«Προσπαθώντας να ξεφύγω από τις ατέρμονες δημοσκοπικές αναλύσεις και τις ποδοσφαιρικού τύπου προβλέψεις σχετικά με το τελικό σκορ της 20ης Σεπτεμβρίου, είπα να καταγράψω τις δικές μου σκέψεις για την εθνική Παιδεία, και ειδικά την Δημόσια. Η σημασία του θεσμού αυτού είναι περιττό να αναφερθεί, καλό είναι όμως να θυμόμαστε πάντα πως αποτελεί το κυριότερο εργαλείο μακροπρόθεσμης εξισορρόπησης των πάντα υφιστάμενων κοινωνικών ανισοτήτων. Ίσως μάλιστα η «ταξικής» εμπνεύσεως επιβολή ΦΠΑ 23% στα ιδιωτικά σχολεία να μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε τις θυσίες που κάνουν γονείς με χαμηλά εισοδήματα ώστε να εξασφαλίσουν αυτό που ονειρεύονται ως καλό μέλλον για τα παιδιά τους.
Δεν είμαι εκπαιδευτικός, θα προσπαθήσω όμως να κάνω μια καταγραφή βασισμένη σε εμπειρίες από το στενό και φυσικά το ευρύτερο περιβάλλον μου, χρησιμοποιώντας την κοινή λογική. Είναι μάλλον προφανές πως η επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης αλλά και η θεαματική άνοδος των εισακτέων σε ΑΕΙ και ΤΕΙ δεν επηρέασαν την αρχική λογική του συστήματος. Σε μια εποχή που η πλειοψηφία των Ελλήνων αρκούνταν σε ένα απολυτήριο Δημοτικού, οι μανδαρίνοι του Υπουργείου Παιδείας επεδίωξαν-ορθά-να παρέχουν στα ελληνόπουλα τον μέγιστο εφικτό όγκο γνώσεων, καθώς πιθανότατα δεν θα τους δινόταν κάποια νέα εκπαιδευτική δυνατότητα στην υπόλοιπη ζωή τους. Η εμπειρική πρακτική εκπαίδευση ήταν κανόνας για οσους θα ασχολούνταν με κάποιο χειρωνακτικό επάγγελμα, αγρότες, τεχνίτες κι εργάτες, συνεπώς το σχολείο αποσκοπούσε στο να προσφέρει ένα στοιχειώδες μορφωτικό υπόβαθρο (γραφή, ανάγνωση, αριθμητική, γεωγραφία) και λίγες θεωρητικές γνώσεις υποστηρικτικές στο εθνικό φρόνημα (ιστορία, θρησκευτικά, πατριδογνωσία). Οι αίθουσες διδασκαλίας ήταν ασφυκτικά γεμάτες και το περιβάλλον εκμάθησης ήταν αυστηρό, σύμφωνο με τα τότε ήθη, οι δε λειτουργοί ιδιαίτερα αφοσιωμένοι και υπερήφανοι για το έργο τους. Κι ήταν όντως πολύ μεγάλο αυτό το έργο, αν κρίνουμε πως η θεαματική ελληνική ανάπτυξη που σημειώθηκε μετά το ’50 κατά βάσιν υλοποιήθηκε από τους απολυτηριούχους εκείνων των παλιών δημοτικών σχολείων. Αντίστοιχα το απολυτήριο εξαταξίου Γυμνασίου εξασφάλιζε επάγγελμα γραφείου και ικανή καλλιέργεια.
Το πράγμα άρχισε να μπερδεύεται όταν η άνοδος του βιοτικού επιπέδου προκάλεσε αρχικά κατακόρυφη αύξηση όσων παιδιών παρακολουθούσαν τις τάξεις του Γυμνασίου, του Λυκείου, και τελικά έκρηξη στους κοινωνούς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το μπέρδεμα έχει να κάνει με το ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα των επιμέρους βαθμίδων δεν έχουν ικανοποιητικά προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Οι μαθητές μπουκώνονται με υπερβολικά πολλές θεωρητικές πληροφορίες που λανθασμένα θεωρούνται γνώσεις, χωρίς να έχουν λάβει νωρίτερα τα εργαλεία εκείνα που θα τους βοηθήσουν να πορευτούν στη ζωή, με κύριο εκείνο της επαγωγικής σκέψης, της αντίληψης αιτίου και αιτιατού. Και η κατάσταση επιδεινώνεται μέσω της κυριαρχίας των γενικών Λυκείων σε βάρος των επαγγελματικών, τα οποία θα μπορούσαν να προετοιμάζουν πολύ περισσότερα νέα άτομα για μια σταδιοδρομία πιο ταιριαστή στις πραγματικές κι όχι επιθυμητές δεξιότητες τους. Υποτασσόμενη στις επιθυμίες των γονέων η παιδαγωγική ηγεσία βάζει σε πρώτο ρόλο το γενικό Λύκειο, χωρίς να αναλογίζεται πως το είδος των γνώσεων που λαμβάνει κάποιος εκεί τον καθιστούν-σε περίπτωση μη εισόδου του σε ΑΕΙ/ΤΕΙ-κατάλληλο μόνο για απασχόληση σε χαμηλής εξειδίκευσης χαμηλόμισθη εργασία. Αλλά και η πολυπόθητη επιτυχία στις Πανελλαδικές συχνότατα οδηγεί σε τμήματα με μικρή έως ανύπαρκτη πιθανότητα επαγγελματικής αποκατάστασης, τμήματα που λογικά θα έπρεπε να αποτελούν προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών. Αλλά και τα προγράμματα σπουδών των διακεκριμένων σχολών είναι κι αυτά συγκροτημένα σύμφωνα με την προαναφερθείσα λογική του μπουκώματος πληροφοριών, λες κι ο φοιτητής θα πρέπει να συσσωρεύσει κατά τη διάρκεια της πανεπιστημιακής/τεχνολογικής του εκπαίδευσης όλες τις γνώσεις που θα του χρειαστούν στη ζωή. Μεταπτυχιακά, μάστερ’ς, σεμινάρια, δια βίου μάθηση είναι πράγματα ανήκουστα για τους ιθύνοντες της εθνικής Παιδείας.
Είναι απίστευτο το ότι έχουμε μεν μουσικά και αθλητικά Λύκεια, έχουμε όμως μόνο ένα αγροτικό κι αυτό ιδιωτικό, αμερικανικό. Είναι απίστευτο το ότι στα νησιά μας δεν λειτουργούν τουριστικά Λύκεια. Είναι απίστευτο το ότι τα περιφερειακά ΤΕΙ δεν λειτουργούν ως community colleges, με πρόγραμμα σπουδών ταιριαστό στις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και οικονομιών. Είναι απίστευτο το ότι προσφέρονται τόσο λίγοι μεταπτυχιακοί τίτλοι από τα ΑΕΙ, και ειδικά αγγλόφωνοι. Είναι απίστευτο το ότι δεν επιδιώκουμε να είμαστε το κέντρο κλασικών σπουδών του πλανήτη. Είναι απίστευτο το ότι χαλαλίζονται τόσοι επιστήμονες επειδή είναι τόσο δυσχερής η συνεργασία πανεπιστημιακής έρευνας και επιχειρήσεων. Είναι απίστευτο το ότι χιλιάδες παιδιά με το συνάλλαγμα τους ξενιτεύονται κάθε χρόνο, λόγω μιας παράλογης συνταγματικής ρύθμισης που επιβάλλει κρατικό μονοπώλιο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι απίστευτο το ότι η τήρηση του σπουδαστικού χρονοδιαγράμματος επαφίεται στο φιλότιμο και την εργατικότητα του κάθε φοιτητή. Είναι απίστευτο το ότι χιλιάδες τεχνίτες με υπεύθυνες δουλειές δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε επίσημη επαγγελματική κατάρτιση. Είναι απίστευτο το ότι καλοπληρωμένες ειδικότητες, όπως εκείνη του χειριστή γερανού, δίνονται κατ’αποκλειστικότητα από επαγγελματικά σωματεία. Είναι απίστευτο το ότι οι μαθητές δεν λαμβάνουν ούτε στοιχειώδεις γνώσεις σχετικές με την λειτουργία ενός νοικοκυριού, ώστε να μην βρίσκονται απελπιστικά απροετοίμαστοι όταν ξεκινούν τη φοιτητική ζωή. Είναι απίστευτο το ότι αναζητούμε τα αίτια της κρίσης στις ενέργειες του τάδε ή του δείνα πρωθυπουργού, όταν σαν κύριους υπευθύνους θα έπρεπε να εγκαλούμε τους υπουργούς Παιδείας των τελευταίων 40 ετών… «