Για την ομιλία Τσίπρα στο Μενίδι

Σίμος Ανδρονίδης 07 Μαϊ 2023

Την Κυριακή 30 Απριλίου, ο πρόεδρος του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς Αλέξης Τσίπρας, πραγματοποίησε προεκλογικού τύπου ομιλία στο Μενίδι, ενώπιον πολιτών Ποντιακής καταγωγής κατά βάση. Η επιλογή αυτή δεν παύει να ξενίσει. Και γιατί λέμε κάτι τέτοιο;

 Γιατί δεν καθίσταται σύνηθες φαινόμενο η απεύθυνση σε τέτοια ειδικά εκλογικά κοινά ή ακροατήρια, που εν προκειμένω επενδύουν πολλούς και σημαντικούς συμβολικούς και αξιακούς πόρους στη διατήρηση της εθνο-τοπικής τους ταυτότητας, όπως συμβαίνει με άτομα Ποντιακής καταγωγής.[1]

Το να απευθύνεται ένας πολιτικός αρχηγός που διεκδικεί μάλιστα και την πρωθυπουργία σε εκλογικά κοινά με βάση το επαγγελματικό, ηλικιακό, μορφωτικό υπόβαθρο τους είναι σύνηθες. Όχι όμως το να εντάσσει στο σχεδιασμό της προεκλογικής εκστρατείας του ιδίου και του κόμματος του συγκεκριμένες εθνο-τοπικές κατηγορίες, προχωρώντας παράλληλα και στο ‘μοίρασμα’ υποσχέσεων.

Μάλιστα, διάνθισε την ομιλία του[2] με ένα απόσπασμα παρμένο από τα Ποντιακά, διεκδικώντας ενώπιον Ποντίων, να εμβαπτιστεί στα νάματα της Ποντιακής γλωσσικής παράδοσης.

Η ιδιωματική Ποντιακή έκφραση επιχρωματίστηκε πολιτικοϊδεολογικά και ανα-σημασιοδοτήθηκε με τέτοιον τρόπο, ώστε να παραπέμπει, με αρνητικό τρόπο, στην πολιτική της κυβέρνησης: «Άλλα ζα σπάουνταν και άλλα μαρουκούνταν», ήτοι «Άλλα ζώα σφάζονται και άλλα μηρυκάζουν». Αυτή είναι η μετάφραση από τα Ποντιακά στα Νέα Ελληνικά.

Η έκφραση όμως ‘μετεγγράφεται’ και στο πολιτικό πεδίο (εκεί διαφαίνεται το συμβολικό της ‘βάρος’), διχοτομώντας το, με στόχο να προκύψει η σχηματική και μανιχαϊκή αντίθεση μεταξύ των ‘λίγων που καρπώνονται τον πλούτο που έχουν παράγει με τον κόπο τους οι πολλοί’ και ‘των πολλών που είναι αυτοί που υποφέρουν και δεν λαμβάνουν ως ανταμοιβή τίποτα.’

Στην εθνικο-λαϊκιστική ρητορική του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, τα «ζα που σπάουνταν» είναι οι ‘πολλοί, οι παραγωγικοί και οι μονίμως αδικημένοι.’[3]

Και όσο για τους ‘λίγους’, τα περιώνυμα «ζα που μαρουκούνταν» διαρκώς, όλο και πιο πολύ, φθάνοντας έως του σημείου να ‘σκάσουν,’ ένα όνομα υπάρχει: ‘Μητσοτάκης ο αχθοφόρος, διότι οι ισχυροί λίγοι χρειάζονται και τον αχθοφόρο τους, αυτόν που θα τους κάνει τα χατίρια. Που θα τους μεταφέρει το άχυρο.’

 Η Ποντιακή γλώσσα, με αυτόν τον τρόπο, υπεισέρχεται στο γλωσσικό ‘κόσμο’ του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης,[4] εκεί όπου όμως είναι δύσκολο να υπάρξει γλωσσική συνέχεια, ακριβώς διότι δεν μπορεί να κάνει επίκληση με την ίδια ευκολία, ενώπιον ενός διαφορετικού ακροατηρίου, Ποντιακών ιδιωματικών εκφράσεων.

Όμως, για τον ίδιο αρκεί αυτή η εξέλιξη, γιατί του επιτρέπει να προβάλλει εαυτόν ως ‘καινοτόμο’: ‘Είπα κάτι που δεν πρόκειται να σκεφτεί και να  κανείς εκ των υπολοίπων πολιτικών αρχηγών και ιδίως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης.’[5]

 Βέβαια, δεν πρέπει να αποκλείσουμε εκ των προτέρων το ενδεχόμενο να κληθεί από άτομα Ποντιακής καταγωγής που παρακολουθούν κάποια ομιλία του, να κάνει χρήση της ιδιωματικής έκφρασης που χρησιμοποίησε στο Μενίδι. Σε μία ομιλία που δεν κομίζει κάτι θετικό ως προς την ποιότητα του πολιτικού λόγου, την κομματική αξιοπιστία, στο είδος εκείνο της προεκλογικής αντιπαράθεσης που στηρίζεται στην γνώση.

 

[1] Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, θα εστιάσουμε στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο, λέγοντας πως για παράδειγμα, ο πρόεδρος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος-Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης, ούτε έχει μιλήσει ενώπιον μέχρι τώρα ενώπιον Κρητικών, είτε στην Κρήτη είτε σε περιοχές εντός και εκτός Ελλάδας όπου υπάρχουν κοινότητες Κρητικών, ούτε έχει προγραμματίσει σειρά ομιλιών του στα μεγάλα αστικά κέντρα του νησιού, ευελπιστώντας με αυτόν τον τρόπο να προσεταιριστεί, στηριζόμενος στην ‘εντοπιότητα’ του και στην Πασοκική παράδοση στο νησί, Κρητικούς εκλογείς. Είναι δύο οι επιλογές που σηματοδοτούν την έμφαση που δίνει στον τόπο καταγωγής του: Πρώτον, η απόφαση του να είναι υποψήφιος στο νομό Ηρακλείου από όπου έλκει και την καταγωγή του, και δεύτερον, η απόφαση του να ολοκληρώσει την προεκλογική εκστρατεία του κόμματος του με ομιλία στο Ηράκλειο. Επίσης, έχει αποφύγει να στραφεί στην Κρητική παράδοση ή αλλιώς, στην Κρητική πολιτισμική κουλτούρα, προσδίδοντας στην προσωπική προεκλογική του καμπάνια και σε αυτή του ΠΑΣΟΚ, ‘κρητικό άρωμα’, διερωτώμενος ‘ίντα δεν ψηφίζετε το ΠΑΣΟΚ;’

[2] Αυτή την φορά, εν αντιθέσει με ό,τι κατά κύριο λόγο συνέβαινε μέχρι τώρα στις προεκλογικές ομιλίες του Αλέξη Τσίπρα σε περιοχές της Αττικής, στήθηκε εξέδρα από την οποία ο ‘αρχηγός’ απευθύνθηκε αδιαμεσολάβητα στο Ποντιακό ‘πλήθους,’ ή αλλιώς, στους ‘Πόντιους της καρδιάς του.’ Και γιατί αυτή την φορά δεν μίλησε στεκόμενος σε ένα συγκεκριμένο σημείο, περιβαλλόμενος από πολίτες και επέλεξε την επίσης συνηθισμένη στρατηγική της εξέδρας; Σπεύδουμε να απαντήσουμε: Πρώτον, διότι οι γλωσσικές του αναφορές περιστράφηκαν κατά κύριο γύρω από τους Πόντιους και τις επιθυμίες τους και από το πως μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα τις υλοποιήσει. Ακριβώς λόγω αυτής της επικέντρωσης ή της εστίασης, προτιμήθηκε η ‘λύση’ της εξέδρας και όχι η περιήγηση σε γειτονιές και η πραγματοποίηση ομιλίας από ένα συγκεκριμένο σημείο. Στη δεύτερη περίπτωση, συνήθως οι αναφορές καλύπτουν πολλά επιμέρους ζητήματα και δεν επικεντρώνονται κατά βάση γύρω από ένα, όπως συνέβη στο Μενίδι. Δεύτερον, διότι αυτή η επιλογή εξυπηρετούσε την στρατηγική επιδίωξη Τσίπρα να εμφανισθεί ως εκείνος ο πολιτικός ‘ηγέτης’ που αναλαμβάνει τις ‘ιστορικές ευθύνες που του αναλογούν’, ‘παίρνοντας πάνω του’ το ‘βάρος’ του να ‘υπερασπισθεί’ τους Πόντιους και την Ποντιακή ιστορική μνήμη, φωνάζοντας (για να μπορέσει να φωνάξει κάποιος και κυρίως να ακουστεί, πρέπει να βρίσκεται σε ευδιάκριτο σημείο από όλους, σε σημείο που να του επιτρέπει να ακουστεί), για ένα «συμβόλαιο τιμής με παλιννοστούντες Ποντίους και τον Ποντιακό Ελληνισμό» (τι μπορεί να ακολουθήσει; Η απεύθυνση του στον εν στενή εννοία Μικρασιατικό Ελληνισμό; Στον Επτανησιακό Ελληνισμό; Στο σκεπτικό Τσίπρα, η έννοια της ‘ελληνικότητας’ κατακερματίζεται σε πολλά επιμέρους κομμάτια με έναν τρόπο απλοϊκό και στενά εκλογικό, προκειμένου αυτά τα κομμάτια να ‘χωρέσουν’ εντός τους τον ΣΥΡΙΖΑ). Τρίτον, διότι μόνο η επιλογή της εξέδρας ή του προεκλογικού ‘μπαλκονιού’ του επιτρέπει να λαϊκίσει με τον τρόπο που γνωρίζει, να διεκδικήσει τον πολιτικό-τελετουργικό ‘εξαγνισμό’ που μπορεί να του προσφέρει μόνο η άμεση επαφή και αλληλεπίδραση με τον ‘λαό’ (‘λαέ, εγώ δεν τρέχω και δεν κινούμαι με βάση τις υποδείξεις επικοινωνιολόγων, όπως κάνουν άλλοι’/Στο φαντασιακό του Αλέξη Τσίπρα το ‘μπαλκόνι’ δεν ‘βγάζει πρωθυπουργούς’ όσο δείχνει το ποιος ‘μπορεί να γίνει καλός πρωθυπουργός’/Και ποια είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για αυτό; Να ‘δαμάσεις’ το πλήθος), να τον διευκολύνει στο να καταδείξει πως ο Ποντιακός Ελληνισμός «είναι μέρος χωρίς μέρος», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Jacques Ranciere. Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως ο Ποντιακός Ελληνισμός και παλαιότερα αλλά κυρίως επί θητείας της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, στερήθηκε το «μέρος» εκείνο στο οποίο μπορούν να βρουν έκφραση τα ‘δίκια’ του: Δηλαδή, την Βουλή. Φυσικό επακόλουθο αυτής της ρητορικής, είναι η κάτωθι υπόσχεση που για έναν Πόντιο μπορεί να φαντάζει προσδοκία: «Δεσμεύομαι, ότι στην επόμενη Βουλή που θα έχει πλειοψηφία των προοδευτικών δυνάμεων του τόπου, θα δημιουργήσουμε μια μόνιμη διαρκή διακομματική επιτροπή που, σε συνεργασία με το υπουργείο Εξωτερικών, θα χαράξει και θα υλοποιήσει ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του Ελληνισμού την περίοδο 1914-1923». Βλέπε σχετικά, Ranciere, Jacques., ‘Dissensus: On Politics and Aesthetics,’ Continuum, London, 2010, σελ. 33. Και, ‘Μίλησε ποντιακά ο Αλέξης Τσίπρας στο Μενίδι: Άλλα ζα σπάουνταν και άλλα μαρουκούνταν [βίντεο],’ Ενημερωτική Ιστοσελίδα ‘The Toc,’ 30/04/2023, Μίλησε ποντιακά ο Αλέξης Τσίπρας στο Μενίδι: Άλλα ζα σπάουνταν και άλλα... | Πολιτική Ειδήσεις (thetoc.gr)

[3] Από την στιγμή όπου η γλωσσική έκφραση του Αλέξη Τσίπρα δεν προκάλεσε το έντονο γέλιο των παρευρισκομένων, θεωρούμε πως πέτυχε τον στόχο της που ήσαν το να ‘αποδείξει’ παραστατικά και εύγλωττα και δίχως να χρειασθεί η χρήση κάποιας παροιμίας στα Νέα Ελληνικά, το ‘πόσο βαθιά αντιλαϊκή και ταξική είναι η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας.’

[4] Ευρύτερα ομιλώντας, θα επισημάνουμε πως σε αυτή την προεκλογική περίοδο διαφαίνεται το γεγονός πως βιώνουμε συνθήκες «κινηματικής ύφεσης», σύμφωνα με την διατύπωση του Δημήτρη Παπανικολόπουλου. Σύμφωνα με τον J. Goldstone, «τα κινήματα μπορούν να επηρεάσουν τις εκλογές όχι μόνο κινητοποιώντας τους υποστηρικτές τους να ψηφίσουν και να υποστηρίξουν ένα συγκεκριμένο κόμμα, αλλά επιπλέον αυξάνοντας την περίοπτη θέση ζητημάτων που είναι ταυτισμένα με συγκεκριμένα κόμματα ή πολιτικούς». Το πρόσφατο κίνημα διαμαρτυρίας που συγκροτήθηκε μετά το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην Κοιλάδα των Τεμπών, αφενός μεν δεν κατάφερε να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για το άνοιγμα ενός μεγάλου συγκρουσιακού κύκλου (το ατομικό-συλλογικό πένθος των πρώτων ημερών, οι κατευναστικές πολιτικές κινήσεις όπως ήσαν η παραίτηση του υπουργού Μεταφορών Αχιλλέα Καραμανλή και η αντικατάσταση του από τον Γιώργο Γεραπετρίτη, καθώς και η προκήρυξη εκλογών, αποτέλεσαν ανασταλτικούς παράγοντες για κάτι τέτοιο), αφετέρου δε, δεν κατάφερε να ανακόψει την υπάρχουσα «κινηματική ύφεση» που προεκλογική εκφράζεται όχι μόνο μέσω της πραγματοποίησης επιμέρους κινηματικών-συλλογικών δράσεων, αλλά, και μέσω της έλλειψης κινηματικού τύπου κομμάτων (λογίζεται ως τέτοιο το ‘Κίνημα  Φτωχών’ του ηθοποιού Παύλου Κοντογιαννίδη; Όχι, είναι η απάντηση μας, διότι το ‘κίνημα’ αυτό δεν έχει επιδείξει κινηματική δράση και ‘επιζεί’ μόνο μέσα στις δηλώσεις του ηθοποιού και σε διάφορες αναρτήσεις στο ‘Facebook’), μέσω της μη ένταξης πολλών ακτιβιστών στα ψηφοδέλτια των πολιτικών κομμάτων (τι απέγιναν οι ηθοποιοί και οι εκπρόσωποι τους που συμμετείχαν σε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα; ), μέσω της μη άσκησης πιέσεων για συμπερίληψη συγκεκριμένων κινηματικών θέσεων στα προεκλογικά προγράμματα πολιτικών κομμάτων και ιδίως των Αριστερών. Πλέον, δεν στοχοποιείται μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ από κινήματα και κινηματικούς δρώντες, αλλά και κόμματα της εξω-κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Βλέπε σχετικά, Goldstone, J., ‘Introduction: Bridging institutionalized and noninstitutionalized politics,’ στο: Goldstone, J., (επιμ.), ‘States, parties and social movements,’ Cambridge, Cambridge University Press, 2003. Και, Παπανικολόπουλος, Δημήτριος., ‘Συλλογική δράση και δημοκρατία στην προδικτατορική Ελλάδα: ο κύκλος διαμαρτυρίας του ’60,’ Διδακτορική Διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2013, Διαθέσιμη στο: Συλλογική δράση και δημοκρατία στην προδικτατορική Ελλάδα: ο κύκλος διαμαρτυρίας του ‘60 (didaktorika.gr) Ακόμη και ο ίδιος ο Παύλος Κοντογιαννίδης να ερωτηθεί, θα διστάσει να ονομάσει το κόμμα του ‘κινηματικό κόμμα.’

[5] Το στοιχείο του ανταγωνισμού εμπεριέχεται στην στρατηγική Τσίπρα: ‘Εάν μπορείτε και τολμάτε, κάντε το ίδιο, κύριοι.’ Και ακολουθεί η με ειρωνεία διανθισμένη άρνηση. ‘Εδώ εσείς ή εσύ αρνείσαι να με αντιμετωπίσει σε debate, θα σταθείς ενώπιον των περήφανων Ποντίων;’