Ο καθείς και ο ήχος του. Ποιος είπε πως οι φωνές των ανθρώπων είναι απλώς ήχοι που βγαίνουν από σώματα; Μέγα λάθος· ο ήχος έκφρασης και επικοινωνίας τού κάθε ανθρώπου, (η φωνή δηλαδή) είναι ένας ηχητικός μηχανισμός του οποίου το ηχόχρωμα και το ύφος παράγεται από την ηλικία, την σωματική διάπλαση, την ψυχοσύνθεση, πολλές φορές όλα αυτά καθορίζονται κι από το επάγγελμα, τις εμπειρίες, την κοινωνική-ταξική καταγωγή και άλλα πολλά…
Η μουσική με έχει καταστήσει «ειδικευμένο» ακουστικό παρατηρητή ηχητικών αποχρώσεων, εμπειρία η οποία μου χρησιμεύει στην επεξεργασία προσωπικών σκέψεων και προβληματισμών.
Επειδή οι κοινωνικές μου σχέσεις δεν περιορίζονται στις στενές μου φιλίες αλλά έρχομαι σε επαφή και με το ευρύτερο κοινό, έχω προσέξει πως ένα χαρακτηριστικό και διακριτό στοιχείο που διαφοροποιεί τους ανθρώπους εν γένει, είναι ο ήχος της φωνής.
Φωνές λεπτές ή και στριγκές, τραχείς, μπάσες, έντονα βραχνές, μεταλλικές, βελούδινες, τρυφερές, σκληρές, μαλακές, δυνατές, χαμηλές, πολλές ηχοχρωματικές ποικιλίες, οι οποίες —οι περισσότερες απ’ αυτές— «προδίδουν» ταυτότητα, εργασία, κοινωνικό περίγυρο κλπ.
Όταν ακούω αθλητικές εκπομπές από το ραδιόφωνο, ακούω την εκφορά λόγου και φράσεων· θαρρείς και έχει διαμορφωθεί από την ατμόσφαιρα των γηπέδων, του όχλου, της μαγκιάς, της αισθητικής τής αργκό και συγγενών προς αυτήν λέξεων και ήχων.
Στις λαϊκές αγορές της γειτονιάς, το φωνητικό αλισβερίσι μοιάζει με το βουητό που παράγεται από τις μέλισσες μέσα σε μια κυψέλη. Μεμονωμένα, ο κάθε πωλητής, στην προσπάθεια να προωθήσει το προϊόν του, διαμορφώνει ηχητικά χαρακτηριστικά τα οποία μου είναι δύσκολο να περιγράψω και να διατυπώσω γραπτώς. Πάντως, θα παρατηρήσουμε τουλάχιστον την εξαγγελτική χροιά που έχει η φωνή του. Το παράδειγμα στη Βαρβάκειο κρεαταγορά, όπου ο αγχωτικός ανταγωνισμός των κρεοπωλών είναι μεγάλος, αφού οι πάγκοι είναι δίπλα— κολλητά, είναι χαρακτηριστικό και η φωνητική ένταση είναι αρκετά σαφής ως προς τα χαρακτηριστικά της.
Στα νοσοκομεία, οι γιατροί που θα σε εξετάσουν, θα σου μιλούν συγκαταβατικά και πάντως διαφορετικά, με τρόπους που «επιβάλλονται» από τον τόπο και τον τρόπο εργασίας όπου δεν επιτρέπεται το κάπνισμα και συνιστάται Ησυχία. Το Νοσοκομείο για πολλούς είναι τόπος αγωνίας, πόνου και ανασφάλειας και όλα υπόκεινται σε αυτά τα δεδομένα. Ως και οι συνομιλίες.
Στα Σχολεία, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές, που βρίσκονται ενώπιον 20-30 μαθητών, ομιλούν συνήθως από καθέδρας, αλλά στα Ωδεία οι συνομιλίες και οι διδασκαλίες παράγουν διαφορετικές φωνητικές δυναμικές και χροιές.
Τα φλερτ και οι ερωτικές στιγμές, οι οποίες παράγουν νοητική, σωματική και ψυχική αναστάτωση, παράγουν ορμόνες και άλλα πολλά, δημιουργώντας στη φωνή ιδιαίτερες αποχρώσεις κατά περίπτωση· με τις φωνητικές χορδές να είναι συνήθως χαλαρές και να πλησιάζουν προς τον ψίθυρο· ισχυρό ερωτικό στοιχείο μιας αέναης και άτυπης πανανθρώπινης συνθήκης…
Παρ’ όλο που υπάρχουν πολλές εξαιρέσεις στους κανόνες, ακόμα και οι πολιτικές ιδέες θα έλεγα πως προκαλούν τρόπους ομιλίας με διαφορετικά ηχητικά χαρακτηριστικά. Ίσως είναι υπερβολή να υποστηρίξω πως στην περίπτωση των χρυσαυγητών, η επιλογή των λέξεων, ο ήχος και ο τόνος τού λεκτικού τρόπου, η προσπάθεια προσαρμογής των φωνών τους στα πρότυπα της χροιάς των ειδώλων τους (Χίτλερ, Μουσολίνι, Παπαδόπουλος), ώστε να επιβάλλουν το αντριλίκι τους, το ύφος της αγοραίας μαγκιάς και του αυταρχισμού, ακριβώς όπως— συνήθως— διαπλάθουν και τον σωματότυπό τους (μυώδης-ισχυρός-παλικαράς-φουσκωτός και — πάνω απ’ όλα — ανεγκέφαλος) είναι μια παραδειγματική περίπτωση διαπίστωσης…
Η μάνα που μοιρολογάει το παιδί της, ή εκείνη που χαίρεται για τις επιτυχίες του, έχει εντελώς διαφορετικές χροιές. Μια κατάσταση κατάθλιψης, αλλοιώνει τις φωνητικές χορδές και τις «ρίχνει» με αποτέλεσμα να γίνεται η φωνή υποτονική. Αντίθετα, το συναίσθημα της αισιοδοξίας και της χαράς τροφοδοτεί ενέργεια στην όλη υπόσταση, με αποτέλεσμα η φωνή να ακολουθεί το συναίσθημα…
Το διαπιστώνει κανείς και από το ύφος των τραγουδιών, στο παραδοσιακό μας τραγούδι και στις κατά τόπους εκφορές τής γλώσσας και των ιδιωμάτων τους. Οι ορεινές περιοχές, οι πεδιάδες, οι θαλασσινές, τα απομακρυσμένα χωριά, οι πόλεις, διαθέτουν διαφορετικά φωνητικά-ηχητικά στοιχεία, τα οποία «γεννώνται» κατ’ αρχήν από τον τόπο και το τοπίο.
Δεν είναι καινούργια διαπίστωση αυτό. Έχει καταγραφεί επανειλημμένως από τους μελετητές και ερευνητές τής ελληνικής παράδοσης και αυτό είναι μια βάση σκέψεων, για να μπορεί κανείς να παρατηρήσει πιο προσεκτικά, πιο αναλυτικά, τις αιτίες και τις ρίζες των γλωσσικών ήχων. Πάντα γοητευτική ηχητική απόλαυση…
Ακροαστείτε το ρεμπέτικο, κατά τη γνώμη μου την πιο ανάγλυφη ιστορικά μουσική τέχνη. Με τις ποικίλες φωνητικές τους τοποθετήσεις, συνθέτες, στιχουργοί και τραγουδιστές, καταγράφουν την ιστορία και την πορεία εκείνου του συγκεκριμένου κοινωνικού τμήματος της ελληνικής ιστορίας, με τα δεινά να περιβάλλουν τη ζωή τους. Φωνές με παράπονο, με πόνο, με κάθε συναισθηματική καταγραφή, σχεδόν απόλυτης πιστότητας, η οποία μπόρεσε να βγει μέσα από αυτή τη βασανισμένη γενιά… Από την απέναντι όχθη, το τραγούδι του Άστεως, το επονομαζόμενο και «ελαφρύ», διαθέτει εντελώς διαφορετικές χροιές διότι εκφράζει στην πλειοψηφία του, διαφορετική θεματολογία και αισθητική.
Παρατηρείστε τη φωνή σας. Μέσα στο διάστημα του κάθε εικοσιτετράωρου, προσέξτε τις διαφοροποιήσεις της. Εναλλάσσονται οι χροιές ανάλογα με τις στιγμές και τις συγκινήσεις που προκαλούνται· χαρά, λύπη, ξαφνιάσματα, οργή, τρυφερότητα, συμπαράσταση, πόνος, θύμισες, νοσταλγίες κλπ. Η φωνή, πιστότατος σύντροφος και συγκάτοικος σώματος και ψυχής, ακολουθεί και καθρεφτίζει ό,τι συνθέτει την προσωπικότητα και τον ψυχισμό μας…