Φίλα τον βάτραχο σου

Γιάννης Παπαθεοδώρου 10 Φεβ 2016

Πριν από ένα χρόνο, ο ΣΥΡΙΖΑ «έσκιζε το Μνημόνιο».  Σήμερα, η επιβίωση του και η παραμονή του στην κυβέρνηση εξαρτάται ακριβώς από την άμεση και αποτελεσματική εφαρμογή του. Παράλληλα, αυτή τη βδομάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ καλούσε τον κόσμο να διαδηλώσει δυναμικά στις απεργίες, για να ενισχύσει την κυβέρνηση στον αγώνα της απέναντι στο «καλύτερο δυνατό» Μνημόνιο, που υπέγραψε ο πρωθυπουργός, στη γνωστή 17ωρη «σκληρή διαπραγμάτευση». ‘Όπως φάνηκε από την πρόσφατη πανελλαδική απεργία, ωστόσο, η κυβέρνηση έχει απέναντι της πλέον δύο βασικές κοινωνικές κατηγορίες, που διαμαρτύρονται για τα νέα μέτρα : τους παλιούς «αγανακτισμένους» και τους νέους «αποφασισμένους». Τα συμφέροντά τους, οι πολιτικές διαδρομές τους, αλλά και τα ταξικά χαρακτηριστικά τους δεν είναι ταυτόσημα. Έχουν όμως ένα κοινό γνώρισμα: είναι οι πρωταγωνιστές στην τρέχουσα κοινωνική διαδικασία «απομάγευσης του ΣΥΡΙΖΑ».

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει που θα οδηγήσει αυτή η διαδικασία. Το μόνο βέβαιο, για την ώρα, είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη εισέλθει οριστικά στη σταθερή τροχιά της κυβερνητικής φθοράς: δεν έχει πια τις κοινωνικές συμμαχίες που φανταζόταν, δεν μπορεί να βρει εφεδρείες και «μαξιλάρια» στην αντιπολίτευση, δεν έχει την υποχρεωτική στήριξη των ευρωπαίων εταίρων ως μοναδική και αυτονόητη επιλογή πολιτικής σταθερότητας. Πολύ σύντομα, ο ΣΥΡΙΖΑ ίσως οδηγηθεί στο πιο δύσκολο πρόβλημα της «βίαιης ωρίμανσης» του. Πώς θα μπορέσει να απορροφήσει την κοινωνική ένταση επιχειρώντας την παράλληλη εφαρμογή των (νέων) μέτρων, που θα επιβάλλουν οι εταίροι-δανειστές;

Το 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να μάθει τη λέξη «συμφωνία». Το 2016 πρέπει να μάθει τη λέξη «εφαρμογή». Στο ενδιάμεσο διάστημα, επαναλαμβάνει διαρκώς μιαν άλλη μαγική λέξη: την ανάπτυξη. Αλλά και αυτή όμως, φαίνεται υπονομευμένη από την απόσταση που χωρίζει την επιθυμία με την πραγματικότητα: η υπερ-φορολόγηση, η αυξανόμενη φοροδιαφυγή, η αποδυνάμωση των τραπεζών, η κατακρήμνιση του Χρηματιστηρίου, καθώς και η αντιφατική προσχώρηση στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας δείχνουν πως η ανάπτυξη θα αργήσει, ακριβώς επειδή τα συνεχιζόμενα οικονομικά πειράματα του ΣΥΡΙΖΑ δεν δημιουργούν ένα ευνοϊκό περιβάλλον για νέες επενδύσεις. Η αργή πορεία προς την αξιολόγηση είναι πιθανόν, άλλωστε, να οδηγήσει de facto σε ένα νέο ανοιξιάτικο αδιέξοδο: οικονομική ασφυξία, στέγνωμα της αγοράς, επιβάρυνση του επιχειρηματικού κλίματος.

Πέρα όμως από τα οικονομικά μεγέθη, όμως ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει ηττηθεί ακριβώς επειδή κυβερνάει. Η ανεπάρκεια της διαχείρισης του δικού του Μνημονίου μπορεί να αποβεί μοιραία, όχι επειδή θα βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με το ανύπαρκτο «παράλληλο πρόγραμμα» αλλά επειδή η «έντιμη συμφωνία» θα έχει ήδη δρομολογήσει ένα νέο κύκλο κοινωνικών αντιδράσεων, που δεν θα μπορεί να τιθασευτεί πλέον με συνθήματα, ελιγμούς και τακτικισμούς. Προς το παρόν η κυβέρνηση βρίσκεται στην ψυχαναλυτική φάση της «άρνησης». Την περιέγραψε με ακρίβεια η κ. Γεροβασίλη, δηλώνοντας πρόσφατα πως οι «προπηλακισμοί βουλευτών και υπουργών, προβοκατόρικες και βίαιες ενέργειες, είναι πράγματα που δεν έχουμε ξαναδεί». Με βάση αυτή την ψευδαισθητική άρνηση της πραγματικότητας, η κυβέρνηση έχει δύο επιλογές. Είτε να αποφασίσει πως αν φιλήσει το βάτραχο της, αυτός θα μεταμορφωθεί σε πρίγκιπα, είτε να αποφασίσει πως ο βάτραχος θα πρέπει άμεσα να κάνει την αυτοκριτική του. Αλλά ούτε και αυτή θα είναι αρκετή.

Στο σχετικό εκλαϊκευτικό βιβλίο του Robert De Board, όταν ο Βάτραχος κάθεται στο ντιβάνι του «ψυχαναλυτή» Ερωδιού, ο διάλογος φορτίζεται απρόσμενα, ακριβώς μετά την αναγνώριση της καθήλωσης του Βάτραχου στην «παιδική ηλικία» :  «Μεσολάβησε μακρά σιωπή στη διάρκεια της οποίας ο Βάτραχος βυθίστηκε σε σκέψεις. Τελικά μίλησε. “Νομίζω”, είπε, “ότι βρίσκομαι συχνά σε κατάσταση παιδικού Εγώ”. Και ξανασώπασε. “Όμως”, είπε ο Ερωδιός, “δεν έχουμε ακόμα δει ολόκληρη την εικόνα”. “Τι εννοείτε;” ψέλλισε ο Βάτραχος». Αυτό που εννοούσε ο Ερωδιός είναι ότι ο Βάτραχος ζούσε ήδη σε μια ψυχολογική εξάντληση, που δεν οφειλόταν πλέον μόνο στο παρελθόν του αλλά και στο παρόν του. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα δεν ήταν πια η «παιδική ηλικία», (στην οποία, για την κυβέρνηση, δεν υπήρχε το Μνημόνιο, ο Σόιμπλε, οι απεργίες και οι συγκρούσεις) αλλά η περιπέτεια μιας δύσκολης ενηλικίωσης, χωρίς πρίγκιπες από έναν άλλο κόσμο – που δεν ήταν ποτέ εφικτός.