Η κακοκαιρία «Ντάνιελ» και οι καταστροφικές πλημμύρες που προκάλεσε μετατρέποντας τον Θεσσαλικό Κάμπο σε λιμνοθάλασσα δεν έχει σύγχρονο ιστορικό προηγούμενο. Τα χαρακτηριστικά της κακοκαιρίας ήταν πρωτοφανή, βεβαιώνουν όλοι οι ειδικοί επιστήμονες. Όμως η Θεσσαλία είχε πληγεί πριν από τρία χρόνια από τον «Ιανό». Τότε συνειδητοποιήθηκε στην πράξη με ποια φαινόμενα μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη η χώρα εξαιτίας της κλιματικής κρίσης. Η κυβέρνηση της ΝΔ τότε, δια του Πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, έσπευσε να δηλώσει ότι θα αναληφθούν όλα τα μέτρα ώστε οι κάτοικοι της Θεσσαλίας να μη βρεθούν ξανά αντιμέτωποι με τα όσα έζησαν με τον «Ιανό».
Εκτιμήσεις για τις αστοχίες των υποδομών αλλά και θεσμικές αδυναμίες είχαν επισημανθεί σε σχετική μελέτη από ομάδα εμπειρογνωμόνων που συγκροτήθηκε με εντολή του υπουργείου Δικαιοσύνης μετά τον «Ιανό». Από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι δεν αναλήφθηκαν οι αναγκαίες πρωτοβουλίες από την κυβέρνηση της ΝΔ και τον περιφερειάρχη κ. Αγοραστό, ώστε οι προτάσεις που περιλαμβάνονται στα σχέδια διαχείρισης πλημμυρών να μετουσιωθούν σε έργα («Είχαμε εντοπίσει τις αστοχίες του συστήματος αλλά..» Καθημερινή 12/9/2023). Όπως δεν μετουσιώθηκαν σε έργα οι προτάσεις που περιλαμβάνονται στα σχέδια διαχείρισης υδάτων.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής πρότεινε τη συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής για τη διερεύνηση των αιτιών της ελλιπούς θωράκισης της Θεσσαλίας έναντι ακραίων καιρικών φαινομένων και την αναζήτηση των πάσης φύσεως ευθυνών. Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζήτησε τη διεξαγωγή έρευνας για συγκεκριμένα έργα που δεν έγιναν ή που έγιναν με κακοτεχνίες, και για κακοδιαχείριση εκατομμυρίων ευρώ για αντιπλημμυρικά έργα στη Θεσσαλία. Αυτές οι πρωτοβουλίες θα βοηθήσουν να μην επαναληφθούν οι παραλείψεις, τα λάθη και οι αστοχίες που ακολούθησαν μετά τον «Ιανό».
Οι καταστροφές που προκλήθηκαν δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν εντελώς. Όμως θα μπορούσε να περιοριστεί η έκτασή τους. Όπως επισημαίνει ο καθηγητής κ. Συνολάκης (Καθημερινή, 14/9/2023), θα μπορούσαν να περιοριστούν αν υπήρχαν τα «νειλόμετρα», υδρογραφήματα της πλημμύρας που θα έδιναν έγκαιρα πληροφόρηση για τον όγκο του νερού. Έτσι, δεν θα φτάναμε στο σημείο να αποστέλλεται το μήνυμα του 112 όταν τα σπίτια έχουν ήδη πλημυρίσει. Θα υπήρχε χρόνος να μεταφέρουν οι πολίτες από το σπίτι τους ό,τι ήταν αναγκαίο ή να μετακινήσουν τα ζώα από τις στάνες, τα αποθηκευμένα αγροτικά προϊόντα, και οι επιχειρήσεις να προστατέψουν κρίσιμο μηχανολογικό εξοπλισμό. Ούτε θα αφήνονταν στην κρίση των αυτοδιοικητικών και περιφερειακών εκπροσώπων να αποφασίζουν αν και ποια αναχώματα θα πρέπει να σπάσουν.
Δεν προκρίθηκε η άμεση εμπλοκή του Στρατού. Δεν υπάρχει νομοθετική πρόβλεψη για τη συγκρότηση συντονιστικού οργάνου με αποφασιστική αρμοδιότητα για την αντιμετώπιση των ακραίων καταστάσεων. Η παντελής απουσία συντονισμού έθεσε σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές και εκθέτει τους πολίτες της Θεσσαλίας σε πρωτοφανείς υγειονομικούς κινδύνους. Πρέπει άμεσα να υπάρξει νομοθετική πρωτοβουλία για τη συγκρότηση συντονιστικού οργάνου που θα συγκεντρώνει όλες τις πληροφορίες, θα θέτει προτεραιότητες, θα αποφασίζει και θα επιστρατεύει ιδιώτες για την παροχή υπηρεσιών.
Η Θεσσαλία είναι από τους βασικούς τροφοδότες της χώρας σε γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Οι ζημιές στο φυτικό και ζωικό κεφάλαιο και στον μηχανολογικό εξοπλισμό δεν θα επηρεάσουν μόνο το φετινό εισόδημα των νοικοκυριών και τη δραστηριότητα των επιχειρήσεων αλλά και αυτό των επόμενων ετών. Είναι λοιπόν απαραίτητη η ταχύτερη δυνατή καταγραφή των ζημιών και η λήψη πρωτοβουλιών αποκατάστασης ζωικού κεφαλαίου και ζημιών στα χωράφια, ώστε να ξαναγίνουν καλλιεργήσιμα. Οι γεωργοί και κτηνοτρόφοι πρέπει να μπορούν να έχουν ένα εισόδημα για να μείνουν στον τόπο τους διαφορετικά κινδυνεύουμε να δούμε την ερήμωση της Θεσσαλικής υπαίθρου. Εξίσου σημαντικό, η λήψη μέτρων για εξασφάλιση κατοικίας και η εξάλειψη όλων των πηγών μόλυνσης που απειλούν την υγεία των πολιτών.
Το μέγεθος της καταστροφής ξεπερνά τις δυνατότητες των τοπικών η περιφερειακών αρχών για να επιστρέψει η Θεσσαλία σε μια νέα κανονικότητα χωρίς τον φόβο ακραίων φαινομένων, ενός νέου «Ιανού» ή «Ντάνιελ». H Θεσσαλία, για να γίνει ανθεκτική και να αποκτήσει μια βιώσιμη οικονομία σε συνθήκες κλιματικής κρίσης, χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο πολυετές σχέδιο για την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότησή της, όπως προτείνει το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής. Η μελέτη αυτή θα εκπονηθεί από ανεξάρτητη ομάδα από την ελληνική και διεθνή επιστημονική κοινότητα και από όλους τους εμπλεκόμενους κλάδους. Θα κληθούν να καταθέσουν ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων, που θα περιλαμβάνει δυσμενή και εξαιρετικά δυσμενή σενάρια.
Τα έργα και οι δράσεις για τη θωράκιση της περιοχής, σύμφωνα με τα σενάρια αυτά, θα πρέπει να κοστολογηθούν και να ιεραρχηθούν. Με βάση αυτό το σχέδιο η χώρα θα πρέπει να αναζητήσει νέους πόρους από την ΕΕ, πέρα από αυτούς που θα λάβει στο πλαίσιο αναταξινόμησης από το ΕΣΠΑ 2020-2027 ή το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, φαίνεται πόσο λάθος ήταν το εθνικό σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και πόσο αναγκαία είναι μια αναθεώρησή του. Στους πόρους αυτούς θα πρέπει να προστεθούν διακριτοί πόροι στους ετήσιους προϋπολογισμούς της επόμενης πενταετίας και πόροι από τον ιδιωτικό τομέα σε συγχρηματοδοτούμενα έργα.
Ένα κρίσιμο ερώτημα είναι ποιος θα αναλάβει την υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Με βάση την εμπειρία, η προσφορότερη επιλογή στις παρούσες συνθήκες είναι η συγκρότηση μιας TASK FORCE που θα αναλάβει την ευθύνη. Ταυτόχρονα, θα συγκροτηθεί μια ειδική επιτροπή στη Βουλή, η οποία θα συνεδριάζει σε τακτική βάση και θα παρακολουθεί την πορεία των εργασιών, τα έργα που θα προκρίνονται και τη σωστή διαχείριση των πόρων.
Οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, οι πολλαπλές καταστροφές σε κατοικίες και υποδομές και η καταστροφή φυτικού, ζωικού κεφαλαίου και μηχανολογικού εξοπλισμού καθιστούν αναγκαία:
α) Την επαναξιολόγηση και πιθανόν διεύρυνση των προληπτικών μέτρων που λαμβάνει η χώρα, ώστε να είναι πιο ανθεκτική σε ακραία φαινόμενα και φυσικές καταστροφές.
β) Την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της λειτουργίας υφιστάμενων μέτρων στην αντιμετώπιση ακραίων φαινόμενων, όταν και όπου αυτά εκδηλώνονται.
γ) Τη διασφάλιση της στέγασης όσων έχουν χάσει τις κατοικίες, την άμεση αντιμετώπιση των υγειονομικών κινδύνων με άμεση ταφή νεκρών ζώων και αποκατάσταση παροχής πόσιμου νερού. Την αποκατάσταση του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου, την ταχεία αποτίμηση των ζημιών, ώστε να καταβληθούν έγκαιρα οι αποζημιώσεις.
δ) Την εκπόνηση ενός σχεδίου για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, ώστε οι πολίτες της να παραμείνουν στον τόπο τους και να συνεχίσουν να συνεισφέρουν στην εθνική οικονομία, προσαρμοσμένοι στις συνθήκες που διαμορφώνει η κλιματική κρίση.
Η ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας δεν είναι απλά μια υποχρέωση της κυβέρνησης. Είναι μια υποχρέωση όλων των πολιτικών κομμάτων που έλαβαν εντολή να κυβερνήσουν τη χώρα. Σε μια εποχή απαξίωσης της πολιτικής, κυβέρνηση και αντιπολίτευση θα κρίνονται πολύ αυστηρά από τους πολίτες, τόσο για τις επιλογές όσο και για τα λάθη και τις παραλείψεις. Η άνοδος ακροδεξιών και αντισυστημικών δυνάμεων σε όλη την Ευρώπη πρέπει να προβληματίσει την κυβέρνηση, ώστε να μην επαναλάβει τα λάθη του «Ιανού» και του «Ντάνιελ», ούτε να συνεχίσει να συμπεριφέρεται σαν να έλαβε λευκή επιταγή με το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουνίου. Η αντιπολίτευση θα πρέπει να ελέγχει συνεχώς με σπουδή και αυστηρότητα τα πεπραγμένα της κυβέρνησης και να συνεισφέρει με εποικοδομητικές προτάσεις.
Τέλος, καθώς βαδίζουμε στις περιφερειακές και αυτοδιοικητικές εκλογές, οι πολίτες της Θεσσαλίας, πριν ψηφίσουν, ας αναλογιστούν αν ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας έκανε όσα έπρεπε μετά τον «Ιανό», αλλά και μετά την εκδήλωση του «Ντάνιελ». Με την αξιολόγηση αυτή στο μυαλό τους, ας προσέλθουν στις κάλπες διεκδικώντας μια καλύτερη και βιώσιμη πορεία για τη Θεσσαλία.