‘θα γράψω και θα μιλήσω εγώ για εσάς,’ φθάνοντας έως του σημείου της εκούσιας ‘θυσίας’ (αυτοκτονία/Ο Paul Celan δεν υπήρξε ένας ‘Μουχάμαντ Μπουαζίζι’ της εποχής του), όταν συνειδητοποίησε πως εκπλήρωσε το ποιητικό-ηθικό καθήκον του. «Να σταθείς όρθιος, στη σκιά του ίχνους που άφησε το τραύμα στον αέρα. Να σταθείς όρθιος για τον Κανένα και το τίποτα…». Βλέπε σχετικά, Celan, Paul., ‘Stehen,’ ‘Atemwende,’ Seuil, 2006. Με γλαφυρό τρόπο, ο Δημήτρης Χατζής, περιγράφει και δεν τέμνει, την στρατηγική που υιοθέτησε ο Σαμπεθάι Καμπιλής, επικεφαλής της Ισραηλιτικής Κοινότητας Ιωαννίνων, για να υπερασπισθεί τις παραδόσεις της, αποφεύγοντας να ταυτιστεί ή να καταδικάσει, και παραχωρώντας στον αναγνώστη το ’δικαίωμα’ της ηθικής επιλογής. Βλέπε σχετικά, Χατζής, Δημήτρης., ‘Σαμπεθάι Καμπιλής’, ‘Το τέλος της μικρής μας πόλης,’ Εκδόσεις Το Ροδακιό, Αθήνα, 2009. Το συμβάν του Εβραϊκού διωγμού, με τον Σαμπεθάι Καμπιλή ανήμπορο να κάνει οτιδήποτε, από την στιγμή όπου τα γεγονότα τον είχαν υπερβεί, προβάλλεται ως ‘αυτό που είναι’: Τίποτε πια για τη ‘μικρή πόλη’ δεν θα είναι το ίδιο. Κατατοπιστικό επιστημολογικά, από την άποψη πως θέτει στο επίκεντρο του ζητήματα πρόσληψης της ιστορικής μνήμης και ονομάζει ανοιχτά το Άουσβιτς σε τόπου θανάτου και δη Εβραϊκού θανάτου, χωρίς όμως να διερευνάται το πως έλαβε χώρα η Εβραϊκή εξόντωση, που ακόμη και σήμερα δεν παύει να τρομάζει, είναι και το συλλογικό έργο ‘Άουσβιτς. Το γεγονός και η μνήμη του,’ σε επιμέλεια Βασιλικής Γεωργιάδου και Άλκη Ρήγου, εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα, 2007. Τι προσφέρει στην ελληνική βιβλιογραφική παραγωγή περί ναζισμού-εθνικοσοσιαλισμού το κείμενο του Πέτρου Χαρτοκόλλη, στον ίδιο τόμο, για τον Ναζισμό; Η απάντηση μας είναι πως προσφέρει πολλά.
[8] Ποδοσφαιρικά μιλώντας, δεν διαθέτουμε στοιχεία (η Μακάμπι Τελ Αβίβ συνιστά Ισραηλινό brand, φορέας ανάδειξης της σύγχρονης Εβραϊκής-Ισραηλινής ταυτότητας) που να μπορούν να τεκμηριώσουν την άποψη πως πίσω από την ίδρυση διαφόρων Ισραηλινών ποδοσφαιρικών συλλόγων μεταπολεμικά, βρίσκονται απόγονοι Ελλήνων Εβραίων που εξοντώθηκαν στο Ολοκαυτώματα ή κάποιοι εκ των επιζώντων.