Πριν από δύο μήνες περίπου υπήρχαν πληροφορίες ότι Ουάσιγκτον και Μόσχα είναι ιδιαίτερα ενοχλημένες για την οικονομική πολιτική της λιτότητας που έχει επιβάλει το Βερολίνο στην Ευρωζώνη, γιατί θεωρούσαν ότι απειλεί να τινάξει στον αέρα το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Σύμφωνα δε με τις ίδιες πληροφορίες, οι Ομπάμα και Πούτιν είχαν συμφωνήσει να ασκήσουν πίεση στη Γερμανία για να αλλάξει τη στάση της. Ολα αυτά στο πλαίσιο μιας προσέγγισης που επιχειρούσαν για να αντιμετωπιστεί η κρίση στη Συρία, με διάφορα ανταλλάγματα από τις δύο πλευρές.
Τέτοιες πληροφορίες, ή και φήμες, είναι πολύ δύσκολο έως και αδύνατο να διασταυρωθούν άμεσα και το μόνο που απομένει σε όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις είναι να διαπιστώσουν σταδιακά, κατά πόσο ήταν βάσιμες ή όχι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση τις αποδείξεις τις πρόσφεραν ώς ένα βαθμό η επίσκεψη του Βλ. Πούτιν στο Αννόβερο και η σχεδόν ταυτόχρονη επίσκεψη του νέου υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Τζακ Λιου στο Βερολίνο. Αγνωστο αν επρόκειτο για «διαβολική» σύμπτωση, αλλά σαν γεγονός επιτρέπει διάφορες σκέψεις…
Δεν ξέρουμε αν και κατά πόσο ο πρόεδρος της Ρωσίας άσκησε πίεση στην Α. Μέρκελ για αλλαγή της πολιτικής της λιτότητας. Ενδεχομένως. Εκείνο πάντως που έγινε αντιληπτό από τις δηλώσεις είναι ότι η Μόσχα θέλει τη διατήρηση καλών σχέσεων με τη Γερμανία, πρόσφερε στην αναδιάρθρωση του κυπριακού χρέους, ξέρει ότι το Βερολίνο έκανε επίδειξη αντιρωσισμού και για να ικανοποιήσει την Πολωνία, βλέπει ότι μετά την απόφαση να καταργήσει η γερμανική κυβέρνηση τα πυρηνικά εργοστάσια θα διευρυνθεί η ενεργειακή συνεργασία τους και πήρε σαν εμφανές αντάλλαγμα την υπόσχεση της Γερμανίδας καγκελαρίου ότι αυτό που έγινε στην Κύπρο δεν θα επαναληφθεί, αν και μένει να αποδειχθεί σε βάθος χρόνου.
Από την άλλη πλευρά, έγινε απολύτως φανερό ότι στόχος της επίσκεψης του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών ήταν να ασκήσει πίεση στη Γερμανία να χαλαρώσει την πολιτική της λιτότητας. Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά. Στο πρόσφατο παρελθόν το είχε επιχειρήσει χωρίς επιτυχία ο προηγούμενος υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τ. Γκάιτνερ, ενώ και στην τελευταία σύνοδο του G20 καταγράφηκε διάσταση απόψεων μεταξύ Βερολίνου και Ουάσιγκτον. Το ίδιο έγινε και τώρα και μάλιστα με μεγαλύτερο θόρυβο. Κατά τον Β. Σόιμπλε, η κρίση ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, εξαιτίας της ανεξέλεγκτης δραστηριότητας των τραπεζών και της έλλειψης ελέγχου του χρηματοπιστωτικού τομέα, προσθέτοντας ότι η εξυγίανση των δημοσιονομικών δεν είναι αντίθετη στην ανάπτυξη. Αντίστοιχες δηλώσεις έχει κάνει η Α. Μέρκελ.
Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ποια πλευρά και ποια πολιτική θα δικαιωθεί μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα. Αυτό ίσως και να μην έχει σημασία για όσους σήμερα υφίστανται τα δεινά της αυστηρής λιτότητας. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η πραγματικότητα της Ευρωζώνης είναι διαφορετική από την αμερικανική και ότι η Γερμανία και οι βόρειοι εταίροι πιστεύουν πρώτον, ότι η πολιτική τους είναι η ορθή και δεύτερον, ότι είναι αρκετά ισχυροί να ορθώνουν το ανάστημά τους απέναντι στην Ουάσιγκτον. Αυτό ας το σκεφθούν όσοι εδώ νομίζουν ότι μπορεί να τους περάσει απέναντι σε αυτό το «μπλοκ». Χωρίς, μάλιστα, να έχουν διαπραγματευτική δύναμη ή δυνατότητα ευρύτερων συμμαχιών.