Να το ξαναπούμε: Ο θάνατος παραμένει πάντα η μοναδική μας βεβαιότητα. Και είναι ακριβώς αυτή η βεβαιότητα, που έκανε τους ανθρώπους, με πρώτους τους αρχαίους Έλληνες, να αποζητούν την αθανασία όχι στους ουρανούς, αλλά σ’ αυτήν εδώ τη γη. Στην «αθάνατη φήμη» και στα «αθάνατα έργα». Τα οποία, από τη φύση τους, μόνον μέσα στον κόσμο των ανθρώπων ήταν δυνατόν να συμβούν.
Έτσι τα έργα του πολιτισμού, με πρώτο την Δημοκρατία που οργανώνει τον «κόσμο των ανθρώπων» ήταν η ρητή απάντησή τους στην θνητότητα. Αφού, ως δυνάμει αθάνατο συλλογικό έργο, προορίζεται να επιζήσει των ανθρώπων που το δημιούργησαν,
Γι’ αυτό και ο θάνατος, αυτή η βαθύτατα «αντιπολιτική» ανθρώπινη εμπειρία, ενώ είναι το άκρον άωτον της μοναξιάς και της ανημπόριας, αλλάζει νόημα όταν συμβαίνει μέσα στην αγκαλιά του «κόσμου των ανθρώπων», που είναι αθάνατος. Κάτι που αποτελεί το προνόμιο του τέλους κάθε ολοκληρωμένης ζωής.
Είναι το μεγάλο προνόμιο, με το οποίο συνοδευευόμενοι έφυγαν από κοντά μας η Φώφη Γεννηματά και ο Νικηφόρος Αντωνόπουλος.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο πολιτικός κόσμος δεν εξέδωσε «δεκάρικους» με στερεότυπα για την Φώφη Γεννηματά αλλά την αποχαιρέτησε με εκείνον τον σεβασμό, που μόνον η συνείδηση ότι όλα αυτά διαδραματίζονται σε έναν κόσμο που συνεχίζεται μετά από εμάς δημιουργεί.
Την ίδια στιγμή που όλη η σκεπτόμενη Αριστερά αποχαιρετούσε, με τον σεβασμό και την τρυφερότητα του οικείου, έναν δικό της φωτισμένο άνθρωπο. Τον Νικηφόρο Αντωνόπουλο.
Για τον οποίο η αριστερά, σε αντίθεση με όσα εκφωνούν οι δημαγωγοί, ήταν πρώτα απ’ όλα το δημοκρατικό ήθος και η ευγένεια, που αποτελούν τις σταθερές ενός κόσμου που επίσης προορίζεται να ζήσει μετά από εμάς.
Έτσι, χάρις στους ανθρώπους που αποχαιρετήσαμε, ακόμη και ο θάνατος παίρνει άλλη διάσταση. Αφού μας θυμίζει ότι πάει μαζί με την αθανασία του ανθρώπινου πολιτισμού.