Φασισμός

Θεόδωρος Ζαρέτος 25 Ιαν 2021

Θυμάμαι μέλη της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ να διαφημίζουν στους δρόμους τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα με το σύνθημα «Μάγδα που είναι ο Παύλος».

Και είδαμε μέλη κάποιας Αριστερής φοιτητικής εσχατιάς να διαφημίζουν τις δολοφονίες του Δ. Κουφοντίνα με το σύνθημα «Κωστάκη που είναι ο μπαμπάς».

 

Πώς φτάσαμε ως εδώ;

Ποιο πολιτικό περιβάλλον ωθεί νέους ανθρώπους σε τέτοια εξαγρίωση, τέτοια απώλεια κριτικής σκέψης;

Μέσα από ποια ιδεολογικά μονοπάτια παραδίνονται εκόντες-άκοντες στην σαγήνη της φασιστικής βίας;

Γιατί το φασιστικό φαινόμενο γνωρίζει συνεχείς αναβιώσεις και ποιες είναι οι συνθήκες που ευνοούν την εμφάνισή του στις φιλελεύθερες Δημοκρατίες;

 

Στην θεωρητική έρευνα επικρατεί, την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία, η τάση σύνδεσης των παραδειγμάτων κοινωνικού εκφασισμού με την άνοδο του λαϊκιστικού φαινομένου, με τη δημαγωγική ιδιαιτερότητά του σε σχέση με τη δημαγωγική φύση του Ολοκληρωτισμού, ενώ αντίστοιχο περιεχόμενο συναντάμε και σ? ένα σημαντικό κομμάτι της φιλελεύθερης αρθρογραφίας χωρίς, όπως είναι φυσικό, τεκμηριώσεις αντίστοιχης πιστότητας με αυτές της επιστημονικής έρευνας.

 

 Μέρος της διανοητικής ελίτ στους χώρους της οποίας παράγεται η μελέτη φαινομένων εκφασισμού εντός των δυτικών δημοκρατιών, δεν έχει (ας μας επιτραπεί το στερεότυπο) ταυτοτικό αριστερό πρόσημο, έχει όμως σαφή καταγωγικά στοιχεία από τον χώρο μιάς Αριστεράς που στη μακρόχρονη και επίπονη διαδικασία απογαλακτισμού της από το σταλινικό φαινόμενο δημιούργησε τάσεις αμφισβήτησης της μαρξικής θεωρίας του σοσιαλισμού.

 

Σε αυτόν τον χώρο, είναι γνωστή και αποδεκτή η άποψη ότι το φασιστικό φαινόμενο είναι η  έκφραση του σύγχρονου Ολοκληρωτισμού, χωρίς ωστόσο να εκδηλώνει σαφή την τάση ενιαίας μελέτης των κύριων εκφράσεών του,  που δεν είναι άλλες από τον Ναζισμό και τον Κομμουνισμό.

Ίσως η δυσκολία του τελικού απογαλακτισμού από την ολοκληρωτική φύση της μαρξικής θεωρίας να είναι η αιτία που «φρενάρει» αυτή τη διανοητική ελίτ από του να θέσει τολμηρές υποθέσεις εργασίας σχετικά με την σχέση Ναζισμού και Κομμουνισμού στην ιστορική εξέλιξη  του Φασισμού:

 

*Αν η απώτατη καταγωγή του φασιστικού φαινομένου βρίσκεται στην ζωώδη περίοδο της ανθρωπότητας, ποιες είναι οι σύγχρονες ιδέες που ανακαλούν στο συναισθηματικό προσκήνιο του νεωτερικού ανθρώπου τη βία των πρωτόγονων ενστίκτων;

*Αν η ύπαρξη της πρωταρχικής ανθρώπινης κοινότητας είναι άρρηκτα συνδεμένη με την άγρια και απόλυτη κυριαρχία ζωτικού χώρου, ποια θα μπορούσε να είναι η προβολή αυτής της ένστικτης, αταβιστικής συνιστώσας στη σύγχρονη μορφή εθνικής οργάνωσης;

*Αν, στις αυτόνομες Δυτικές κοινωνίες, η Ελευθερία είναι υπερκείμενο της Ισότητας αγαθό και προϋπόθεσή της, ποιες είναι οι πιθανές κοινωνικές συνέπειες θεωριών που παρουσιάζουν την Ισότητα ως προϋπόθεση της Ελευθερίας;

*Αν η πρωταρχική ζωώδης ανθρώπινη οργάνωση βασιζόταν στην «ισότητα» μεταξύ των μελών του είδους, υπάρχει κάποια αταβιστική προβολή αυτής της οργάνωσης, στην εξέλιξη της χρήσης των εννοιών της φυλής και της τάξης;

*Αν είναι υπέρτατο όλων των αγαθών αυτό της ζωής, ποια είναι η αξία που δίνουν στην ανθρώπινη ζωή θεωρίες υπέρτατου σκοπού ή/και προδιαγεγραμμένου «τέλους»;

 

Αν τα παραπάνω είναι μερικά μόνο από τα ερωτήματα που σχετίζονται με την εμφάνιση και εξέλιξη του φασιστικού φαινομένου, υπάρχουν πολύ περισσότερα που αναμένουν να τεθούν στο μικροσκόπιο της κοινωνικής ανθρωπολογίας και το «μεγασκόπιο» της ιστορικής έρευνας.

 

Το φασιστικό φαινόμενο είναι το σύνολο των ιστορικών του εκφράσεων ανεξάρτητα από το καταγωγικό φορτίο καθεμιάς από αυτές και της υποκείμενης θεωρίας της, ανεξάρτητα από την διαφορετικού είδους επιθετικότητά τους, ανεξάρτητα από τα διαφορετικά ιδεολογικά πεδία μέσα στα οποία επιχείρησαν να δημιουργήσουν ηθική υπόσταση και πολιτικούς οπαδούς, ανεξάρτητα από το μέγεθος των συνεπειών τους στην ανθρωπότητα, ανεξάρτητα από την διαφορετική ιδεολογική αντοχή τους στον ιστορικό χρόνο.

 

Ας είμαστε όμως σαφείς και (ας μου επιτραπεί η έκφραση) απόλυτοι ως προς τη διάκριση μεταξύ της μελέτης των εκφράσεων του φασιστικού φαινομένου  και της θεσμικής/πολιτικής αντιμετώπισης των φαινομένων αναβίωσής του από τις μη αυταρχικές Δυτικές Δημοκρατίες.

 

Το νεοναζιστικό «Μάγδα που είναι ο Παύλος» και το νεοσταλινικό «Κωστάκη πού είναι ο μπαμπάς» είναι εκδηλώσεις που έχουν ένα θεμελιώδες κοινό χαρακτηριστικό:

Στοχεύουν στον απόλυτο κοινωνικό διχασμό, δημιουργούν συνθήκες και πρότυπα του «ή εμείς ή αυτοί», έχουν ως τελικό επιδραστικό αποτέλεσμα την διάκριση ανάμεσα σε απόλυτα καλούς και απόλυτα κακούς που δεν είναι άλλο από το προανάκρουσμα της εμφύλιας διαμάχης.

Είναι πασίγνωστη άλλωστε η υποστήριξη του εμφυλίου (ταξικού) πολέμου στη φιλολογία του μαρξισμού-λενινισμού, όπως πασίγνωστες είναι και οι συνέπειες της επικράτησης όλων εκείνων των ιδεών που συνέθλιψαν το πρόσωπο και την ατομικότητα, μετατρέποντας την ανθρώπινη κοινότητα σε πολτώδη μάζα, φέρνοντας στον αφρό τα χειρότερα χαρακτηριστικά της.

 

Έχει μόνο μεθοδολογική σημασία στην έρευνα του φασιστικού φαινομένου η διάκριση μεταξύ του Χίτλερ που εξολόθρευε Εβραίους και του Λένιν που εξολόθρευε κουλάκους, αλλά έχει άμεση πρακτική σημασία για την καθημερινότητά μας η κάλυψη που προσφέρουν στον εκφασισμό της καθημερινότητας στα ΑΕΙ, οι 67 πανεπιστημιακοί οπαδοί του κομμουνιστικού ερέβους και των «υψηλών ιδανικών» του Δ. Κουφοντίνα.

 

Στην κοινωνία μας όπως σε όλες τις μη αυταρχικές Δυτικές Δημοκρατίες η άνοδος του φασίζοντος λαϊκισμού οφείλεται στο ότι πιστέψαμε πως έχουμε την πολυτέλεια να θεωρούμε ότι αρκεί η εκλογική διαδικασία ώστε κάθε κυβέρνηση να χαρακτηρίζεται αυτονόητα ως δημοκρατική, ως εγγυητής του Κράτους Δικαίου.

Αν ήταν έτσι, τότε η Ρωσία και η Τουρκία θα ήταν Δημοκρατίες όπως πχ η Ελλάδα, η Γερμανία και η Ισπανία αφού οι δικτάτορες Πούτιν Και Ερντογάν απέκτησαν τις εξουσίες τους με συνταγματικά μέσα.

 

Στις Δημοκρατίες το Δίκαιο ούτε ορίζει τα πάντα ούτε είναι α λα καρτ.

Γι αυτό, οι υπαρκτές συνέπειες του «Μάγδα που είναι ο Παύλος» και του «Κωστάκη πού είναι ο  μπαμπάς» είναι κλασικές περιπτώσεις όπου η καταναγκαστική εξουσία του Κράτους μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί, επειδή το Δίκαιό μας έχει εκ των προτέρων ορίσει ότι πρόκειται για παρανομίες που προβλέπουν την χρησιμοποίησή του και ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τη μεταχείριση του κατάδικου serial killer «ιδεολόγου» Δ. Κουφοντίνα.

 

Στους 67 ολοκληρωτιστές Πανεπιστημιακούς λοιπόν, που «ανησυχούν» επειδή τάχα μου η Ελληνική Δημοκρατία εκδικείται απαντάμε ότι οι Δημοκρατίες κινδυνεύουν τόσο αν αρχίσουν  να εκδικούνται όσο και αν παύσουν να τιμωρούν.

Αλλά δεν θα τους πείσουμε, θα αποκαλύψουμε σε κάθε Έλληνα πολίτη τις συνέπειες των ιδεολογικών τους εμμονών που θα είναι και αύριο απολύτως ελεύθεροι να τις διακινούν δημόσια, ακριβώς επειδή η Ελληνική Δημοκρατία δεν εκδικείται τιμωρώντας ιδέες.

 

Ακόμα και τις δικές τους.