Είναι περίπου αξίωμα, πως, όπου συγκεντρώνεται εξουσία και πλούτος, υπάρχει κίνητρο διαφθοράς.
Ακόμη περισσότερο, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας και των νέων τεχνολογιών, η διαφθορά διεθνοποιείται, οι εξωχώριες εταιρείες και οι φορολογικοί παράδεισοι είναι τα εργαλεία της κάλυψης της διεθνούς κερδοσκοπίας και διαφθοράς.
Τις προηγούμενες δεκαετίες, όταν άνοιγαν οι αγορές χρήματος, ενέργειας και τηλεπικοινωνιών στις αναπτυσσόμενες χώρες, χωρίς κανόνες και μηχανισμούς εποπτείας, εξελίχτηκαν αρχικά σε εκτροφεία σκανδάλων, σε φούσκες, σε καρτέλ.
Η χώρα μας έχει δώσει και δίνει, πολλά παραδείγματα στα θέματα αυτά.
Συνήθως, μετά την αποκάλυψη των σκανδάλων, λαμβάνονται μέτρα, που πάντα όμως, είναι πίσω από το πρόβλημα. Ή «αγορά» πάντα προηγείται, οι δημόσιες αρχές, και όταν έχουν τις καλύτερες προθέσεις, ακολουθούν.
Κοινή διαπίστωση είναι ότι, δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν επαρκείς διεθνείς εποπτικοί οργανισμοί, ούτε φυσικά και εθνικοί.
Στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς σκάνδαλα και κακοδιαχείριση πόρων υπήρχαν και στο παρελθόν, με σημαντικότερο, την παραίτηση της Επιτροπής Σαντέρ, τον Μάρτη του 1999, όταν η έρευνα έδειξε ότι 10 από τα 17 μέλη της Ευρωπαϊκή Επιτροπής, κατηγορούνταν για κακοδιαχείριση πόρων. Μεταξύ αυτών η Κρεσόν, πρώην Πρωθυπουργός της Γαλλίας και ο Ισπανός Επίτροπος Μαρίν.
Στις απολυταρχικές χώρες, ειδικά σε αυτές που διαθέτουν πρώτες ύλες, απαραίτητες για την παγκόσμια οικονομία, τα φαινόμενα αυτά είναι διαρκή, δυστυχώς όμως και στις δημοκρατικές χώρες, περισσότερο σε εκείνες που έχουν ασθενείς κρατικούς και πολιτικούς θεσμούς, είναι συχνά.
Εάν στην πρώτη κατηγορία χωρών, ο έλεγχος των πλουτοπαραγωγικών πόρων, δίνει την δυνατότητα σε αυταρχικές δυναστείες ή σε δεσποτικούς ηγέτες, να οργανώνουν την εξουσία τους, και μόνο με την εσωτερική εξέγερση μπορεί να ανατραπούν τα καθεστώτα αυτά, στην δεύτερη κατηγορία των δημοκρατικών χωρών, η ευθύνη των κομμάτων, γενικότερα των φορέων της κοινωνικής και πολιτικής εκπροσώπησης, των κρατικών φορέων, που έχουν την θεσμική ευθύνη για την εφαρμογή των συνταγματικών κανόνων, της αποτελεσματικής λειτουργίας του κράτους δικαίου, όπως και η ευθύνη των ΜΜΕ, είναι μεγάλη.
Η δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, όπως και η αξιολόγηση των στελεχών και των μελών τους, τόσο για την πολιτική και μορφωτική τους επάρκεια, όσο και για το προσωπικό και πολιτικό τους ήθος, ειδικά για εκείνα που στελεχώνουν τις υψηλές βαθμίδες της κομματικής πυραμίδας, είναι οι βασικές προϋποθέσεις για την αποφυγή παραβατικών συμπεριφορών, όταν τους ανατίθεται η διαχείριση δημόσιας εξουσίας και δημόσιων πόρων.
Φυσικά, βασικές προϋποθέσεις είναι και οι ισχυροί θεσμοί και οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου της λειτουργίας τους.
Απαραίτητα είναι τα νομικά και θεσμικά ασυμβίβαστα, στην ταυτόχρονη κατοχή κομματικής και κρατικής εξουσίας. Καθολικές και απόλυτες απαγορεύσεις στο φαινόμενο της «Περιστρεφόμενης πόρτας» , όπου τα πολιτικά και κρατικά στελέχη, χωρίς κανένα περιορισμό, μπορούν να μετακινούνται από θέσεις πολιτικής και κρατικής ευθύνης, σε επιτελικές θέσεις των ιδιωτικών επιχειρήσεων, που προηγουμένως επόπτευαν και το αντίστροφο.
Στην χώρα μας, το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο, όπως φυσικά και στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, διεθνείς και εθνικοί, έχουν λόγους να μην θέλουν αυστηρά πλαίσια ελέγχων της νομιμότητας των πρακτικών τους, γιαυτό συγκροτούν άτυπα ή επίσημα τα λόμπι τους, γύρω από τους εθνικούς και υπερεθνικούς φορείς, διαχείρισης και κατανομής των δημόσιων πόρων, και διαμόρφωσης των κανονιστικών πλαισίων.
Επιλέγουν και προωθούν στα δημόσια αξιώματα ανθρώπους με ρηχό κοινωνικό και ηθικό υπόβαθρο, με έλλειψη συνείδησης χρέους και ευθύνης, για το δημόσιο συμφέρον.
Τα φαινόμενα αυτά τροφοδοτούν την διαδικασία απαξίωσης του δημοκρατικού πολιτικού και κομματικού συστήματος, με συνέπεια την εκδήλωση ακραίων αντιδημοκρατικών πρακτικών, που οδηγούν σε μια αυτοτροφοδοτούμενη κρίση της δημοκρατίας, που τελικά πλήττει την χώρα, την οικονομία και την κοινωνική συνοχή.
Όσο μεγάλη είναι η ευθύνη των κομμάτων, άλλη τόση είναι και η ευθύνη των πολιτών, όταν επιλέγουν κόμματα, προγράμματα και φυσικά τα πρόσωπα, που θα τους εκπροσωπήσουν.
Το 2023 είναι έτος εθνικών και αυτοδιοικητικών εκλογών, ας ανεβάσουν όλοι, κόμματα, ΜΜΕ και πολίτες, πιο ψηλά τα κριτήρια των επιλογών τους.