Για ένα προοδευτικό κίνημα του 21ου αιώνα

Δημήτρης Τσιόδρας 06 Σεπ 2017

Απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός νέου φορέα στον προοδευτικό χώρο αποτελεί η αποσαφήνιση των πολιτικών χαρακτηριστικών του. Ένα νέο κόμμα δεν μπορεί να ετεροκαθορίζεται με βάση τις αποστάσεις του από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Καθορίζεται από τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Από προτάσεις που απαντούν σε σύγχρονα προβλήματα κι όχι από ιδεολογικές ταμπέλες και συνθήματα του παρελθόντος που παραπέμπουν σε παλαιομοδίτικους γραμμικούς διαχωρισμούς προοδευτικών – συντηρητικών που δεν έχουν καμιά σχέση με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Οι προσεγγίσεις δεξιάς – αριστεράς που καθόρισαν τον 20ό αιώνα δεν μπορούν να δώσουν τις απαντήσεις στα προβλήματα του σήμερα. Απαντούσαν σε ζητήματα που έθετε η βιομηχανική εποχή, όταν οι αποφάσεις λαμβάνονταν εντός εθνικού πλαισίου. Ο κόσμος εδώ και δεκαετίες έχει μπει σε μια φάση ριζικών αλλαγών, που απαιτούν άλλες αναλύσεις. Οι κοσμογονικές αλλαγές καθιστούν παρωχημένη την επιμονή στις προσεγγίσεις του παρελθόντος. Πόσο προοδευτικός μπορεί να είναι κάποιος που έχει ως πρότυπο καθεστώτα που κατέρρευσαν με πάταγο τον 20ό αιώνα ή υποστηρίζει τριτοκοσμικές δικτατορίες; Πόσο εκτός εποχής είναι η διαμάχη για τον Hitler και τον Stalin όταν εκφεύγει από το πλαίσιο της ιστορικής ανάλυσης και ανάγεται σε πεδίο πολιτικής σύγκρουσης, όταν οι Εσθονοί καλούνται από την Ιαπωνία ως σύμβουλοι για τον εκσυγχρονισμό της ιαπωνικής δημόσιας διοίκησης! Δεν είναι δείγμα οπισθοδρομικής λογικής να βλέπει κανείς δυνάμεις που αυτοαποκαλούνται προοδευτικές να κρατούν ίσες αποστάσεις από Le Pen και Macron, να πανηγυρίζουν τη νίκη Τραμπ και να χαίρονται με το Brexit; Δεν είναι εκτός τόπου και χρόνου η αναζήτηση της προόδου σε πρότυπα οργάνωσης των κοινωνιών του 1920 και του 1930, τη στιγμή που στις αναπτυγμένες χώρες συζητούν για τις συνέπειες του νέου κύματος ψηφιακής παγκοσμιοποίησης και καινοτομίας; Εκεί ακούνε τον Bill Gates κι εδώ αναπαράγουμε τσιτάτα του Stalin. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στους οπαδούς μιας ανοιχτής ή μιας “κλειστής” χώρας που αναζητεί λύσεις περιχαρακωμένη, αγνοώντας τις διεθνείς εξελίξεις, είναι η βασική αντίθεση σήμερα.

Η σοσιαλδημοκρατία, που αποτέλεσε τον κορμό του προοδευτικού κινήματος στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες έχει αντιληφθεί ότι χρειάζονται νέες προσεγγίσεις και αναζητεί νέους δρόμους. Οι εξελίξεις των δεκαετιών του ’90 και του 2000, που αφαίρεσαν από τις εθνικές κυβερνήσεις κάθε δυνατότητα προστατευτισμού και η δημιουργία της νομισματικής ένωσης στην Ευρώπη που επιβάλλει την τήρηση ενιαίων κανόνων, αφαίρεσε από τις εθνικές κυβερνήσεις ισχυρά όπλα μέσα άσκησης “σοσιαλδημοκρατικής” πολιτικής, που ήταν η δημοσιονομική χαλάρωση και η αναδιανομή μέσω της φορολογίας. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα προσπαθούν να επανακαθορίσουν τη θέση τους στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, δίχως να το έχουν καταφέρει ακόμη (παράδειγμα το SPD). Με τις διαρκείς αλλαγές που επιβάλλει το παγκόσμιο πλαίσιο (ή μάλλον η απουσία του), στις οποίες ακόμα και η ΕΕ ως σύνολο, δυσκολεύεται να προσαρμοστεί, το πολιτικό ζητούμενο για τις αναπτυγμένες κοινωνίες δεν είναι η αντιπαράθεση στο εσωτερικό τους στη βάση του παραδοσιακού διαχωρισμού δεξιά – αριστερά, αλλά η συνεργασία πολιτικών δυνάμεων που θα ενισχύσουν τη θέση κάθε χώρας στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, που είναι το βασικό προαπαιτούμενο για την αύξηση του εθνικού πλούτου. Για τις χώρες της ΕΕ το καθήκον είναι να συμβάλουν στην ενίσχυση της θέσης της Ευρώπης σε αυτό το περιβάλλον.

Με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κλείνει ο κύκλος της μεταπολίτευσης. Το πολιτικό ζητούμενο είναι ποια πολιτική δύναμη ή πολιτικές δυνάμεις θα οδηγήσουν την Ελλάδα στη νέα εποχή ώστε να διεκδικήσει μια καλύτερη θέση στον σύγχρονο κόσμο. Ποια δύναμη θα εκφράσει τις δημιουργικές κι εξωστρεφείς δυνάμεις της χώρας. Ιδίως τους νέους ανθρώπους πυ μαστίζονται από την ανεργία κι εγκαταλείπουν μαζικά τη χώρα ή εργάζονται για 300 ευρώ.

Μια παγκόσμια συζήτηση που δεν μας “αγγίζει”

Κάθε εποχή έχει τα προτάγματά της. Άλλα ήταν τα προτάγματα για το προοδευτικό κίνημα στις αρχές του 20ου αιώνα, άλλα μετά τον εμφύλιο, αλλά το 1974. Σήμερα, τη στιγμή που εμείς συζητάμε για αλλαγές που έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και δεκαετίες στη δημόσια διοίκηση, στην εκπαίδευση, στο επιχειρηματικό περιβάλλον, ο υπόλοιπος κόσμος κινείται σε άλλους ρυθμούς. Η τεχνητή ευφυΐα, η ρομποτική, οι ενεργειακές τεχνολογίες, η βιοτεχνολογία, η κωδικοποίηση του χρήματος αλλά και οι ψηφιακοί πόλεμοι, η αλλαγή της γεωγραφίας των αγορών του μέλλοντος, η αύξηση των ανισοτήτων αλλάζουν τον κόσμο και τις κοινωνικές συντεταγμένες στο εσωτερικό των χωρών. Nέες ευκαιρίες αλλά και νέες προκλήσεις. Νέος πλούτος αλλά εντελώς άνιση η κατανομή του. Η συζήτηση μεταξύ των κομμάτων που μιλούν στο όνομα της προόδου έπρεπε να είναι πώς θα μπορέσει η Ελλάδα να συγχρονίσει τα βήματά της με αυτές τις αλλαγές και πώς θα προωθήσει μεταρρυθμίσεις με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων, την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, της καινοτομίας και της απασχόλησης. Παράλληλα πρέπει να θέσει ως προτεραιότητα, τη δικαιότερη κατανομή και τη βοήθεια σε ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας που βρίσκεται στο περιθώριο. Το μέλλον δεν μπορεί να χτιστεί με ένα μικρό τμήμα που θα προχωράει και θα ευημερεί όταν μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων θα βρίσκεται στο περιθώριο. Ούτε νοείται προοδευτικό κίνημα, αν δεν μιλάει για το σύνολο της κοινωνίας. Προϋπόθεση λοιπόν για να ξεφύγει η χώρα από το τέλμα αποτελούν:

– Η δημιουργία μιας σύγχρονης διοίκησης με αντικειμενική αξιολόγηση χωρίς πελατειακές σχέσεις, με αμοιβή και προαγωγή συνδεδεμένη με την απόδοση και απόλυση εκείνων που πληρώνονται από τους φορολογούμενους αλλά δεν ανταποκρίνονται στα καθήκοντά τους.

– Ενίσχυση του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους προς όφελος του συνόλου και μείωση του επιχειρηματικού του ρόλου.

– Αλλαγή εκ βάθρων του συνόλου του εκπαιδευτικού συστήματος, με βάση τις διεθνείς εξελίξεις, ώστε να καλλιεργεί την κριτική σκέψη. Η συνολική μεταρρύθμιση της Παιδείας, με στόχο την καλλιέργεια ήθους και κριτικής αντίληψης, η απεμπλοκή από την αποστήθιση, η ίδρυση ιδιωτικών και διεθνών Πανεπιστημίων και η σύνδεσή τους με την παραγωγή. Έτσι θα ενισχυθεί η καινοτομία κι όχι με δηλώσεις.

– Αλλαγή του επιχειρηματικού περιβάλλοντος ώστε να γίνει φιλικό σε όσους εντός κι εκτός Ελλάδας σκέφτονται να επενδύσουν. Μόνο έτσι θα αντιμετωπιστεί η ανεργία που είναι αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο πρόβλημα.

– Η δημιουργία ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους, που θα βοηθά αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη κι όχι τους “πελάτες” και τους επιτήδειους. Η φροντίδα του 1/3 της κοινωνίας που ζει σε συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού.

Προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά;

Η συζήτηση περί προόδου και συντήρησης έχει νόημα. Προοδευτικοί και συντηρητικοί θα υπάρχουν πάντα. Αλλά οι όροι πρέπει να αφορούν στα σύγχρονα δεδομένα κι όχι τις διαχωριστικές γραμμές του μακρινού παρελθόντος. Η συζήτηση περί στροφής προς τα αριστερά ή τα δεξιά με συνθηματολογικούς όρους είναι λάθος. Γιατί είναι αριστερό και προοδευτικό να μαζεύουν τα σκουπίδια μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι κι όχι ιδιωτικοί υπάλληλοι αν αυτό είναι προς το συμφέρον των δημοτών που πληρώνουν δημοτικά τέλη; Γιατί είναι αριστερό και προοδευτικό να καίγονται μέσα μαζικής μεταφοράς και περιουσίες των πολιτών και η αστυνομία να παραμένει απαθής; Ο διάλογος και η αντιπαράθεση αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο όταν αφορά τις λύσεις που προτείνει ο καθένας κι όχι όταν εξαντλείται σε ιδεολογικούς όρους δίχως ουσιαστικό αντίκρυσμα. Ο προοδευτικός χώρος έχει ιδεολογικό πλαίσιο αναφοράς. Είναι οι αρχές της σοσιαλδημοκρατίας (κοινωνικό κράτος) και του πολιτικού φιλελευθερισμού (ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, ανεξιθρησκία, κράτος δικαίου).

Προοδευτικοί και συντηρητικοί υπάρχουν και στο χώρο του κέντρου. Ο χώρος ούτε ενιαίος είναι ούτε έχει τις ίδιες απόψεις. Κάποιοι συνεχίζουν να σκέφτονται με όρους του παρελθόντος. Επιμένουν στην παραδοσιακή διάκριση δεξιά – αριστερά, υποστηρίζουν ότι πρέπει το νέο προοδευτικό κόμμα να έχει σαφές αριστερό στίγμα και θεωρούν εν δυνάμει σύμμαχο τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η άλλη τάση βλέπει ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εκπροσωπεί τις χειρότερες παθογένειες της μεταπολίτευσης κι ότι η συντηρητική ΝΔ δεν μπορεί να δώσει τις λύσεις. Ο προοδευτικός χώρος πρέπει να καθορίσει με σαφήνεια την δική του ταυτότητα, να γίνει ο κύριος φορέας της πολιτικής που θα οδηγήσει στη νέα Ελλάδα, ανοιχτός σε συμμαχία με δυνάμεις που θα συμφωνήσουν στην προώθηση μεταρρυθμίσεων που θα επιτρέψουν στη χώρα να συγχρονίσει τα βήματά της με τις εξελίξεις στον σύγχρονο κόσμο. Εχει ανάγκη από ένα πραγματικά ριζοσπαστικό πρόγραμμα που θα τον οριοθετεί σαφώς από τον εθνικολαϊκίστικο ΣΥΡΙΖΑ και από τη συντηρητική ΝΔ. Παράλληλα πρέπει να έχει σαφή θέση υπέρ μιας ενωμένης ομοσπονδιακής Ευρώπης, όπου τον κύριο λόγο θα έχουν οι πολίτες και όχι οι εθνικοί ανταγωνισμοί. Aυτές τις θέσεις έχει υποστηρίξει με συνέπεια το Ποτάμι και ο Σταύρος Θεοδωράκης. Η συζήτηση που θα γίνει στη διάρκεια ης προεκλογικής περιόδου για την ανάδειξη της ηγεσίας του νέου φορέα, θα δώσει την δυνατότητα να καταγραφούν οι απόψεις του καθενός.

Η αναγέννηση του χώρου είναι όρος sine qua non για το άλμα προς τη νέα Ελλάδα, του 21ου αιώνα. Κι αυτό θα γίνει αν στην προσπάθεια πρωταγωνιστήσουν νέες δυνάμεις, αν ο νέος φορέας ανοίξει τις πόρτες του σε νέες γενιές, που μαζί με έμπειρους με θετικό αποτύπωμα, θα προτείνουν και θα προωθήσουν πραγματικά προοδευτικές λύσεις.

Όσο γι’ αυτούς που επιμένουν σε συνταγές των μέσων του 20ού αιώνα, αλλά θεωρούν τον εαυτό τους εξ ορισμού προοδευτικό να θυμίσω τη ρήση ότι “χρειάζονται μόνο 20 χρόνια για έναν ριζοσπάστη να καταλήξει συντηρητικός, δίχως να αλλάξει ούτε μία ιδέα”.