Φονικές ταυτότητες

Γιάννης Παπαθεοδώρου 02 Μαρ 2016

Η πολλαπλώς αναγγελλόμενη πλέον αποφυλάκιση του Ρουπακιά —καθώς και η αμήχανη στάση της Δικαιοσύνης γύρω από το θέμα— φέρνει και πάλι στο προσκήνιο τη δολοφονική δράση της Χρυσής Αυγής στην πόλη της Αθήνας.  Εδώ και πολύ καιρό, η δράση αυτή εκτυλίσσεται δυναμικά με προνομιακό πεδίο τη «μικροκλίμακα του τοπικού», καθώς η νέο-ναζιστική βία έχει επιλέξει συγκεκριμένες γειτονιές για να δραστηριοποιηθεί ενεργά, καλλιεργώντας έναν ιδιάζοντα «βιόκοσμο του μίσους».[1] Το Πέραμα ήταν ήδη ένα πείραμα μίσους, με κόστος μια ανθρώπινη ζωή. Η τοπική γειτονιά, με κέντρο την «πλατεία», έγινε ο χώρος μιας κυριολεκτικής (και συμβολικής) άσκησης βίας, προκειμένου να ιεραρχηθούν οι σχέσεις με τους «ξένους» και τους λογής-λογής Άλλους, που απειλούν δήθεν την παραδοσιακή συνοχή και την εξιδανικευμένη καθαρότητά της γειτονιάς.

Σε αυτόν το γνωστό άξονα της τοπικότητας τώρα προστίθενται τα νησιά αλλά και ολόκληρη η ελληνική επαρχία των ρευστών hot-spots. «Οι πολίτες στην Κω, στο Κερατσίνι και στο Σχιστό διαμαρτύρονται, είναι τραγικό λάθος η ελληνική κυβέρνηση να μεριμνά για τους μετανάστες και να αδιαφορεί για τις τοπικές κοινωνίες. Η κυβέρνηση είναι των Ελλήνων, δεν είναι κυβέρνηση των μεταναστών. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποτύχει στην διαχείριση του μεταναστευτικού.  Το ξέρουν πολύ καλά ότι έχουν αποτύχει παταγωδώς» λέει η σχετική ανακοίνωση της Χρυσής Αυγής.

Το φαινόμενο δεν είναι βέβαια ελληνικό. Πριν από λίγο καιρό, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, «μια ακροδεξιά οργάνωση έκανε στον πιο πολυσύχναστο εμπορικό δρόμο της Βιέννης ένα «σκετς» στο πλαίσιο του οποίου μέλη της προχώρησαν στον εικονικό αποκεφαλισμό δύο μελών της που κρατούσαν πλακάτ με το σύνθημα «καλωσορίσατε πρόσφυγες», υπό το βλέμμα πολλών αστυνομικών, υποστηρίζοντας ότι στόχος ήταν η υπεράσπιση του δικαιώματος στην ειρηνική συνάθροιση. Σε βίντεο, το οποίο μεταφορτώθηκε στο Διαδίκτυο αυτή την εβδομάδα αναφέρεται πως το σκετς αυτό οργανώθηκε από την αντιμεταναστευτική, ακροδεξιά οργάνωση Identitare Bewegung Osterreichs. Σε αυτό εικονίζονται δύο μασκοφόροι άνδρες, με στρατιωτικές στολές αγγαρείας, να υποδύονται ότι αποκεφαλίζουν έναν άνδρα και μια γυναίκα. Προφανώς η οργάνωση δεν προέβαλε την εικόνα των αντιδραστικών ακροδεξιών αλλά των υπερασπιστών μιας κοινωνίας που δεν αντέχει μια ενδεχόμενη τρομοκρατική απειλή του εξτρεμιστικού Ισλάμ.

Επίσης πριν από λίγο καιρό, η πρόεδρος του ακροδεξιού «Εναλλακτικού» κόμματος, Φράουκε Πέτρι, πρότεινε η αστυνομία «στην ανάγκη» να κάνει χρήση όπλων προκειμένου να εμποδίσει τους πρόσφυγες και μετανάστες να εισέλθουν στην γερμανική επικράτεια. «Έχουμε ανάγκη από αποτελεσματικούς ελέγχους προκειμένου να μην υπάρχουν πλέον τόσοι αιτούντες άσυλο που δεν έχουν καταγραφεί κι οι οποίοι εισέρχονται από την Αυστρία» δήλωσε  η  Πέτρι στην εφημερίδα Mannheimer Morgen. «Εφόσον καταστεί αναγκαίο, οι δυνάμεις της αστυνομίας στα σύνορα θα πρέπει να μπορούν να κάνουν χρήση των όπλων τους. Αυτό προβλέπεται από το νόμο» προσέθεσε.

Όποιος νομίζει ότι ο εκφασισμός της κοινωνίας είναι απλώς συγκυριακό και τοπικό σύμπτωμα και όχι εγγενές στοιχείο των πολλαπλών κρίσεων που περνάει η Ευρώπη, καλό θα είναι να παρακολουθήσει προσεκτικά στο εξής τις μελλοντικές δράσεις της ακροδεξιάς, με άξονα το Προσφυγικό. Γιατί εκεί ακριβώς θα εκδηλωθεί το νέο μεγάλο πρόβλημα της ευρωπαϊκής δημοκρατίας: στη νομιμοποίηση, δηλαδή, των εγκλημάτων της νέας ακροδεξιάς τρομοκρατίας.

Στη χώρα μας, προς το παρόν, το μοναδικό «πολιτικό χαρτί» της κυβέρνησης είναι το σωστό μεν αλλά πολλαπλώς ανίσχυρο επιχείρημα (και ενίοτε κήρυγμα) του «ανθρωπισμού». Μετά από μια σωρεία λαθών στο διαχειριστικό επίπεδο, η κυβέρνηση επέλεξε αρχικά για τους πρόσφυγες τη λύση των «ανοικτών συνόρων» (ποιος δεν θυμάται τις ανεύθυνες ατάκες της κ. Χριστοδολουπούλου: «λιάζονται» και «εξαφανίζονται»), ενώ τώρα τρέχει για να εφαρμόσει καθυστερημένα τους ευρωπαϊκούς κανόνες φύλαξης των συνόρων και καταγραφής των προσφυγικών πληθυσμών. Μπορεί και να είναι ήδη αργά για την επιβολή μιας νέας μεταναστευτικής πολιτικής στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Ελπίζω όμως να μην είναι αργά για να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία και τις φονικές ταυτότητες της ακροδεξιάς, τώρα που οι πλατείες της πόλης θα γίνουν σκοτεινές «αποθήκες» δυστυχισμένων ανθρώπων, που σίγουρα δεν λιάζονται και σίγουρα δεν πρόκειται να εξαφανιστούν.