Για μια Μακεδονία που ενώνει

Γιάννης Λασκαράκης 01 Φεβ 2018

Μετά από είκοσι πέντε χρόνια , ξαναζούμε  το ίδιο κακόγουστο έργο. Τις λαοσυνάξεις με τα λάβαρα των σύγχρονων Μακεδονομάχων,  εναντίον των «γυφτοσκοπιανών» που «θέλουν να μας πάρουν την Μακεδονία».  Αναρωτούνται οι σώφρονες πολίτες αν ζουν στην Ελλάδα του 21ου αιώνα  ή στην Ελλάδα του  1900 και των «μυστικών του βάλτου»,  με τον Παύλο Μελά και την Πηνελόπη Δέλτα.

Και δεν έχουν άδικο. Οι εγγονοί των Μακεδονομάχων, με τις στολές τους, ήταν στην εξέδρα της Θεσσαλονίκης, ενώ ο εγγονός της Πηνελόπης Δέλτα, ο  Αντώνης Σαμαράς, έγινε πρωθυπουργός «μαχόμενος» για το όνομα της Μακεδονίας. Βαφτίσαμε «ευαισθησίες» τις εθνικιστικές μας εξάρσεις και την ευγενή μας τύφλωση, για να κολακεύσουμε την ιστορική μας παθογένεια, να αδυνατούμε δηλαδή να διακρίνουμε το εθνικό μας συμφέρον. Να λέμε ηρωικά «Όχι» αδιαφορώντας για τις συνέπειες.

Παλαιότερα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε δακρύσει όταν επισκέφθηκε την Βεργίνα, όπου ο Μανόλης Ανδρόνικος ανακάλυψε τους βασιλικούς τάφους,   στις Αιγές.  Σε δηλώσεις του είχε τονίσει ότι η ανακάλυψη αποδεικνύει ότι η Μακεδονία είναι Ελληνική.  Δηλαδή στην υποθετική περίπτωση που ο Φίλιππος ο Β’ είχε ζητήσει να τον θάψουν στην Ηράκλεια Λυγκηστίδας, την σπουδαία Μακεδονική πόλη, δίπλα στο  Μοναστήρι, την οποία ίδρυσε ο ίδιος προς τιμήν του θεωρούμενου προγόνου του Ηρακλή,  θα σήμανε ότι η π.Γ.Δ. της Μακεδονίας θα είχε κληρονομικά ιστορικά δικαιώματα;   Ο ιστορικός Φίλιππος Ηλιού, γράφει:  «Κανείς δεν περίμενε  ότι θα υπήρχαν Έλληνες  ιστορικοί  οι οποίοι, με τόση άνεση,  θα αθετούσαν τη δεοντολογία της επιστήμης τους για να προσφέρουν τόσο κακά επιχειρήματα σε μια εξ αρχής υπονομευμένη υπόθεση, όπως το λεγόμενο Μακεδονικό». Ο ίδιος ιστορικός  αναφέρει στο βιβλίο του «Ψηφίδες Ιστορίας και πολιτικής του 20ου αιώνα» ότι «δεν θα αποφασίζουμε εμείς  για τη συνείδηση των άλλων, όπως δεν επιτρέπουμε στους άλλους να αποφασίζουν για τη δική μας συνείδηση». Ενώ για την ελληνικότητα της Μακεδονίας με βάση το πληθυσμιακό κριτήριο  αναφέρει : «Θέλουμε να ξεχνούμε ότι η ελληνική Μακεδονία έγινε ελληνική κατά τον 20ο αιώνα μέσα από ένα σπαρακτικό ξερίζωμα πληθυσμών ,  με αμοιβαίες ανταλλαγές πληθυσμών με τον ερχομό των μικρασιατών Ελλήνων, μετά από την καταστροφή. Η σημερινή πληθυσμιακή σύνθεση της Μακεδονίας είναι, κατά κύριο λόγο , αποτέλεσμα των ανταλλαγών πληθυσμών και όχι της επιβίωσης γηγενών ελληνικών πληθυσμιακών συνόλων».

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι το ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής χώρας δεν είναι ούτε ιστορικό ούτε αρχαιολογικό.  Είναι γεωγραφικό και πολιτικό και ως τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίσουμε, χωρίς εθνικισμούς και πατριδοκαπηλίες.  Τα μεγάλα λόγια μας οδήγησαν  σε διεθνή ήττα, όταν 130 και πλέον χώρες, με πρώτη τη Ρωσία του λατρευτού μας Πούτιν, αναγνώρισαν την ΠΓΔΜ, ως σκέτη Μακεδονία.
Υπερτονίσαμε τα περί «αλυτρωτισμών» και «επεκτατικών βλέψεων», λόγω μερικών ανόητων αναφορών στο Σύνταγμά τους, από την εποχή της έντασης, και οι οποίες δεν έχουν καμία νομική ισχύ, με βάση  την ενδιάμεση συμφωνία, σύμφωνα με την έγκυρη γνώση  των συνταγματολόγων  Βαγγέλη Βενιζέλου (Ρ/Σ Θέμα) και Κώστα Μποτόπουλου. (Τα Νέα  30/1).  Σε κάθε περίπτωση δεν έχουμε τίποτε να φοβηθούμε από ένα αδύναμο μικρό κράτος, μελλοντικό μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε.

Σπαταλήσαμε πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο,   προσπαθώντας να υποκαταστήσουμε τη διπλωματία και την πολιτική με την ιστορία και την αρχαιολογία. Αμετανόητα ανιστόρητοι, ξεχνούμε τις τραγωδίες που έζησε αυτός ο τόπος από παρόμοιες πατριδοκαπηλίες και μεγαλοϊδεατισμούς (1897, 1922, Κύπρος κλπ), προσβλέποντας , όχι στα συμφέροντα της χώρας, αλλά στην ψηφοθηρία στα θολά νερά του εθνικισμού και της ανοησίας. Η σημερινή συγκυρία ευνοεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση. Για να υπάρξει σταθερότητα στα βόρεια σύνορά μας, στο δρόμο που μας συνδέει με  την Ευρώπη, πριν η Ρωσία και η Τουρκία «παίξουν» τα δικά τους παιχνίδια στην περιοχή.
Μια έξυπνη πολιτική ηγεσία, αντί για τα φοβικά σύνδρομα και τις «ιδιοκτησιακές» λογικές , θα προέτρεπε τους γείτονες  να  μάθουν την γλώσσα του Μεγαλέξανδρου, το άγαλμα του οποίου κοσμεί την πλατεία τους, ώστε τα ελληνικά να γίνουν  δεύτερη γλώσσα τους.  Να σπουδάσουν στα Πανεπιστήμιά μας,  να εισάγουν ελληνικά προϊόντα, να δεχθούν ελληνικές επενδύσεις, να χρησιμοποιούν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης,   να την «καταλάβουν την ελληνική Μακεδονία ως τουρίστες και περιηγητές. Να υποστηρίζουν τα κοινά μας συμφέροντα στην Ευρώπη, στο ΝΑΤΟ και στα Βαλκάνια. Να είμαστε προνομιακός οικονομικός και πολιτικός εταίρος  και συνομιλητής τους.

Να προσκαλέσουν ελληνικές τεχνικές εταιρείες να κατασκευάσουν με ευρωπαϊκά κονδύλια, τον κλάδο της νέας Εγνατίας, στα ίχνη της αρχαίας, που περνούσε μέσα από έδαφός τους, από την Ηράκλεια και την Αχρίδα,  μέχρι  το Δυρράχιο της Αλβανίας.  Να  συνδέει και σήμερα ο παλαιότερος δρόμος της Ευρώπης τις τρεις χώρες και να ταξιδεύουν σε αυτήν οι πολίτες τους, όπως παλιά ταξίδευαν  στην αρχαία   Μακεδονία , από την Αχρίδα, στην Ηράκλεια και στην Πέλλα και από   την Θεσσαλονίκη , στην Απολλωνία, στην Αμφίπολη και στους Φιλίππους.

Κάπως έτσι σκέφτονται οι έξυπνοι λαοί με αυτοπεποίθηση, που εκλέγουν έξυπνες κυβερνήσεις, και που δεν εκτονώνονται στα συλλαλητήρια του μίσους και της πατριδοκαπηλίας.