Η Ελλάδα (πρέπει να) είναι η χώρα των «υπερτιμημένων». Ολων εκείνων που κυκλοφορούν με ένα τεράστιο εγώ, που νομίζουν ότι είναι μοναδικοί, ότι γνωρίζουν τα πάντα, κατέχουν την απόλυτη γνώση και ίσως την απόλυτη αλήθεια, που κρίνουν και επικρίνουν τους πάντες με τη μεγαλύτερη ευκολία, που έχουν άποψη επί παντός του επιστητού, που είχαν (δήθεν) προβλέψει τα πάντα σ? αυτή τη χώρα, από την οικονομική κρίση μέχρι την άνοδο της Χρυσής Αυγής, τα είχαν προβλέψει βεβαίως κατόπιν εορτής (ή μετά τα γεγονότα) και ως εκ τούτου δίνουν συμβουλές για το πώς θα βγούμε από την κρίση και θα αντιμετωπίσουμε τη Χρυσή Αυγή, έστω κι αν αυτοί οι ίδιοι σε πολλές περιπτώσεις φέρουν τεράστια ευθύνη για τη δημιουργία της κρίσης.
Οι υπερτιμημένοι είναι αυτοί που (νομίζουν ότι) γοητεύουν το εσωτερικό ακροατήριο αλλά που δεν μπορούν να σταθούν αξιοπρεπώς ούτε ένα λεπτό σε ένα διεθνές φόρουμ, σε μια συνάντηση, ένα συνέδριο. Δεν μπορούν να σταθούν γιατί δεν έχουν τίποτα ουσιαστικό να πουν πέρα από λόγια και φλυαρία που κανένας δεν καταλαβαίνει. Γιατί άραγε έχουμε τόση υπερπροσφορά υπερτιμημένων που υπερφίαλα νομίζουν ότι εκτός από την Ελλάδα θα μπορούσαν να σώσουν την υφήλιο ολόκληρη και οπωσδήποτε την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) από την κρίση; Για πολλούς λόγους που όλοι όμως έχουν, νομίζω, ως αφετηρία τον ανορθολογικό «ελληνικό εξαιρετισμό», είτε σε ορατή ή σε λανθάνουσα, έρπουσα μορφή.
Ετσι έχουμε όλους αυτούς που πιστεύουν ότι επειδή η χώρα γέννησε κάποιες χιλιετίες πριν έναν Πλάτωνα, έναν Αριστοτέλη, έναν Αισχύλο και «έδωσε τα φώτα της» στην οικουμένη έχει κατακτήσει το διαρκές δικαίωμα να κατοικείται από «μεγάλα μυαλά» και ως εκ τούτου ο καθένας μπορεί να φαντασιώνεται τον εαυτό του ως τον σύγχρονο Αριστοτέλη ή και σε ορισμένες περιπτώσεις ως τον Μέγα Αλέξανδρο, έστω κι αν το πραγματικό πρότυπο που μπορεί να τον περιγράφει είναι ο Καραγκιόζης. Γιατί υπάρχει μια διαλεκτική αρχετυπική σχέση ανάμεσα στον Μέγα Αλέξανδρο και τον Καραγκιόζη. Είναι μορφές στις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Συνυπάρχουν άρρηκτα. Βλέπουμε στη μια πλευρά τον Μέγα Αλέξανδρο με άπειρο αυτοθαυμασμό, αλλά πίσω, στην άλλη όψη, κρύβεται ο Καραγκιόζης που χαμογελάει σαρκαστικά. Η παιδεία μας διδάσκει ως πρότυπο τον Μέγα Αλέξανδρο, η πραγματικότητα όμως με τη δική της αμείλικτη λογική επιβάλλει τον Καραγκιόζη. Αλλά σπανίως το καταλαβαίνουμε. Ετσι ζούμε σ? έναν διαρκή μύθο. Και ο μύθος αυτός τροφοδοτεί την ανάδειξη κάθε είδους υπερτιμημένων στην πολιτική, στην εκπαίδευση, στον καλλιτεχνικό ονομαζόμενο χώρο (κυρίως εκεί). Ακόμη και τα ακραία φαινόμενα βίας που βιώνει αυτή η χώρα έχουν τις πολιτιστικές τους ρίζες στο σύνδρομο του υπερτιμημένου που υποστηρίζεται από τον παθογενή εξαιρετισμό.
Πόσο τυχαίο είναι άραγε ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που έχει αυτά τα φαινόμενα βίας; Στην Ελλάδα η αριστερίστικη τρομοκρατία συνιστά ένα σταθερό φαινόμενο της μεταπολιτευτικής περιόδου με στιγμές όξυνσης και ύφεσης, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη αυτή η μορφή τρομοκρατίας έχει εξαφανιστεί εδώ και κάποιες δεκαετίες. Αλλες ευρωπαϊκές χώρες βιώνουν επίσης τις απεχθείς κοινωνικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης (Πορτογαλία, Ισπανία κ.ά.) αλλά καμιά δεν ανέδειξε φασιστικά, νεοναζιστικά πολιτικά μορφώματα, πράγμα που σημαίνει ότι η κρίση από μόνη της δεν συνιστά επαρκή αιτία για την εξήγηση των παθολογικών αυτών φαινομένων.
Τα πολιτιστικά, ψυχολογικά σύνδρομα που φέρει ο καθένας μέσα του, που έχει διδαχθεί και πρεσβεύει ερμηνεύουν εν πολλοίς το φαινόμενο. Και τα σύνδρομα αυτά παραπέμπουν στον ελληνικό εξαιρετισμό, στη μοναδικότητα της χώρας που από μόνη της θα μπορούσε να κάνει τα πάντα γιατί ακριβώς διαθέτει την (υπερτιμημένη) γνώση, σοφία, ηθική υπεροχή που «από αρχαιοτάτων χρόνων προσφέρει στην ανθρωπότητα» και θα συνεχίσει να προσφέρει. Ακόμη και τώρα στην περίοδο της κρίσης λέγεται και γράφεται ότι «ο ελληνικός λαός προσέφερε» και υπονοείται ότι προσέφερε στην Ευρώπη, μόνο που οι Ευρωπαίοι δεν το καταλαβαίνουν. Βεβαίως ο ελληνικός λαός προσέφερε αλλά προσέφερε στον εαυτό του για να βγει από την κρίση (αν και, για να ακριβολογήσουμε, δεν προσέφεραν όλοι. Μερικοί, ανάμεσά τους και κάποιοι υπερτιμημένοι, ξέφυγαν και ξεφεύγουν από κάθε προσφορά).
Κοντολογίς, η χώρα διαθέτει πολλούς και κάθε είδους υπερτιμημένους. Αν διέθετε και «κοινή λογική»…