«Στην τωρινή κρίση οι Έλληνες έδειξαν ότι μπορούν να συμμορφώνονται με τους κανόνες όταν το διακύβευμα είναι σημαντικό όπως τώρα που απειλείται η ανθρώπινη ζωή. Ίσως τελικά να διδαχθήκαμε κάτι από την προηγούμενη κρίση», σημειώνει, ο πρώην υπουργός Φίλιππος Σαχινίδης στη συνέντευξή του στη «Μεταρρύθμιση» και τον Αντώνη Τριφύλλη.
Σχολιάζοντας την έρευνα της ΔιαΝέοσις και τα ευρύματα στο ερώτημα πόσο εμπιστεύεστε την Ένωση, αναφέρει πως αυτή σχετίζεται με την απουσία έγκαιρης και συγχρονισμένης αντίδρασης από την πλευρά της ΕΕ, ως προς το ζήτημα της αντιμετώπισης της κρίσης πανδημίας αλλά και των οικονομικών της επιπτώσεων και τη στάσης της έναντι κυρίως της Ιταλίας το πρώτο διάστημα της πανδημίας.
Ο κ. Σαχινίδης τονίζει πως η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ταμείο Ανάκαμψης που θα κατατεθεί στο επόμενο Συμβούλιο Κορυφής, θα προβλέπει ένα ποσό που μπορεί να φτάσει τα 1,5 τρις ευρώ και προσθέτει ότι δεν πρέπει να καθυστερήσουν οι συζητήσεις για το πλαίσιο λειτουργίας του Ταμείουαυτό. Αναφέρει, τέλος ότι «είναι ανάγκη να γίνει κατανοητό ότι ένα σημαντικό μέρος από το ποσό που θα αποφασιστεί, θα πρέπει να αφορά επιχορηγήσεις προς τις χώρες και όχι δάνεια. Όπως επίσης, η όποια στήριξη να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο το μέγεθος της χώρας αλλά και την ανεργία πριν την κρίση, όπως και την μακροχρόνια ανεργία».
Ο πρώην υπουργός θεωρεί ότι είναι υπερβολή να μιλάμε για διάλυση της ευρωζώνης ή περαιτέρω συρρίκνωση της ΕΕ. και όπως σημειώνει: «Με εξαίρεση τη Βρετανία όπου ο ευρωσκεπτικισμός ήταν έντονος και καλλιεργήθηκε συστηματικά από τους Συντηρητικούς για πολλά χρόνια, δεν φαίνεται να υπάρχουν χώρες στις οποίες να κυριαρχεί η επιθυμία εξόδου από την ΕΕ».
Αναφερόμενος μάλιστα στις πιθανές αλλαγές στις γεωπολιτικές ισσοροπίες που μπορεί να προκαλέσει η πανδημία του κορονοϊού, σημειώνει πως «Όσο και αν ακούγεται παράδοξο η παρούσα κρίση προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία για την οικοδόμηση μιας ισχυρότερης ΕΕ που θα μπορεί να σταθεί ισάξια απέναντι στις ΗΠΑ και στην Κίνα».
Ολόκληρη η συνέντευξη
Ένα από τα ευρήματα της έρευνας της διαΝΕΟσις που δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες, στο ερώτημα πόσο εμπιστεύεστε την Ένωση , μόνο το 24% απάντησε θετικά. Σε όλες τις προηγούμενες έρευνες και από Οργανισμούς όπως η Eurostat οι θετικές απαντήσεις ήταν πολύ περισσότερες. Σε τι οφείλεται αυτή η εξέλιξη; πόσο μπορεί να επηρεάσει την θέση της χώρας μας στο κοινοτικό οικοδόμημα;
Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας επιβεβαιώνουν μια αλλαγή στάσης που καταγράφεται και σε άλλες χώρες της ΕΕ. Αυτή σχετίζεται με την απουσία έγκαιρης και συγχρονισμένης αντίδρασης από την πλευρά της ΕΕ, ως προς το ζήτημα της αντιμετώπισης της κρίσης πανδημίας αλλά και των οικονομικών της επιπτώσεων. Η φράση «έλλειψη αλληλεγγύης» που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη στάση της ΕΕ έναντι κυρίως της Ιταλίας, τροφοδότησε έναν σκεπτικισμό σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Οι Έλληνες που έχουν βιώσει επιπρόσθετα μια πολύχρονη κρίση με τεράστιες απώλειες σε θέσεις εργασίας και εισοδήματα από το 2010, εξαιτίας λαθών όχι μόνο των ελληνικών κυβερνήσεων αλλά και των ευρωπαϊκών θεσμών, είναι λογικό σε αυτές τις συνθήκες να αναπτύσσουν μια δυσπιστία απέναντι στην ΕΕ.
Στην τωρινή κρίση οι Έλληνες έδειξαν ότι μπορούν να συμμορφώνονται με τους κανόνες όταν το διακύβευμα είναι σημαντικό όπως τώρα που απειλείται η ανθρώπινη ζωή. Ίσως τελικά να διδαχθήκαμε κάτι από την προηγούμενη κρίση. Έτσι, διαλύθηκαν πολλά στερεότυπα που υπήρχαν στην ΕΕ σε σχέση με τη χώρα μας και τους πολίτες της. Μάλλον κερδίσαμε σε όρους αξιοπιστίας, η οποία είχε κλονιστεί από την εποχή των πλαστών στατιστικών στοιχείων.
Η πρόσφατη Σύνοδος κορυφής άφησε πολλά ερωτήματα αναπάντητα. Ένα από αυτά αφορά τον τρόπο δανεισμού ώστε να φτάσει το 1.5-2 τρις το πακέτο ανάκαμψης από την τρέχουσα οικονομική κρίση. Ένα άλλο ερώτημα είναι πως θα γίνει η διανομή δανείων και δωρεάν βοήθειας μέσω κοινοτικών ταμείων;
Το Συμβούλιο Κορυφής της 23ης Απριλίου 2020 ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταθέσει μέχρι τις 6 Μαΐου μια πρόταση για το Ταμείο Ανάκαμψης. Το ποσό του Ταμείου μπορεί να φτάσει τα 1,5 τρις ευρώ, χωρίς να προσδιορίζεται αν αυτό θα επιτευχθεί μέσω μόχλευσης, ποιο θα είναι το ποσό που θα αντληθεί από τις αγορές, ποια θα είναι η κατανομή μεταξύ μεταβιβάσεων και δανείων και με ποιους όρους και προϋποθέσεις θα δοθούν τα κονδύλια αυτά. Είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά όχι τόσο τολμηρό όσο επιβάλλουν οι περιστάσεις.
Η ΕΕ συμπεριφέρεται σαν να μην διδάχτηκε το παραμικρό από την κρίση του 2010. Τότε ορισμένα κράτη είχαν επικαλεστεί το επιχείρημα του ηθικού κινδύνου για να μην στηρίξουν τις χώρες που ήταν στο επίκεντρο της κρίσης. Τώρα δεν ισχύει το επιχείρημα του ηθικού κινδύνου. Παρά το γεγονός αυτό, κάποιες χώρες θεωρούν πως το βάρος αντιμετώπισης της κρίσης πρέπει να το αναλάβουν οι εθνικοί προϋπολογισμοί και δεν υπάρχει λόγος να συνδράμει η ΕΕ στην αντιμετώπιση του. Παραγνωρίζουν το γεγονός ότι δεν έχουν όλες οι χώρες τον ίδιο δημοσιονομικό χώρο, ώστε με τις παρεμβάσεις τους από πόρους του εθνικού προϋπολογισμού να μετριάσουν τις συνέπειες της ύφεσης. Αυτό σημαίνει ότι κάποιες χώρες θα έχουν μεγαλύτερες συνέπειες από το κλείσιμο επιχειρήσεων, καταστροφή θέσεων εργασίας και περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών φτώχειας σε τμήματα του πληθυσμού που ζούσαν αποκλειστικά από τα τρέχοντα εισοδήματα τους. Για αυτό δεν πρέπει να καθυστερήσουν οι συζητήσεις για το πλαίσιο λειτουργίας του Ταμείου. Επιπρόσθετα, είναι ανάγκη να γίνει κατανοητό ότι ένα σημαντικό μέρος από το ποσό που θα αποφασιστεί, θα πρέπει να αφορά επιχορηγήσεις προς τις χώρες και όχι δάνεια. Όπως επίσης, η όποια στήριξη να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο το μέγεθος της χώρας αλλά και την ανεργία πριν την κρίση, όπως και την μακροχρόνια ανεργία. Τέλος, πρέπει να αποκλειστούν από τη στήριξη επιχειρήσεις που έχουν έδρα φορολογικούς παραδείσους.
Η εμφανής και οξεία αντιπαράθεση Βορά -Νότου κατά τη γνώμη σας μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω συρρίκνωση της Ένωσης, ή σε διάλυση του Ευρωζώνης;
Θεωρώ ότι είναι υπερβολή να μιλάμε για διάλυση της ευρωζώνης ή περαιτέρω συρρίκνωση της ΕΕ. Με εξαίρεση τη Βρετανία όπου ο ευρωσκεπτικισμός ήταν έντονος και καλλιεργήθηκε συστηματικά από τους Συντηρητικούς για πολλά χρόνια, δεν φαίνεται να υπάρχουν χώρες στις οποίες να κυριαρχεί η επιθυμία εξόδου από την ΕΕ. Η στάση της ΕΚΤ στην κρίση αυτή διευκολύνει πολύ τις χώρες που έχουν υψηλό δημόσιο χρέος, ώστε δύσκολα κάποια χώρα θα επέλεγε την αποχώρηση από την ευρωζώνη. Αυτή η εκτίμηση μου, αφορά και την Ιταλία, όπου η συζήτηση για πιθανή έξοδο από την ευρωζώνη μπορεί να ενισχυθεί ως συνέπεια της κρίσης.
Η ιστορική αντιπαράθεση Βορά-Νότου έρχεται στην επιφάνεια κάθε φορά που η ΕΕ καλείται να αντιμετωπίσει μια δύσκολη κατάσταση όπως η τωρινή υγειονομική κρίση. Η αναστολή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις και του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ επιχειρήσεων στην ΕΕ. Ωφελημένες από τις αποφάσεις αυτές βγαίνουν οι επιχειρήσεις χωρών του Βορά που λαμβάνουν στήριξη από τις κυβερνήσεις τους, σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις του Νότου που δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, εξαιτίας του περιορισμένου δημοσιονομικού χώρου. Οι χώρες του Νότου φοβούνται επιθετικές εξαγορές των επιχειρήσεων τους από αυτές του Βορά.
Αν δεν αλλάξουν στάση οι χώρες της χανσεατικής λίγκας, τότε, ορισμένες χώρες θα διεκδικήσουν τον επαναπατρισμό πολλών αρμοδιοτήτων που είχαν εκχωρήσει στην ΕΕ, με αποτέλεσμα να την αποδυναμώσουν. Αυτό θα βλάψει εξίσου τις χώρες του Βορά και του Νότου. Για αυτό είναι αναγκαίο να βρεθεί μια νέα ισορροπία στην ΕΕ η οποία θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για περαιτέρω ενδυνάμωση της.
Όλες οι μακροχρόνιες προβλέψεις για την κατάταξη των ηγεμονικών δυνάμεων τα επόμενα χρόνια, έδειξαν με την σειρά ισχύος την Κίνα, τις ΗΠΑ, την Ινδία , την Ε.Ε. κλπ. Πόσο μπορεί να μεταβληθεί αυτή η σειρά; Και πόσο μια τέτοια μεταβολή μπορεί να οδηγήσει σε νέο ψυχρό πόλεμο;
Οι πανδημίες στην πορεία των αιώνων σε αρκετές περιπτώσεις άλλαξαν τη ροή της ιστορίας. Σήμερα συγκρούεται η άποψη που υποστηρίζει ότι η κρίση θα επιταχύνει προϋπάρχουσες τάσεις και δυναμικές, με αυτή που υποστηρίζει ότι η κρίση θα δημιουργήσει κίνητρα για να ανατραπούν αυτές.
Η αβεβαιότητα σχετικά με τη διάρκεια της παρούσας κρίσης αλλά και των οικονομικών συνεπειών της, δεν διευκολύνει την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τις ανακατατάξεις σε γεωπολιτικό επίπεδο. Δεν βλέπω την προοπτική ενός νέου ψυχρού πολέμου. Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη μεγάλων συμμαχικών στρατοπέδων σε παγκόσμια κλίμακα, που βρίσκονται σε αντιπαράθεση. Αν όμως κάτι χαρακτηρίζει σήμερα τον κόσμο, είναι η απουσία μεγάλων συμμαχιών γύρω από δύο ή τρεις ηγεμονικές δυνάμεις.
Οι ΗΠΑ πριν την κρίση είχαν δώσει δείγματα γραφής ότι σταδιακά παραιτούνται από τον ηγεμονικό τους ρόλο. Στην παρούσα κρίση δεν πήραν την παραμικρή πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση της, σε αντίθεση με τα όσα έπραξαν στο παρελθόν στην περίπτωση του ιού Έμπολα ή με το AIDS.
Η Κίνα βγαίνει τραυματισμένη και με λιγότερους φίλους εξαιτίας της έλλειψης διαφάνειας στον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης, αλλά και εξαιτίας των πρωτοβουλιών που θα πάρουν οι άλλες χώρες για να μειώσουν την εξάρτηση τους από αυτήν σε κρίσιμους τομείς. Πολλές χώρες θα λάβουν μέτρα για να προστατέψουν κλάδους της οικονομίας και επιχειρήσεις, που θα επιδίωκαν να ελέγξουν ή να εξαγοράσουν Κινέζικες επιχειρήσεις.
Οι ΗΠΑ φαίνεται ότι θα σκληρύνουν τη στάση τους απέναντι στην Κίνα, γεγονός που δημιουργεί προϋποθέσεις για αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της ΕΕ. Όσο και αν ακούγεται παράδοξο η παρούσα κρίση προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία για την οικοδόμηση μιας ισχυρότερης ΕΕ που θα μπορεί να σταθεί ισάξια απέναντι στις ΗΠΑ και στην Κίνα. Οι εταίροι μας, ειδικά αυτοί της Χανσεατικής λίγκας, θα έχουν όφελος σε αυτή τη συγκυρία, αν ανατρέξουν στο έργο του Θουκυδίδη, για να δουν πως η πανώλη επηρέασε την έκβαση του Πελοποννησιακού πολέμου. Εκεί μπορεί να δούνε τις ευκαιρίες που αναδεικνύονται για την ΕΕ από την κρίση πανδημίας.