Ετούτες τις μέρες, και πάλι στους δέκτες μας, τα συνήθη τηλεοπτικά θέματα του καλοκαιριού. Σκανδαλάκια των celebrities στις παραλίες, Μύκονος-Ρόδος και Σαντορίνη πάνε πακέτο, το μεταναστευτικό σε υπερένταση, οι φοροδιαφυγές παντός τύπου, καθώς και το αλόγιστο ξόδεμα σε σαμπάνιες, γαρδένιες, χρήμα, επίδειξη πλούτου και απόλυτη παρακμή, όπως και πολιτιστικός εκφυλισμός στα κοσμικά νυχτερινά κέντρα, όπου ξοδεύονται πακτωλοί μαύρου χρήματος, καθώς και ξεδιάντροπη «καλλιτεχνία» από φιρμάτους και φιρμάτες… Ένιωσα την πρώτη ανακλαστική αντίδραση, δηλαδή το συναίσθημα της αγανάκτησης! Η επόμενη είναι η συνειδητοποίηση της τελευταίας φράσης τού Γκάτσου στον Κεμάλ: «Καληνύχτα Κεμάλ. Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ…». Ποτέ δεν σταμάτησε αυτή η… παράδοση εκτόνωσης, ενός τέτοιου τύπου λαϊκής διασκέδασης στο βωμό μιας ακατανόητης δοξασίας τού τραγουδιστή, της τραγουδίστριας, τηλεοπτικώς προβεβλημένων προσώπων, κατάλληλων σε τέτοιου είδους μπίζνες στα τουριστικά νησιά. Μην βιαστεί κανείς να προδικάσει πως αυτές είναι συνήθειες μόνο των μεγαλοαστών, των λεφτάδων, των διακινητών μαύρου χρήματος, εν τέλει ενός φθαρμένου πολιτισμικά μέρους τής ελληνικής κοινωνίας. Λυπάμαι, αλλά θα διαψευστείτε μόλις θυμηθείτε πως αυτού τού τύπου η διασκέδαση είναι πλέον «οικεία» σε όλες ανεξαιρέτως τις ελληνικές κοινωνικές τάξεις, ανάλογα με το επίπεδο οικονομίας σε νόμιμο και παράνομο χρήμα. Παρ’ όλα αυτά, το θέμα δεν είναι οικονομικό, αλλά πρωτίστως μορφωτικό. Έχει να κάνει με όρια και με τις κόκκινες γραμμές τής προσωπικής ανοχής στην ευτέλεια της μουσικής που παίζεται εκεί, της στιχουργίας, της ερμηνευτικής τσαπατσουλιάς, μέσα σε χώρους κατασκευασμένους προδήλως κατάλληλους και οργανωμένους για «να στα πάρουν», με το γνωστό μηχανισμό-σύστημα της οικονομικής υφαρπαγής, τόσο από τον ακατάσχετο και λαμόγιο καταναλωτή, όσο και από τους φοροδιαφεύγοντες, οι οποίοι σε συνδυασμό με την ανοχή και τσαπατσουλιά των μηχανισμών τής κρατικής μηχανής, μεγαλουργούν στην καταλήστευση του κράτους, δηλαδή όλων μας… Καλοκαιριάτικα, ήταν αναμενόμενο πως θα ξεσπούσαν οι τηλεοπτικές εικόνες σε νησιά, τα οποία από παλαιοτάτων χρόνων κατέχουν τα σκήπτρα στη φοροδιαφυγή με τους κατάλληλους «καλλιτέχνες» σε δράση για τέτοιες θεαματικές μπίζνες. Είναι σύνηθες, επαναλαμβάνω, με κάθε κυβέρνηση, να βλέπουμε κάθε Ιούλιο-Αύγουστο τους «ίδιους καλλιτέχνες», στα ίδια νησιά, με τα ίδια συμπτώματα αποφυγής δηλώσεων στις εφορίες. Κάθε χρόνο επίδειξη των λαγωνικών τής Εφορίας, τις καταγγελίες, τις υποσχέσεις των υψηλά ιστάμενων για πάταξη της φοροδιαφυγής… Ένα ετήσιο παιχνίδι τής ντροπής, που εκθέτει το όλον σύστημα και κάνει όλους εμάς να λέμε πως αυτή η κατάσταση είναι ένα απόλυτο κ α ρ κ ί ν ω μ α, το οποίο, σε συνδυασμό με την φοροεισπρακτική αναποτελεσματικότητα, έχει καταγραφεί ήδη από την μεταπολίτευση ως γραφική, ντροπιαστική και αστεία…
Το θέμα δεν είναι βέβαια καλλιτεχνικό, γιατί όλα αυτά δεν έχουν σχέση με κανενός είδους καλλιτεχνία. Αντιθέτως, οι συμμετέχοντες σε τέτοια μαζικά θεάματα, που συνδέονται με τόση σπατάλη χρήματος και επίδειξη πλούτου, είναι (και ήταν πάντα) προετοιμασμένοι και πρόθυμοι να χωθούν στο τρυπάκι τής αρπαχτής, για να υπερτονίσουν την αδιαφορία τους ως προς την στοιχειώδη καλλιτεχνική (χωρίς εισαγωγικά) απόδοση. Τα ονόματα δεν έχουν καμία σημασία. Εξ’ άλλου είναι πασίγνωστα στο χώρο τής σόου μπιζ, και επί δεκαετίες εναλλάσσονται σ’ αυτό το άθλημα της μαύρης κερδοφορίας. Είναι και κεντρικά πρόσωπα της ηθικής κατάπτωσης του ελληνικού τραγουδιού, αφού πρόλαβαν να καταγράψουν και δισκογραφικά το κακόηχο μουσικοστιχουργικό «ήθος» τους, εκ διαμέτρου αντίθετο στην παράδοση και στο ήθος που διέπει τις αστείρευτες πηγές τού ελληνικού τραγουδιού.
Όσοι εκλαμβάνουν τις τηλεοπτικές καταγγελίες περί φοροδιαφυγής στα νησιά και στα νυχτερινά μαγαζιά τής ασυδοσίας, ως θέμα αποκλειστικά φορολογικού ενδιαφέροντος, πλανώνται πλάνη οικτρά. Το θέμα έχει να κάνει με την Ελλάδα, μια χώρα, μια πατρίδα, σε πολιτιστική καταβαράθρωση, με παντελώς ανίκανους(;) θεσμούς να παρέμβουν στοιχειωδώς…